Daily Archives: Οκτωβρίου 20, 2013

Πραξικόπημα της μπιραρίας

venizelos-akhs-frigate (1)

 

Με την ονομασία Πραξικόπημα της μπιραρίας (beer hall putsch) έμεινε στην Ιστορία το (αποτυχημένο) πραξικόπημα που αποπειράθηκε ο Χίτλερ στο Μόναχο το 1923 για την ανατροπή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και την κατάληψη της εξουσίας στηνΓ ερμανία από τον ίδιο και τους εθνικοσοσιαλιστές του Κόμματός του.

Σύμφωνα με την Συνθήκη των Βερσαλλιών, η Γερμανία επωμίστηκε όλα τα βάρη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τον Απρίλιο του 1921 η Γαλλία και η Βρετανία παρουσίασαν στην Γερμανία τις αξιώσεις τους για την καταβολή των πολεμικών αποζημιώσεων, που ανέρχονταν στο ιλιγγιώδες για την εποχή ποσόν των 33 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο αντίκτυπος αυτής της απαίτησης ήταν άμεσος: Προκάλεσε την εμφάνιση πληθωρισμού με πρωτόγνωρους ρυθμούς στην Γερμανική οικονομία. Η αξία του γερμανικού μάρκου κατέρρευσε κυριολεκτικά, αφού μέχρι την ανακοίνωση των αξιώσεων των νικητριών δυνάμεων ένα δολάριο ΗΠΑ ισοδυναμούσε με τέσσερα μάρκα και αμέσως μετά η ισοτιμία έφθασε το 1 US $ σε 75 μάρκα για να πέσει στο 1 US $ = 400 μάρκα το 1922.

Η Γερμανική Κυβέρνηση ζήτησε μια ανάπαυλα στην εκτέλεση των πληρωμών, προκειμένου να διευθετήσει τον τρόπο καταβολής των αποζημιώσεων χωρίς να καταβαραθρωθεί η οικονομία της χώρας. Η Γαλλική Κυβέρνηση απέρριψε το αίτημα και σε απάντηση εισέβαλε στην περιοχή του Ρουρ, την οποία έθεσε υπό κατοχή και άρχισε να εκμεταλλεύεται, προκειμένου να αποκομίσει τμήμα των οφειλόμενων αποζημιώσεων. Η ενέργεια αυτή είχε σημαντικές πολιτικές συνέπειες στο εσωτερικό της Γερμανίας, αφού κατάφερε να ενώσει τον γερμανικό λαό καθιστώντας τον και πάλι έτοιμο για δράση: Οι Γερμανοί εργάτες της περιοχής του Ρουρ κήρυξαν γενική απεργία, την οποία υποστήριξε με κάθε τρόπο η γερμανική κυβέρνηση, κυρίως παρέχοντάς τους οικονομική στήριξη. Η κατάρρευση της Γερμανικής οικονομίας χειροτέρευσε σημαντικά ύστερα από αυτό. Προς το τέλος του 1922 αντιστοιχούσαν 18.000 μάρκα στο δολάριο, τον Ιούλιο του 1923 η ισοτιμία έφθασε τα 160.000 μάρκα και τον Αύγουστο το 1.000.000 μάρκα ανά δολάριο. Τον Νοέμβριο έπεσε ακόμη περισσότερο και αντιστοιχούσαν 4.000.000 μάρκα στο δολάριο, φέρνοντας έτσι την χώρα στα πρόθυρα του χάους.

mein

Όπως ήταν φυσικό, οι Γερμανοί πολίτες έχασαν τις αποταμιεύσεις τους, ενώ πληρώνονταν σε χρήμα χωρίς αντίκρισμα. Τα αγαθά διατροφής έφθασαν σε αστρονομικές τιμές και σε κάθε γωνία της χώρας ξέσπασαν διαδηλώσεις, καθώς η ευρεία μάζα του πληθυσμού κυριολεκτικά λιμοκτονούσε. Οι διαμαρτυρίες αυτές δεν στρέφονταν εναντίον της Κυβέρνησης, αλλά εναντίον των νικητών του Πρώτου Πολέμου. Το γενικό κλίμα ήταν προς την στήριξη της Κυβέρνησης, η οποία ανθίστατο στην άμεση πληρωμή των αποζημιώσεων. Τον Αύγουστο του 1923 την διακυβέρνηση ανέλαβε ο Καγκελάριος Γκούσταβ Στρέζεμαν (Gustav Stresemann), ο οποίος διέπραξε ένα σφάλμα: Τον Σεπτέμβριο του 1923, θέλοντας να δώσει ανάσες στην οικονομία, ανάγγειλε ότι θα προχωρούσε στην καταβολή των πολεμικών αποζημιώσεων. Αυτό που δεν είχε υπολογίσει σωστά ήταν η συναισθηματική αντίδραση των Γερμανών, οι οποίοι ένιωθαν βαθιά πικραμένοι, απογοητευμένοι, ταπεινωμένοι και ιδιαίτερα ανήσυχοι για το μέλλον τόσο το δικό τους όσο και της χώρας. Οι συνθήκες διαμορφώθηκαν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξωθήσουν σε δράση τις ακραίες πολιτικές ομάδες, όπως ήταν το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα του Χίτλερ.

Στο μεταξύ ο Μουσολίνι είχε πραγματοποιήσει την Πορεία προς τη Ρώμη και επιτύχει να εγκαθιδρύσει τον Φασισμό στην Ιταλία. Η επιτυχία αυτή ενέπνευσε ακόμη περισσότερο τον Χίτλερ και τους οπαδούς του. Ο Χίτλερ πίστεψε ότι οι συνθήκες ήταν πλέον ώριμες για την ανατροπή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος, το οποίο θα επανέφερε την Γερμανία στην θέση που της άξιζε στον Ευρωπαϊκό χώρο, ως ηγέτιδας δύναμης. Επιπλέον, ο Χίτλερ ζούσε στην Βαυαρία, στην οποία υπήρχαν, εκτός του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος, πολλές πολιτικές ομάδες που αντιτίθονταν στην δημοκρατική Κυβέρνηση του Βερολίνου. Το Κόμμα του Χίτλερ ήταν η μεγαλύτερη από αυτές, αριθμώντας, το 1923, περίπου 55.000 οπαδούς, ενώ διέθετε την αρτιότερη οργάνωση.

Οι Ναζιστές άρχισαν να απαιτούν την ανάληψη δράσης. Ο Χίτλερ διέβλεψε ότι έπρεπε να διακινδυνεύσει ή να χάσει την αρχηγία του Κόμματος. Κατέστρωσε με τους συνεργάτες του ένα σχέδιο απαγωγής της Βαυαρικής Κυβέρνησης, την οποία, υπό την απειλή των όπλων, θα υποχρέωνε να δεχτεί ως ηγέτη της τον ίδιο τον Χίτλερ. Για να προσδώσει στην κίνηση αυτή το απαιτούμενο κύρος, προσεταιρίστηκε τον μεγάλο στρατιωτικό ηγέτη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στρατηγό Έριχ Λούντεντορφ (Erich Ludendorff). Με τη υποστήριξή του ήταν βέβαιος ότι θα κέρδιζε και την υποστήριξη του Γερμανικού στρατού στο πραξικόπημά του, επιτυγχάνοντας ένα γενικό εθνικό ξεσηκωμό και, τελικά, την ανατροπή της ομοσπονδιακής Κυβέρνησης στο Βερολίνο. Έχοντας ετοιμάσει τις κινήσεις του, περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία.

Μόναχο, Μαρίενπλατς (Marienplatz), 9 Νοεμβρίου 1923, κατά τη διάρκεια του Πραξικοπήματος

Μόναχο, Μαρίενπλατς (Marienplatz), 9 Νοεμβρίου 1923, κατά τη διάρκεια του Πραξικοπήματος

Η ευκαιρία αυτή του δόθηκε όταν έμαθε ότι σε μια μεγάλη μπιραρία του Μονάχου, την «Löwenbräukeller», θα γινόταν μια συγκέντρωση 3.000 επιχειρηματιών με οικοδεσπότη την ηγεσία της Βαυαρικής Κυβέρνησης, τα μέλη της οποίας σκόπευε να απαγάγει. Στις 8 Νοεμβρίου 1923 τα μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης του Κόμματος SA, υπό την ηγεσία του Χέρμαν Γκέρινγκ περικύκλωσαν την μπιραρία. Στις 8:30 ο Χίτλερ, ακολουθούμενος από μια μικρή ομάδα ένοπλων SA εισέβαλε στην μπιραρία. Η εμφάνισή τους προκάλεσε, όπως αναμενόταν, πανικό ανάμεσα στους παρευρισκόμενους. Ο Χίτλερ πυροβόλησε μια φορά στον αέρα ουρλιάζοντας «Ησυχία!». Προχώρησε, ακολουθούμενος από τον Γκέρινγκ, στο βάθρο των ομιλητών, ενώ οι SA συνέχισαν να εισέρχονται στην μπιραρία κυκλώνοντας τους πανικόβλητους παρευρισκόμενους. Ο επικεφαλής της Κυβέρνησης Γκούσταφ φον Καρ (Gustav von Kahr), του οποίου την ομιλία διέκοψε ο Χίτλερ, παραχώρησε το βάθρο του ομιλητή στον Χίτλερ, ο οποίος άρχισε αμέσως να αγορεύει, λέγοντας ότι άρχισε η Εθνική Επανάσταση και κανείς δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψει τον χώρο, απειλώντας με την χρήση ενός πολυβόλου, που είχε εγκαταστήσει πίσω από το βάθρο. Ανάγγειλε ότι τόσο η Βαυαρική όσο και η Κυβέρνηση του Ράιχ ανατράπηκαν και εγκαθιδρύθηκε προσωρινή επαναστατική Κυβέρνηση. Οι στρατώνες της Ράιχσβερ (γερμανικού στρατού) και της Αστυνομίας είχαν καταληφθεί, τα μέλη τους παρήλαυναν ήδη στην πόλη κάτω από την σβάστικα. Φυσικά, όλα αυτά ήταν μια τεράστια μπλόφα, αλλά οι παρευρισκόμενοι δεν ήταν σε θέση να το γνωρίζουν. Ο Χίτλερ κάλεσε τον φον Καρ και τους αδελφούς φον Λόσοβ, Ότο (Otto von Lossow), Αρχηγό του Βαυαρικού Στρατού, και Χανς (Hans von Lossow), Αρχηγό της Αστυνομίας της Βαυαρίας, σε ένα μικρό δωμάτιο πίσω από την κεντρική αίθουσα και τους είπε ότι αυτός είναι ο νέος ηγέτης της Γερμανίας. Τους προσέφερε θέσεις στη νέα του Κυβέρνηση. Οι τρεις άνδρες, γνωρίζοντας ότι η από πλευράς τους αποδοχή των νέων «θέσεων» αποτελούσε πράξη έσχατης προδοσίας, αρνήθηκαν. Ο Χίτλερ εξεμάνη, έβγαλε πάλι το πιστόλι του και τους είπε: «Κύριοι, έχω τέσσερεις σφαίρες σε αυτό το όπλο: Μία για τον καθένα σας και μία για μένα!». Υπό την απειλή της δολοφονίας τους, οι τρεις συμφώνησαν.

Σχεδόν αμέσως ύστερα κατέφθασε ο Λούντεντορφ, ο οποίος αποδέχτηκε τη θέση του Αρχηγού του Γερμανικού Στρατού, προέτρεψε τους τρεις άνδρες να υποστηρίξουν τον Χίτλερ και το ίδιο έκανε μιλώντας και προς τους παρευρισκόμενους. Εν τω μεταξύ, ο Ερνστ Ρεμ (Ernst Röhm), ηγέτης των SA, επικεφαλής μιας ομάδας μαχητών του κατέλαβε το Υπουργείο Πολέμου, ενώ ο Ρούντολφ Ες κατέστρωνε το σχέδιο σύλληψης των αριστερών ηγετών της Βαυαρίας και των Εβραίων. Η προσπάθεια κατάληψης στρατώνων της Αστυνομίας και του Στρατού, όμως, αποκρούστηκε και απέτυχε. Ο Χίτλερ σκόπευε να βαδίσει εναντίον του Βερολίνου και να ανατρέψει την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση (κατά το πρότυπο της Πορείας προς την Ρώμη του Μουσολίνι). Η ολέθρια παράλειψή του ήταν ότι δεν είχε προβλέψει την κατάληψη από τους SA των ραδιοφωνικών και των τηλεγραφικών σταθμών. Όπως ήταν φυσικό, η Κυβέρνηση του Βερολίνου πληροφορήθηκε πολύ σύντομα τις ενέργειες των Ναζί και έδωσε σχετικές διαταγές για την κατάπνιξη του πραξικοπήματος.

Την επομένη ο Χίτλερ και ο Λούντεντορφ, επικεφαλής 3.000 ενόπλων υποστηρικτών τους, παρέλασαν στους δρόμους του Μονάχου με στόχο να συνενωθούν με τις δυνάμεις του Ρεμ που κατείχαν το Υπουργείο Πολέμου. Στην πλατεία Οντεόν (Odeonsplatz), όμως, βρήκαν τον δρόμο κλεισμένο από αστυνομικές δυνάμεις, ο επικεφαλής των οποίων τους διέταξε να σταματήσουν και να παραδοθούν. Στην άρνηση των Ναζί να συμμορφωθούν, η Αστυνομία άνοιξε πυρ, αρχικά πυροβολώντας προειδοποιητικά μπροστά στα πόδια τους. Οι SA απάντησαν στους πυροβολισμούς και έγινε πραγματική μάχη, με 21 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες, ανάμεσα στους οποίους και ο Γκέρινγκ, ο οποίος τραυματίστηκε στη βουβωνική χώρα. Μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο, όπου του χορηγήθηκε μορφίνη για την ανακούφιση των ισχυρών πόνων. Αυτή ήταν η έναρξη της εξάρτησης του Γκέρινγκ από την μορφίνη, από την οποία απαλλάχτηκε μόνο λίγο πριν τον θάνατό του στο τέλος της Δίκης της Νυρεμβέργης, 23 χρόνια αργότερα.

Ούλριχ Γκραφ.

Με την έναρξη του πυρός, ο Χίτλερ έπεσε στο έδαφος, καθώς ο διπλανός του, με τον οποίο είχαν διασταυρωμένους βραχίονες για το σχηματισμό ανθρώπινης αλυσίδας χτυπήθηκε από σφαίρα και κατέπεσε, παρασύροντάς τον. Η πτώση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την εξάρθρωση του ώμου του. Ο σωματοφύλακάς του, Ούλριχ Γκραφ (Ulrich Graf), έσπευσε να τον καλύψει με το σώμα του και δέχτηκε αρκετές σφαίρες. Αυτή του η ενέργεια έσωσε την ζωή του Χίτλερ.

Ο πόνος που ένιωσε από τον εξαρθρωμένο ώμο του, όμως, έκανε τον Χίτλερ να αποθαρρυνθεί και έτρεξε να διαφύγει προς ένα παρακείμενο αυτοκίνητο, στο οποίο υπήρχαν κομματικά στελέχη. Παρά το ότι υπερτερούσαν αριθμητικά, οι Ναζί ακολούθησαν το παράδειγμα του ηγέτη τους και τράπηκαν σε φυγή. Οι μόνοι που συνέχισαν να βαδίζουν προς τους αστυνομικούς ήταν ο Λούντεντορφ και ο υπασπιστής του. Την ενέργεια αυτή του Χίτλερ οι Ναζιστές ιστορικοί προσπάθησαν να την δικαιολογήσουν, λέγοντας ότι ο Χίτλερ αναγκάστηκε να φύγει γιατί έπρεπε να μεταφέρει ένα τραυματισμένο παιδί στο τοπικό νοσοκομείο.

Το πραξικόπημα κατεστάλη και ο Χίτλερ αναγκάστηκε να καταφύγει επί μερικές ημέρες στο σπίτι ενός φίλου του. Παρόλ” αυτά, δεν απέφυγε την σύλληψη, η οποία έγινε στις 12 Νοεμβρίου. Παραπέμφθηκε, μαζί με τους άλλους πραξικοπηματίες, σε δίκη, κατηγορούμενος για έσχατη προδοσία.

Για την κατηγορία αυτή το μέγιστο της προβλεπόμενης ποινής ήταν η θανατική. Κατά την διάρκεια της προφυλάκισής του υπέφερε από κρίσεις κατάθλιψης και σκεφτόταν μέχρι και την αυτοκτονία. Η δίκη ξεκίνησε στις 26 Φεβρουαρίου 1924 με Πρόεδρο τον δικαστικό Γκέοργκ Νάιτχαρντ (Georg Neithardt). Σύντομα, όμως, έγινε σαφές ότι στην Βαυαρική Κυβέρνηση υπήρχαν πολλοί συμπαθούντες των Ναζί, οι οποίοι δεν θα επέτρεπαν την αυστηρή τιμωρία του Ναζιστή ηγέτη. Η δίκη του Χίτλερ εξελίχτηκε κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μετατραπεί σε κομματικό συνέδριο: Κάθε λέξη που είπε στο Δικαστήριο απολογούμενος γράφτηκε στις εφημερίδες που κυκλοφόρησαν την επόμενη, ενώ το Δικαστήριο εντυπωσιάστηκε από τις πολιτικές του απόψεις, τις οποίες, κατά παράβαση της Δικονομίας, του επέτρεψε να εκφράσει ελεύθερα. Όπως αναμενόταν, το Δικαστήριο τον βρήκε ένοχο προδοσίας, αλλά η ποινή του ήταν μόνο πενταετής φυλάκιση, ενώ ανάλογες ήταν οι ποινές των άλλων μελών του Κόμματος που δικάστηκαν μαζί του: Ο Ρεμ καταδικάστηκε, ενώ οΒίλχελμ Φρικ, παρά το ότι βρέθηκε ένοχος, αφέθηκε ελεύθερος. Ο Έριχ Λούντεντορφ αθωώθηκε. Ο Χίτλερ εγκλείστηκε σε φυλακή του τύπου «Festungshaft» (Φέστουνγκσαφτ, γερμ. «φρούριο εγκλεισμού»). Στην φυλακή αυτή τα κελιά ήταν σχετικά άνετα, οι συνθήκες κράτησης πολύ ήπιες, ενώ δεν υπήρχε καταναγκαστική εργασία. Οι επισκέψεις ήταν δυνατές σε καθημερινή βάση και ανεξάρτητες χρονικής διάρκειας. Οι φυλακές αυτές προορίζονταν για άτομα στα οποία αναγνωριζόταν από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου ότι είχαν έντιμα κίνητρα και απλά είχαν παραπλανηθεί. Τέτοιου τύπου ήταν η φυλακή του Λάντσμπεργκ αμ Λεχ (Landsberg am Lech), στην οποία και μεταφέρθηκε για να εκτίσει την ποινή του, η οποία από πενταετή φυλάκιση τελικά μετατράπηκε σε οκτάμηνη και πρόστιμο 500 μάρκων.

Η εφημερίδα Völkischer Beobachter (Λαϊκός Παρατηρητής), όργανο του Κόμματος, απαγορεύθηκε να κυκλοφορεί, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα τέθηκε εκτός νόμου και τα Γραφεία του λεηλατήθηκαν.

Οι άνετες συνθήκες που αντιμετώπισε κατά τον εγκλεισμό του στην φυλακή, επέτρεψαν στον Χίτλερ να υπαγορεύσει το βιβλίο του «Ο Αγών μου» (Mein Kampf) στον, επίσης καταδικασμένο πραξικοπηματία και γραμματέα του Ρούντολφ Ες (Rudolf Hess). Στο βιβλίο αυτό υπάρχει αφιέρωση προς 16 πρόσωπα, ένα από τα οποία είναι ο Κουρτ Νοϊμπάουερ, που σκοτώθηκε στο Πραξικόπημα. Η αποτυχία αυτή προκάλεσε αλλαγή στο σκεπτικό του Χίτλερ ως προς την κατάληψη της εξουσίας με βίαιο τρόπο και τον έστρεψαν προς την κατάληψη της εξουσίας με την νόμιμη διαδικασία.

Παρά το ότι ο Χίτλερ δεν πέτυχε τον άμεσο αντικειμενικό του σκοπό, δηλαδή την δια της βίας κατάληψη της εξουσίας με ένα μάλλον πρόχειρα οργανωμένο πραξικόπημα, πέτυχε κάτι άλλο, πολύ σημαντικό: Έκανε ολόκληρο τον Γερμανικό λαό να στρέψει το βλέμμα προς ένα ως τότε άσημο τοπικής εμβέλειας Κόμμα. Αυτό διευκόλυνε την πραγματοποίηση της ιδέας του Χίτλερ για την κατάληψη της εξουσίας αυστηρά με συνταγματικά μέσα. Αποφάσισε να χειριστεί τον Γερμανικό λαό με τέτοιο τρόπο, ώστε να τον επιλέξει ως τον μελλοντικό του ηγέτη. Αυτό ασφαλώς προϋπέθετε μεγάλη προσπάθεια και ισχυρή οργάνωση του Κόμματος. Το αποτέλεσμα, τελικά, τον δικαίωσε εννέα χρόνια αργότερα, οπότε το Κόμμα του ήρθε πρώτο στις εθνικές εκλογές και ο ίδιος έλαβε την εντολή σχηματισμού Κυβέρνησης ως Καγκελάριος.

Μόναχο, Νοέμβριος 1936. Το Ehrentempel

Μόναχο, Νοέμβριος 1936. Το Ehrentempel

Όταν το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα ανέλαβε την εξουσία (Ιανουάριος 1933), οι νεκροί του Πραξικοπήματος θεωρήθηκαν «οι πρώτοι μάρτυρες» του. Η Ναζιστική σημαία που έφεραν τότε, με κηλίδες αίματος επάνω της, ονομάστηκε «Blutfahne» (ματωμένη σημαία) και ήταν το αντικείμενο στο οποίο ορκίζονταν τα νέα μέλη του Κόμματος από την κατάληψη της εξουσίας από τους Ναζί και εντεύθεν. Για την ανάμνηση των πεσόντων στο Πραξικόπημα κατασκευάστηκε το μνημείο «Ehrentempel» (Ερεντέμπελ, Ναός Τιμής) στην Βασιλική πλατεία (Königsplatz) του Μονάχου, στο οποίο υπήρχαν σε 24ωρη βάση δύο φρουροί της SS και κάθε διερχόμενος όφειλε ναζιστικό χαιρετισμό. Στο μνημείο μεταφέρθηκαν οι σοροί των νεκρών και τοποθετήθηκαν ανά 4 σε ειδικές σαρκοφάγους σε κάθε γωνία του μνημείου, με κάθε σαρκοφάγο να φέρει τα ονόματα των νεκρών που περιείχε.

Κάθε χρόνο γίνονταν τιμητικές εκδηλώσεις όχι μόνο στο Μόναχο, όπου, μέχρι το 1942, παρίστατο ο ίδιος ο Χίτλερ, αλλά σε ολόκληρη την Γερμανία, καθώς υπήρχε σχετική εγκύκλιος προς κάθε γκάου της χώρας. Εκδόθηκαν, επίσης, τρεις σειρές αναμνηστικών γραμματοσήμων.

Το μνημείο αυτό επέζησε από τους βομβαρδισμούς του Πολέμου και η Συμμαχική Επιτροπή Ελέγχου (Allied Control Commission) αποφάσισε να το κατεδαφίσει. Κάλεσε τις οικογένειες των πεσόντων και τους πρότεινε είτε να ενταφιάσουν τις σορούς σε ανώνυμους τάφους του νεκροταφείου του Μονάχου είτε να τους αποτεφρώσουν. Όταν οι σοροί απομακρύνθηκαν, η υπερδομή του μνημείου ανατινάχτηκε (9 Ιανουαρίου 1947). Στη θέση του τοποθετήθηκε αναμνηστική πλάκα με τα ονόματα των πεσόντων αστυνομικών.

Πηγήwikipedia

Αντικλείδι , http://antikleidi.com

ΠΩΣ ΣΚΟΤΩΝΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

venizelos-akhs-frigate (1)

Η «συγκλονιστική έρευνα» με τα «στοιχεία σοκ» έκανε την περασιά της απ’ όλα τα συστημικά ΜΜΕ. «Έρευνα του Πανεπιστημίου Πειραιά για τα χιλιάδες ιατρικά λάθη που δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Ένας στους δύο πολίτες μένει ανάπηρος. Σοκ προκαλούν τα στοιχεία για τα ιατρικά λάθη σε νοσοκομεία, κλινικές και δομές υγείας. Άνθρωποι μένουν ανάπηροι ή χάνουν τη ζωή τους, εξαιτίας κακών χειρισμών ή παραβλέψεων στη διάρκεια της επέμβασης ή της νοσηλείας. Σύμφωνα με το  ΕΘΝΟΣ είναι χαρακτηριστικό ότι οι ιατροδικαστές εκτιμούν πως κάθε χρόνο γίνονται στην Ελλάδα 6.000 ιατρικά σφάλματα. Στη μελέτη του Πανεπιστημίου Πειραιά αναλύθηκαν περιπτώσεις ιατρικής αμέλειας της τελευταίας δεκαετίας. Τρεις στις πέντε αφορούσαν δημόσια νοσοκομεία και μία στις πέντε ιδιωτικές κλινικές».

Τρεις στις πέντε περιπτώσεις, λοιπόν, αφορούσαν δημόσια νοσοκομεία, ενώ μόνο μία στις πέντε, ιδιωτικές κλινικές. Αυτό από μόνο του θα μπορούσε να αποτελεί διαφημιστικό σλόγκαν για ιδιωτικά νοσοκομεία ή ακόμη καλύτερα για τις κάρτες υγείας που πλημμύρισαν την αγορά. Δυστυχώς η έρευνα ξεχνά να μας πει το ποσοστό ασθενών που εξυπηρετούνται στα δημόσια νοσοκομεία σε σχέση με τα ιδιωτικά. Δυστυχώς η έρευνα ξεχνά να μας πει αν οι περιπτώσεις ιατρικών λαθών αφορούν σε επεμβάσεις ρουτίνας ή σε έκτακτα περιστατικά (τροχαία, βαριά εμφράγματα και εγκεφαλικά) τα οποία δεν γίνονται δεκτά στο μεγαλύτερο μέρος των ιδιωτικών κλινικών, καθώς αυτές δε διαθέτουν τμήματα επειγόντων περιστατικών.

Ή μπορεί και να τα αναφέρει όλα αυτά η έρευνα, αλλά δεν βολεύουν να δημοσιοποιηθούν γιατί θα χαλάσει η προσπάθεια προβολής της ιδιωτικής Υγείας και η υποβάθμιση της Δημόσιας. Βέβαια, αναφέρουν ότι «Σύμφωνα με τους ειδικούς, η βαθύτερη αιτία των ιατρικών σφαλμάτων είναι – κατά κύριο λόγο – συστημική. Οι συστημικοί παράγοντες – εξηγούν – εντοπίζονται κυρίως στην υποστελέχωση (ποσοτική και ποιοτική), στο μη ασφαλές εργασιακό περιβάλλον, στη βαρύτητα των ασθενών, στον αυξημένο φόρτο εργασίας, στο κυκλικό ωράριο και στην επαγγελματική εξουθένωση», όμως δεν αναφέρεται πουθενά ο ένοχος όλων αυτών των κακών, με αποτέλεσμα αύριο ο υπουργός Υγείας να βγει σαν αθώα περιστερά και να κάνει άλλη μια επίθεση στα δημόσια νοσοκομεία για τη «χαμηλή ποιότητα υπηρεσιών που προσφέρουν».

Όμως η «είδηση» προλαβαίνει ακόμη και τον υπουργό. Τα λέει μόνη της «Οι παραπάνω παράμετροι εντοπίζονται κατά κόρον στα δημόσια νοσοκομεία, μαζί με μία ακόμη: την ανεπαρκή στελέχωση σε νοσηλευτές και το ανεπαρκές επίπεδο εκπαίδευσης, τα οποία βάζουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των ασθενών και οδηγούν σε χαμηλής ποιότητας φροντίδα υγείας». Έτοιμο λοιπόν και το σύνθημα: Μην εμπιστεύεστε τη Δημόσια Υγεία.

Φυσικά και υπερασπίζομαι τη Δημόσια Υγεία ως υποχρέωση του Κράτους στον κάθε πολίτη. Μια Δημόσια Υγεία υψηλού επιπέδου που δε θα αξίζει μόνο ως τιμωρία σε όσους δεν έχουν χρήματα να πάνε σε ιδιωτικά νοσοκομεία. Εν ολίγοις, τα ιδιωτικά νοσοκομεία θα πρέπει να είναι επιλογή του ασθενούς και όχι υποχρέωση ή μοναδική λύση, όπως προσπαθούν να τη μετατρέψουν.

Επειδή οι καιροί είναι πονηροί και η Δημόσια Υγεία στο στόχαστρο, ας δούμε κάτι τελευταίο που αρκετά ΜΜΕ απέφυγαν να δημοσιεύσουν «Τα ιατρικά λάθη αποτελούν παγκόσμιο φαινόμενο. Μελέτες δείχνουν ότι στις ΗΠΑ σημειώνονται ετησίως 98.000 θάνατοι. Στο Ηνωμένο Βασίλειο εκτιμάται ότι κάθε χρόνο χάνουν τη ζωή τους 20.000 έως 30.000 άνθρωποι εξαιτίας δυσμενών συμβάντων, ενώ στη Γερμανία αναφέρονται 30.000 νεκροί ασθενείς». Προφανώς, ούτε αυτό βολεύει.

Εν κατακλείδι, η Δημόσια Υγεία βρίσκεται στα χειρότερά της, αλλά στέκεται όρθια. Διαθέτει λαμόγια γιατρούς που εκβιάζουν ζωές αν δεν τσεπώσουν φακελάκι. Διαθέτει άσχετους και επικίνδυνους εργαζόμενους, που όμως είναι ελάχιστοι μπροστά στην πλειοψηφία ικανότατων γιατρών και προσωπικού που φτύνουν αίμα μέσα στα νοσοκομεία με συνεχόμενες εφημερίες και συνεχόμενα νυχτερινά δίχως ρεπό. Για την ύπαρξη λαμόγιων γιατρών και άσχετων υγειονομικών ευθύνονται οι ελεγκτικοί μηχανισμοί όταν δεν ελέγχουν ποιους διορίζουν, ούτε παρακολουθούν επιδόσεις, ούτε αξιολογούν με πραγματικά και ουσιαστικά κριτήρια το προσωπικό και τη λειτουργία κλινικών σε δημόσια νοσοκομεία.

Για την τεράστια διαφορά τιμών αγοράς ιατρικών μηχανημάτων μεταξύ δημόσιων νοσοκομείων και ιδιωτικών, ευθύνονται οικονομικοί μηχανισμοί και όχι η νοσηλεύτρια χειρουργείου. Για την ακαταλληλότητα υλικού ευθύνονται οικονομικές υπηρεσίες του υπουργείου και όχι το παραϊατρικό προσωπικό. Για την κατασπατάληση πόρων και ανθρώπινου δυναμικού ευθύνονται όσοι κάνουν αποσπάσεις νοσηλευτριών σε βουλευτικά γραφεία και όχι ο παθολόγος. Μην τρελαθούμε κι εντελώς δηλαδή.

Την ευθύνη αυτών των ελεγκτικών μηχανισμών την έχει ο εκάστοτε υπουργός Υγείας. Για να λέμε, λοιπόν, τα πράγματα με το όνομά τους, σοκ είναι ότι μέχρι σήμερα δεν έχει τιμωρηθεί ούτε ένας υπουργός Υγείας επειδή επέτρεψε ή/και επεδίωξε την κατάρρευση του ΕΣΥ και την πριμοδότηση των ιδιωτικών νοσοκομείων. Τα υπόλοιπα είναι απλή διαφήμιση.

Υ.Γ.: Σύμφωνα με την έρευνα τρεις στις πέντε περιπτώσεις ιατρικών λαθών αφορούν δημόσια νοσοκομεία, ενώ μια στις πέντε αφορούν ιδιωτικά νοσοκομεία. Τρία συν ένα μας κάνουν τέσσερα. Απουσιάζει μια περίπτωση ιατρικού λάθους για να συμπληρωθούν οι πέντε. Ποιος γαμεί τις λεπτομέρειες; Ας το χρεώσουμε κι αυτό σε ιατρικό λάθος δημόσιου νοσοκομείου.

Η Madeleine Peyroux τραγουδάει Χατζιδάκι

venizelos-akhs-frigate (1)

 Για χάρη μιας ομάδας μουσικόφιλων από τη Θεσσαλονίκη που σκαρφίστηκαν τη φάση «Bandrop».

Τι γίνεται όταν βγάζεις τις μπάντες από τους “παραδοσιακoύς” συναυλιακούς χώρους και τις βάζεις να παίξουν unplugged σε ένα παλαιοπωλείο ή σε ένα τσαγκάρικο ή σε ένα γιαπί ή σε ένα στενό που καταλήγει σε αδιέξοδο ή σε μια γκαλερί ή όπου τέλος πάντων τους πείσεις να το κάνουν; Bandrop γίνεται.

Και τι εστί Bandrop; “Ένας τρόπος να εξερευνήσεις το αστικό τοπίο μέσα από τη μουσική και τη μουσική μέσα από το αστικό τοπίο”, όπως λέει και το μανιφέστο της ομάδας των Σαλονικιών (djs, graphic designers, φωτογράφων μα πάνω απ’ όλα λωλών με τη μούζικα φίλε) που είχε την ιδέα και μόλις ξεκίνησε να την κάνει πράξη.

Θα έχουμε πολλά να πούμε για δαύτους (και πολλά να κάνουμε..). Μέχρι τότε, απολαύστε (υπεύθυνα) τη Madeleine Peyroux σε μια ακουστική βερσιόν του “Μην τον ρωτάς τον ουρανό”. Ναι, στα ελληνικά. Και τα καλύτερα έρχονται.

POPAGANDA.