Τόσα φθινόπωρα και δε γνωρίσαμε ακόμα την ψυχή μας

232547380_b0e2f76e09

Να τσακίζεις τα δόντια της χτένας και να μετράς Ώσπου να ‘ρθω Με φορεσιά πολύχρωμη
Με χάντρες διάφανες στο λαιμό Κι ένα χαμόγελο ήλιου τεμπέλικου για κρεμαστό
Κρόταλα και ντέφια εντός μου Κι ένα ψωμί κομμένο σε μπουκιές πολλές
Η Μια ψυχή Θα’ μαι εγώ Αλλιώς Όπως ίδια…

Με πατρίδες χίλιες Μ” έρωτες ωραίους, αντάρτες Κι ανοίγματα στη ζωή
Και στιγμές. Μόνο. Γλυκορέουσες, όπως μουσικές Αξόδευτες, ίδια χώματα
Αμμουδιές στο Λιβυκό Να φυσάει νοτιάς να με σκορπίζει..

Θα ’ρθω ξανά. Ξανά θα είμαι. Γιατί δε παλεύεται ο χρόνος, είσαι εκεί;
Είναι θύελλα ο καιρός, φυλάξου Και κάτω απ’ το πετσί μας ανατριχίλες ποτισμένες ένταση
Τσογλάνια τα χρόνια που περνάνε• πριονίζουν γόνατα
Κι ένα κουβάρι το κορμί Βγάζει γλώσσα, γελά με θυμό
Και το δάχτυλο στ’ όνειρο, γυρεύοντας κρύπτη..

Καιρός αγύρτης, εκδικητής Στέλνει γριές να ξεφλουδίζουνε βήματα
Μα κοίτα, εγώ: τσίτσιδη στα χωράφια του Προίκες και μοίρες ακυρώνω
Ποιος να μερέψει δαίμονες απόψε!

Έλα. Έλα να καίμε από ζωή

Θα ’ρθεις ξανά. Ξανά θα είσαι. Μ΄ ένα πουκάμισο πορτοκαλί
Σαν ανοίξει η αγκαλιά τ” ανθρώπου, τι χωράει, θα πω
Κήπους που στάζουνε υγρασία πρωινού Θύμησες που “ρχονται απρόσκλητες να στριμωχτούν
Να σου τριφτούν, να τις προσέξεις Μες σε μια στάλα μπλε, ν’ ανακατευτούν οι ώρες

Τι απορείς; Αχόρταγη.. αν είναι για ανθρώπους.. Πως αλλιώς;
Έτσι. Αλλιώς. Λέω ναι, θα ξημερώσει Και στη ψυχή Θα κάτσει γέρος ο καιρός
Κι εκείνο το παιδί της άνοιξης θα πει…
Ανοίξτε τα παράθυρα να γίνουν οι λέξεις πουλιά και ουρανός ο κόσμος.

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°