Yποσχέθηκα ότι θα φύγω όσο πιο μακριά σου γίνεται και το έκανα!

wpid-wp-1472161207321.jpeg

Είχα καιρό να σε δω. Μήνες για την ακρίβεια. Δεν είχα ακούσει τη φωνή σου από τότε, δεν είχα μυρίσει τ’ άρωμά σου. Η απουσία σου ήταν αισθητή, αλλά αυτή τη φόρα δεν ήταν επίπονη. Είχα συνηθίσει πια να ζω μακριά σου. Χάρη σε εσένα το σκηνικό αυτό δεν ήταν ούτε ξένο ούτε και δύσκολο. Μια συνήθεια είχε γίνει πλέον η απουσία σου. Είχα μάθει να ζω μ’ αυτήν. Μου ήταν πιο οικεία κι από την παρουσία σου. Έρωτας σου λέει μετά κι αγάπη.

Μα σε ποιον έρωτα αναφερόσουν εσύ; Ή μήπως σου δίδαξαν κάτι λάθος οι δικοί σου; Σχέση είναι το μαζί, έρωτας είναι να υποφέρεις στην απουσία του άλλου κι αγάπη είναι να του χαρίζεις την ψυχή σου. Εσύ χρησιμοποίησες πολλές φορές αυτές τις λέξεις, άλλα να σου πω την αλήθεια δε θυμάμαι να τις απέδειξες καμιά φόρα. Λόγια του αέρα κατέληξαν. Θα μου πεις τώρα πότε σου τις απέδειξα εγώ κα θα σου δώσω μία τυχαία στιγμή για κάθε λέξη.

Σχέση, όταν ήρθα στο σπίτι σου, 500 χιλιόμετρα μακριά απ’ το δικό μου, κι έμεινα εκεί βδομάδες βάζοντας στην άκρη κάθε δική μου υποχρέωση. Ήθελα να ζω μαζί σου. Έψαχνα τρόπους να μειώσω την απόσταση και κάθε λίγο και λιγάκι ήμουν εκεί. Στο σπίτι σου. Έρωτας, όταν μου είπες ότι σου λείπω και δεν μπορείς μακριά μου και την ίδια στιγμή έκλεισα εισιτήρια. Το πρωί ήμουν κιόλας εκεί, στην αγκαλιά σου κι ήσουν ευτυχισμένος, μου είπες.

Όταν έπρεπε να φύγω, μια βδομάδα μετά, δεν μπορούσες να κρατήσεις τα δάκρυά σου. Ήσουν ένα παιδάκι μέσα στην αγκαλιά μου που έκλαιγε με λυγμούς και μου ζητούσε να μη φύγω. Αγάπη, όταν για πολλοστή φορά συγχώρησα τα λάθη σου και σ’ έβαλα ξανά στην αγκαλιά μου, με τον εγωισμό και την αξιοπρέπειά μου θαμμένα κάτω απ’ το χώμα. Γιατί; Γιατί θεώρησα πως όλοι έχουν στιγμές αδυναμίας κι η απιστία ίσως να ‘ναι μια από αυτές.

Ουσιαστικά εθελοτυφλούσα και πίστευα κάθε παραμυθάκι που μου πουλούσες. Σε συγχαίρω μάλιστα γι’ αυτήν την επιτυχία σου. Ήμουν ένας άνθρωπος κλειστός και μοναχικός που κατάφερες να ξεκλειδώσεις και να μου γίνεις απαραίτητο κομμάτι της ζωής μου. Χάρη σε εσένα πλέον έχω υψώσει τείχη πιο ψηλά από ποτέ, με μια τεράστια τάφρο γύρω-γύρω κι έναν τεράστιο δράκο να τα φυλάει. Χάρη σε σένα!

Χθες λοιπόν που σε συνάντησα ξανά, με πλησίασες και με ρώτησες αν είμαι καλά, αλλά εγώ δε σου απάντησα καν. Δε σου απάντησα, γιατί δεν άξιζες να το κάνω. Κάθε λέξη που θα έβγαινε απ’ το στόμα μου θα ήταν στην πραγματικότητα περιττή. Θα σου έκανα το χατίρι ν’ ακούσεις ξανά τη φωνή μου και δεν άξιζες ούτε αυτό.

Θυμάμαι μου χες πει κάποτε πως μόνο που ακούς τη φωνή μου είσαι καλύτερα. Τότε που εγώ σου είχα πει ότι από τότε που γύρισες έγινα χειρότερα. Έτσι λοιπόν σκέφτηκα να μην σου επιτρέψω να την ακούσεις ξανά. Ύστερα γύρισες ξαφνικά και μου είπες πως με ξεπέρασες. Έκανες ταξίδια, μου είπες, σε διάφορα μέρη με πολλές παρέες και κατάφερες να με ξεπεράσεις. Σου χαμογέλασα κι έφυγα, χωρίς να βγει ούτε λέξη απ’ το στόμα μου.

Ξέρεις κι εγώ σε ξεπέρασα και γι’ αυτό ακριβώς δε σου το είπα. Δε με νοιάζει να το ξέρεις, με νοιάζει που το νιώθω. Εγώ βέβαια, δε σε ξεπέρασα με ταξίδια και γνωριμίες. Εγώ σε ξεπέρασα μέσα στο σπίτι που ζήσαμε μαζί, με τις παρέες τις κοινές. Σε ξεπέρασα μέσα στη δική μας καθημερινότητα και πλέον τα ταξίδια που προσπάθησες να μου τρίψεις στη μούρη θα τα κάνω χωρίς να περάσεις καν απ’ το μυαλό μου.

Άραγε στα δικά σου ταξίδια πόσες ώρες το εικοσιτετράωρο ήμουν στο μυαλό σου; Επέλεξες τη φυγή και νόμιζες ότι θα σωθείς. Πίστεψες ότι θα με ξεπεράσεις πηγαίνοντας στο νησί που θα πήγαινες με μένα. Όταν κάθε όμορφη γωνιά που είχες στο μυαλό σου, ήθελες να τη δείξεις σε μένα. Όταν με κάθε νέα γνωριμία σου ήθελες να εκδικηθείς και να πονέσεις εμένα. Έτσι νομίζεις ξεχνάς έναν άνθρωπο;

Έχω περιέργεια να σε δω κατά πόσο με έχεις ξεχάσει, όταν ξαπλώσεις στα σεντόνια που έχουν ακόμη το άρωμα μου. Όταν αντικρίσεις το μπουρνούζι μου κρεμασμένο στο μπάνιο σου. Όταν το πρωί δε θα σου έχω έτοιμο καφέ κι ούτε θα σε ξυπνάω με φιλιά. Όταν θα γίνει κάτι σημαντικό στη ζωή σου κι εγώ δε θα είμαι εκεί να μου το πεις. Να μοιραστείς τις ανασφάλειες και τους προβληματισμούς σου.

Αν σ’ όλα αυτά δε σου λείπω, τότε μην το παινευτείς και πολύ. Δε θα οφείλεται στο ότι κατάφερες να με ξεπεράσεις, άλλα στο ότι εν τέλει δεν ήμουν κάτι σημαντικό στη ζωή σου. Όπως και να χει όμως εγώ σε ξεπέρασα κι εσύ δε θα το ακούσεις ποτέ αυτό από εμένα. Θα το νιώσεις όμως απ’ τη σιωπή μου.

Σου υποσχέθηκα ότι θα φύγω όσο πιο μακριά σου γίνεται και το έκανα! Χθες ήταν η τελευταία φορά που θα με έβλεπες και δεν το ήξερες καν. Το αεροπλάνο που θα μπω το πρωί θα με πάει σ’ ένα μέρος μακρινό, όμορφο, που θα ζήσω για πολύ καιρό εκεί. Κι εσύ δε θα μπορέσεις να με βρεις, ακόμη κι αν το θελήσεις. Ίσως αυτή να είναι κι η εκδίκηση μου. Όχι ίσως, αυτή είναι.

Και κάτι τελευταίο. Σήμερα πέταξα το δαχτυλίδι σου στο λιμάνι, να μείνει για πάντα εκεί. Στο μέρος που σ’ ερωτεύτηκα, που σε πρωτοφίλησα και που έκλαψα για εσένα. Στον πάτο ανήκει αυτό κι όχι εγώ.


Πηγή