Ο εγγονός του ιδρυτή της ΔΕΘ διηγείται: Καλά ρε παππού, δεν θα ξεκουραστείς κι εσύ λίγο;

wpid-wp-1473484728073.jpeg

Έτος 1935 και το τηλεγράφημα με την ένδειξη “υπερεπείγον” καταφθάνει στο σπίτι της οικογένειας Γερμανού, αναγγέλλοντας τον ξαφνικό θάνατο ενός αεικίνητου κι εξαιρετικά επίμονου οραματιστή: ο Νικόλαος Γερμανός έχει πεθάνει λίγο μετά τα 70 του χρόνια, από καρδιακή προσβολή, στην “καρδιά” του χειμώνα.

Ουδείς περίμενε το επόμενο τηλεγράφημα, στο οποίο ο ίδιος έγραφε ότι επιστρέφει στην έδρα του νικητής. Νικητής διότι (τέσσερις ώρες πριν από τον θάνατό του) είχε πετύχει να του παραχωρηθεί οριστικά το οικόπεδο όπου έως σήμερα στεγάζεται η Διεθνής ‘Εκθεση Θεσσαλονίκης… Μόνο που το πανηγυρικό του τηλεγράφημα έφτασε στην οικογένειά του μετά από εκείνο το πένθιμο, το οποίο είχε σταλεί με τη διαδικασία του υπερεπείγοντος…

“Πέθανε τρέχοντας για την έκθεση” διηγείται στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο εγγονός του, γεωπόνος Γιώργος Χριστίδης, που φυσιογνωμικά θυμίζει έντονα τον χαρισματικό παππού του. Με τη συγκεκριμένη φράση αποδίδει φόρο τιμής σε έναν άντρα ασταμάτητο, που τίμησε -όπως λέει- στον ύψιστο βαθμό την ιδιωτική πρωτοβουλία και κίνησε, αρχικά εν μέσω κοροϊδιών και δυσφημιστικών δημοσιευμάτων, τα γρανάζια που έκαναν πραγματικότητα τη ΔΕΘ και άλλαξαν τη φυσιογνωμία της οικονομίας της Θεσσαλονίκης, αλλά και της Ελλάδας ευρύτερα.

“Πιστεύω ότι με το παράδειγμά του ο Νικόλαος Γερμανός απέδειξε ότι μεγάλα έργα γίνονται και από μεμονωμένους ανθρώπους και ότι δεν πρέπει μόνο να μεμψιμοιρούμε μόνιμα για το κράτος” σημειώνει. Ως δείγμα της αποφασιστικότητας που διακατείχε τον Νικόλαο Γερμανό αναφέρει αυτό που το 1934 είχε δηλώσει ο παππούς του, όταν συνειδητοποίησε ότι η Έκθεση που δημιούργησε, με τους τότε 350.000 επισκέπτες και 5000 εκθέτες, δεν χωρούσε πια στο Πεδίον του Άρεως, όπου φιλοξενείτο και έπρεπε να αλλάξει χώρο: σε γενικές γραμμές, αυτό που είχε δηλώσει ο Νικόλαος Γερμανός ήταν ότι εάν έως τού χρόνου δεν εξασφαλίσει καινούργιο χώρο, θα αυτοκτονήσει… Η ειρωνεία είναι ότι αυτό γράφτηκε έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του και παρότι τον χώρο τον “κέρδισε”, ο ίδιος πέθανε, όχι αυτοκτονώντας βέβαια, αλλά από καρδιακή προσβολή…

Η αλληλογραφία ενός είλωτα με τον Τόμας Έντισον

Ο Γιώργος Χριστίδης, γιος της Μαρίας Γερμανού-Χριστίδου, τελευταίας από τις τρεις κόρες του Νικόλαου, δεν πρόλαβε να γνωρίσει αυτόν τον Μεγάλο Παππού, που έφτασε να αλληλογραφεί με τον Τόμας ‘Εντισον, από τον οποίο δέχτηκε -όπως λέει- μέχρι και πρόταση να τον επισκεφτεί στις ΗΠΑ.

Μεγάλωσε όμως ακούγοντας ιστορίες για τη ΔΕΘ και γι’ αυτόν τον “τρελό” άντρα, που προσηλωμένος απόλυτα στους στόχους του δούλευε ακόμη και στη διάρκεια της νύχτας για να τους κάνει πράξη. “Εγώ είμαι ο είλωτας και εσείς οι πριγκίπισσες” έλεγε στις κόρες του. Όπως λέει ο κ.Χριστίδης, ο παππούς του ήταν άνθρωπος κλειστός, “συγκεντρωτικός, δεν συζητούσε με την οικογένειά του πώς έκανε το ένα ή το άλλο, δεν την ενημέρωνε για τις δυσκολίες που συναντούσε”.

“Κύριε Γερμανέ πιθανόν να είσθε για τα πανηγύρια”

Και δεν ήταν εύκολο να πτοηθεί από τις δυσκολίες. Όταν κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου έγινε γνωστή η πρόθεση του ζωολόγου Νικόλαου Γερμανού για τη οργάνωση της «ετησίας εμποροπανηγύρεως», κάποιες από τις εφημερίδες της εποχής δεν εφείσθησαν χαρακτηρισμούς για να τον κριτικάρουν. Μα είναι δυνατόν “ο θεωρούμενος ώς έγκριτος και σώφρων πολίτης της Θεσσαλονίκης, κ.Νικόλαος Γερμανός, πληρεξούσιος της πόλεως εν τω Βουλευτηρίω” να έχει τέτοια σχέδια; (σ.σ. ο Νικόλαος Γερμανός είχε εκλεγεί βουλευτής Θεσσαλονίκης το 1915). “Η στήλη δεν τολμά να δώση βάσιν εις τας φήμας”. “‘Ολα τα είχεν η Μαριωρή, ο φερετζές της έλειπε”. “Ασφαλώς δεν είμεθα καθόλου καλά κύριε Γερμανέ. Υμείς πιθανόν να είσθε δια τα, κατά τα κοινά λεγόμενον, πανηγύρια” ήταν μερικές μόνο από τις αναφερόμενες στα δημοσιεύματα φράσεις…

Ένας άνθρωπος βραχύσωμος, με τριγωνικό μούσι, σαν γρήγορος παίκτης στο ποδόσφαιρο

“Σας είχε μεταφέρει η μητέρα σας τις αναμνήσεις της σε σχέση με το πώς αντιμετώπιζε ο Νικόλαος Γερμανός αυτές τις κοροϊδίες;” ρωτήσαμε τον κ.Χριστίδη. “Πώς τις αντιμετώπιζε; Αυτός προχωρούσε, δεν έδινε σημασία σε τέτοια απαντά και προσθέτει: “Θα πρέπει να ήταν ένας άνθρωπος παρορμητικός, που δεν δίσταζε μπροστά σε τίποτα. Κάποτε, σε μια ομιλία του έξω από τη Θεσσαλονίκη ως βουλευτής, ανέφερε πράγματα που δεν ικανοποίησαν τους πολίτες κι αυτοί τον γιουχάισαν. Αυτός πολύ απλά τους απάντησε: “σας τα είπα και φεύγω”. Δεν υπολόγιζε το κόστος της αλήθειας […] ‘Ηταν ένας άνθρωπος βραχύσωμος, με τριγωνικό μούσι, που κινείτο συνέχεια, σαν τον γρήγορο παίκτη στο μπάσκετ ή το ποδόσφαιρο […] Γεννούσε καινοτόμα σχέδια”.

Διεύθυνση αλληλογραφίας: Παπακυριαζή 11

Τα πρώτα έγγραφα για τη ΔΕΘ, διηγείται ο κ.Χριστίδης, ο Νικόλαος Γερμανός τα παραλάμβανε στο προσωπικό του γραφείο, στην οδό Παπακυριαζή 11. Το γραφείο αυτό δεν έχει διατηρηθεί και από τα προσωπικά αντικείμενα του Νικόλαου Γερμανού η οικογένεια δεν έχει στην κατοχή της πολλά, παρά μόνο “ένα σφραγιδάκι του, κάποια αποξηραμένα φυτά και ένα κομμάτι λέοντος, προερχόμενο από τις μελέτες του”.

Στο γραφείο εκείνο επικρατούσε οργασμός δουλειάς με στόχο τη δημιουργία της έκθεσης. Και τελικά, στις 30 Απριλίου του 1925 η άδεια για την οργάνωση “Διεθνούς Εμπορικής Πανηγύρεως εν Θεσσαλονίκη” δίνεται από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Κ.Σπυρίδη. Αξιοσημείωτο είναι, λέει ο κ.Χριστίδης, ότι η άδεια αυτή δεν δίνεται σε μια επιτροπή ή έναν φορέα, αλλά προσωπικά στον Νικόλαο Γερμανό. Λεπτομέρεια με ενδιαφέρον; Το αίτημα του Νικόλαου Γερμανού είχε σταλεί μόλις δύο ημέρες νωρίτερα, στις 28 του μηνός.

Φυσικά, είχε προηγηθεί σκληρή δουλειά ετών, κόντρα όχι μόνο στις κοροϊδίες πολιτών και Τύπου, αλλά και στον πόλεμο που δεχόταν το όλο εγχείρημα από τους βιομηχάνους της Αθήνας και του Πειραιά, που ήθελαν την έκθεση για …τον εαυτό τους, στην έδρα τους. Τελικά όμως η ΔΕΘ όχι απλά έγινε πράξη, αλλά φέτος συμπληρώνει 90 χρόνια ζωής και 81 διοργανώσεις.

Ο ίδιος ο Γιώργος Χριστίδης την πρωτοεπισκέφτηκε ώς έφηβος 14-15 ετών, το 1955, και μετά τα 18 του δεν έχει χάσει ούτε μία φορά τα εγκαίνια, όπως άλλωστε είχε πράξει και η μητέρα του, Μαρία Γερμανού-Χριστίδου, που έως το 1990, που έφυγε από τη ζωή, παρευρισκόταν ανελλιπώς σε κάθε “κόψιμο κορδέλας” της ΔΕΘ.

Ο επίμονος εξηντάρης με τη νεανική ευρηματικότητα

Πώς αισθάνεται ο εγγονός του Νικόλαου Γερμανού όταν περπατά στους χώρους της έκθεσης; “Υπερηφάνεια μεγάλη και ηθικό πλεονέκτημα. Σκέφτομαι ότι η ΔΕΘ υπάρχει χάρη στον Νικόλαο Γερμανό, τον παππού μου, ότι αυτός την ξεκίνησε, παρότι στην πορεία τον βοήθησαν πάρα πολλοί ισχυροί Θεσσαλονικείς, να την κρατήσει στη Θεσσαλονίκη και να την αναπτύξει. “Ήταν επίμονος άνθρωπος. Σε ηλικία 63 ετών το 1925, σκεφτείτε, που τότε σε τέτοια ηλικία δεν έπαιρνες απλά σύνταξη όπως σήμερα, αλλά πέθαινες, εκείνος είχε τη νεανική ευρηματικότητα να οραματιστεί κάτι τόσο μεγάλο όσο η ΔΕΘ και το ψυχικό σθένος να αφοσιωθεί σε αυτό μέχρι το τέλος του χρόνου του” λέει.

“Στο τέλος το μόνο θηρίο που θα απομείνει εδώ θα είσαστε εσείς κύριε Γερμανέ”

‘Ενας άνθρωπος σαν πέτρα που κυλάει ασταμάτητα, ο γεννημένος στη Βάβδο Χαλκιδικής το 1862 Νικόλαος Γερμανός αφοσιώθηκε από πολύ νωρίς στην επιστήμη, το όραμα και το ταξίδι με νόημα, που τον οδήγησε σε διάφορες ηπείρους. Ασχολήθηκε με επιστημονικές έρευνες στο Ινστιτούτο της Ιένης και έπειτα από πρόταση του διάσημου καθηγητή Χάικελ βρέθηκε στο Διεθνές Ενυδρείο στη Νάπολη της Ιταλίας, όπου και ασχολήθηκε με την έρευνα σε θαλάσσια ζώα. Από το 1906 έως το 1915 διετέλεσε υφηγητής κι επιμελητής στο Φυσιογραφικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά νωρίτερα είχε προβεί σε ενέργειες -φτάνοντας μέχρι την Αίγυπτο και την Οδησσό για να βρει χρηματοδότηση- ώστε να δημιουργηθεί στην Αθήνα -στο Παλαιό Φάληρο συγκεκριμένα- ένας πρότυπος ζωολογικός κήπος, που λειτούργησε ώς το 1916, οπότε τα ζώα θανατώθηκαν καθώς λόγω του πολέμου δεν υπήρχε η δυνατότητα να τραφούν. «Λένε ότι τότε ο πρόεδρος του ζωολογικού κήπου τού είχε πει ότι “στο τέλος το μόνο θηρίο που θα παραμείνει στον ζωολογικό κήπο θα είσαστε εσείς κύριε Γερμανέ” » σημειώνει ο κ.Χριστίδης.

Τι θα λέγατε σήμερα στον Νικόλαο Γερμανό αν τον είχατε μπροστά σας; ρωτήσαμε τον κ.Χριστίδη: Θα τον ρωτούσα από πού αντλούσε όλη αυτή τη ζωτικότητα; Πώς ήταν το πνεύμα του τόσο ανήσυχο και ασταμάτητο; Δεν είχε κι αυτός ανάγκη να ξαποστάσει; Καλά ρε παππού, δεν θα ξεκουραστείς κι εσύ λίγο;

Αλεξάνδρα Γούτα , ΑΠΕ-ΜΠΕ


Πηγή