Ο παραμυθάς

005_O_Paramithas_1978_Nikos_Pilavios

Ο παραμυθάς κοίταξε έξω από το παραθύρι του το παγωμένο φεγγάρι. Με κόπο κι εκείνο βοηθούσε το κερί να φωτίζει το χαρτί που με την σειρά του υπομονετικά περίμενε το μελάνι για να ξεκινήσει η γραφή από του παραμυθά τις σκέψεις.

«Κόσμους πολλούς ταξίδεψε κι άλλους τόσους ονειρεύτηκε στο μονοπάτι της ζωής. Λύκους και Ξωτικά, Νεράϊδες και Κένταυρους, Δριύδες και Φύλακες της Γνώσης κι άλλα πλάσματα πολλά από γη, ουρανό αλλά και την θάλασσα την μεγάλη. Και ο δρόμος του συνέχιζε μακρύς και δύσκολος για τους νέους κόσμους που έχει σκοπό να βρεί. Παρέα με τον λύκο του και το ξωτικό μπαστούνι….»

Και ο παραμυθάς σταμάτησε…

Τα μάτια του σα να έψαξαν κάτι μέσα στο σκοτάδι. Το σκοτάδι για έναν παραμυθά δεν είναι ποτέ κενό. Είναι γεμάτο εικόνες και χρώματα, γεμάτο ζωή και σκέψη. Και μέσα σε όλα αυτά που έκρυβε το σκοτάδι έψαχνε ξανά και ξανά ο παραμυθάς μέχρι που έκλεισε τα μάτια γεμάτος απογοήτευση. Όλα τα είχε εκεί, όλα τα γνώριζε. Και δράκους γνώριζε και μεγάλους αετούς, λύκους όπως είπαμε, ξωτικά, νάνους, γοργόνες, θεούς καλούς και κακούς, μάγους και σκιές και πόσα ακόμη κανείς δεν ξέρει… Ανθρώπους όμως…? Πόσοι είναι οι Άνθρωποι που γνώρισε…? Ο παραμυθάς έψαξε στο σκοτάδι και στις σκέψεις του και δεν βρήκε κανέναν. Ένας παραμυθάς όταν γνωρίζει κάτι, το έχει πάντα δίπλα του, διαρκώς στην σκέψη του, μέρος και κομμάτι της ζωής του. Όσο μακριά κι αν βρεθεί, η σκέψη του είναι μια κλωστή που πλέκει αποστάσεις κι ενώνει όνειρα.

Κι όμως, οι Άνθρωποι που θεωρούσε πως είναι εκεί ήταν μια πλάνη.

«Όταν ακούς την φωνή, διαβάζεις τις σκέψεις, αλλά δεν βλέπεις την μορφή και ούτε την ψυχή στα μάτια… πως μπορείς να εμπιστευτείς ξανά όταν ήδη τα μάτια τα δικά σου έχουν ματώσει από την εκμετάλλευση εκείνων που πίστευες αλλά δεν έβλεπες…? Όταν τα γόνατα έχουν λυγίσει τόσες φορές από την στεναχώρια της προδοσίας? »

Εκτός από ελάχιστους Ανθρώπους που ποτέ δεν τον απογοήτευσαν, αλλά ο καθένας τους είχε τον δρόμο του και το μόνο που έστελναν που και που ήταν η φωνή της σκέψης και της αλήθειας, δεν υπήρχαν πλέον άλλοι. Μόνο λόγια-φωνές που ούτε το σκοτάδι δεν τους έδινε μορφή. Τόσο μπερδεμένη έχει γίνει η ζωή. Τόσο άρρωστη για πολλούς.

Ο παραμυθάς κοίταξε την μικρή φλόγα του κεριού και της έδωσε τα μάτια όλων εκείνων που του μιλούσαν με λόγια κενά.

Κανέναν δεν πλησίασε μόνος του. Τον πλησίαζαν με καλοσύνη τις περισσότερες φορές και τις πίστευε. Ας μην έβλεπε μορφές.

Βλέπεις… Ο παραμυθάς δεν έδιωχνε. Εμπιστευόταν μέχρι ένα σημείο και τότε έμπαινε ο πόνος της ψυχής και το παρομοίαζε με μικρό παιδί. Έσκυβε και αγκάλιαζε το κενό. Γιατί οι φωνές που τον πλησίαζαν ήταν κενές και γεμάτες ψύχος στην καρδιά τους.

Κοιτάζοντας το κερί ήξερε πως δεν μετάνιωνε για τίποτα. Πόσο μάλλον για αυτό που θα ακολουθούσε…

Σταμάτησε να γράφει την ιστορία και για πρώτη φορά στην ζωή του έγραψε τον επίλογο.

Τα παραμύθια δεν τελειώνουν ποτέ.

Ένα παραμύθι μπορεί να τελειώσει για τα μάτια των άλλων μόνο όταν ο παραμυθάς το θελήσει.

Κι αυτό θα είναι ο επίλογος του παραμυθιού.

» Παρέα με τον λύκο του τον Huan-Aniron και το ξωτικό μπαστούνι του, ξεκίνησε για την χώρα πέρα από την Δύση. Εκεί που τον περίμεναν για ολόκληρες εποχές όλα τα πλάσματα που γνώρισε. Και ο δρόμος του μεγάλος μπορεί να ήταν για τον κόσμο εκείνο, αλλά ομορφότερος ως τότε δεν υπήρξε άλλος. Και ο ταξιδιώτης μαζί με τον λύκο, χάθηκαν μέσα στις σκιές του δάσους. Η ομίχλη κάλυψε και τους δυο και μαζί και το μονοπάτι. Και για πρώτη φορά ο λύκος και ο ταξιδιώτης έζησαν καλά κι εσείς… ακόμη πιο μακριά.»

Ο παραμυθάς διάβασε πολλές φορές τον σύντομο επίλογο. Ο επίλογος δεν θέλει λόγια πολλά. Ακόμη και μια μόνο λέξη φτάνει.

Φύσηξε την φλόγα του κεριού απαλά κι εκείνη έσβησε σαν μικρή ψυχή. Έγειρε το βλέμμα του προς το πολύτιμο και παγωμένο φεγγάρι και κάπου εκεί ο παραμυθάς έπαψε να υπάρχει για τον υπόλοιπο κόσμο.

Ψηλά πάνω από το φεγγάρι κάποια άλλα βλέμματα μπορούσαν να δουν τα μάτια του να ασημοφέγγουν.

Αλυχτίσματα του έστελναν και ο παραμυθάς ξέρει ότι τουλάχιστον αυτές οι «φωνές» είχαν κι έχουν τις πιο αληθινές μορφές.

Ο ήλιος δεν ξαναβγήκε για τον παραμυθά. Ούτε το κερί άναψε. Το φεγγάρι παρέμεινε στα μάτια του να του κρατάει για πάντα συντροφιά.

έγραψε το πιτσιρίκι

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°