Συνθήματα σε τοίχους

wpid-wp-1440710273865.jpeg

Χαραγμένη σ’ ένα γυαλί. Μορφές που αλλάζουν, οι στιγμές μου. Κι όλες να γυρίζουν στο παρόν που δεν υπάρχω. Που δεν ανασαίνω. Κόμποι στα μαλλιά, οι λέξεις που δεν θα ειδωθούν. Που θα χαθούν και πάλι, στο άχρονο ενός λεπτού που με κυνηγά. Παραμορφώσεις και διακυμάνσεις μιας ψυχής που παλινδρομεί μεταξύ ενός ήχου και μιας μορφής. Που δεν μπορεί να φανεί. Που την κόβει η ανάσα. Που χάνεται σε κάθε σύννεφο που δεν συναντιέται πια. Δρόμοι που δεν οδηγούν πουθενά. Αισθήσεις που κυμαίνονται μεταξύ του θυμού και του έρωτα. Κι εγώ σφηνωμένη στο ανάμεσα. Γίνομαι θύμα αλλά και θύτης. Ρόλοι που δεν ράφτηκαν ακόμη. Που κανένας δεν φορά. Που κανένας δεν παίζει. Που κανένας δεν χειροκροτά. Σαν παλιές κουρτίνες που ανοίγουν και κλείνουν κατά το δοκούν, τα μάτια. Κατά το πρέπον που δεν αφορά ούτε εμένα πια, τα δάκρυα. Κι όσο κι αν τινάζομαι σαν βέλος δεν βρίσκω κανένα στόχο. Μόνο ξαναγυρνώ σε ό,τι πονά και το ματώνω. Το κάνω να αιμορραγεί. Να πλημμυρίζει το σώμα και την ψυχή. Σαν θάλασσα φουρτουνιασμένη να πνίγει κάθε τι που τολμά να κολυμπήσει μέσα μου. Λεπτά, σχοινιά που όλο και πιο σφιχτά δένω γύρω μου. Στιγμές, που τις βουλιάζω σε κάθε άκρη των χειλιών μου. Ώρες, που δεν μετριούνται πια και μένουν ακίνητες σαν κάθε παλιό βαρκάκι που έχει χάσει το εισιτήριο της επιστροφής. Της επιστροφής σε μια Ιθάκη που για αυτήν δεν γράφτηκε καμία λέξη. Που δεν ειπώθηκε κανένα τραγούδι. Που έμεινε σιωπηλή να κοιτά τους κόμπους που δεν λύθηκαν. Που είναι σαν να μηνυπήρξε ποτέ..

εγραψε το πιτσιρικι