Της καρδιάς μου οι τόποι…

6509

Ταξιδεύω χρόνια, πολλά. Δε σταματώ. Κι αν τα ταξίδια τα περισσότερα μένουν χαραγμένα στους χάρτες της ψυχής μου και μικρά σημαδάκια, πινέζες, πάνω τους τι σημασία έχει; Έχω βρεθεί εκεί που περπάτησαν και έζησαν, που συνεχίζουν να ζουν και να αναπνέουν οι δικοί μου άνθρωποι. Άλλος εδώ, άλλη εκεί, εντός και εκτός χώρας, εντός, εκτός και επί τα αυτά, εντός μου, στης σκέψης μου το πέταγμα, στης καρδιάς μου τον χτύπο.

Είναι τόσο οικείες οι μορφές των δικών μου ανθρώπων, αυτών που μοιραστήκαμε δυο σκέψεις, που αγκαλιά τραγουδήσαμε, δυνατά και σιγανά, ταπεινά όπως λέει ο ποιητής και γελάσαμε ή κλάψαμε, που μαλώναμε και μονιάζαμε, παρέα πάλι. Ήπιαμε ένα ποτήρι κρασί, δέηση στην μάζωξη, ευχή στο κατευόδιο, προγραμματισμένο και μη.

Τα αδέρφια, οι γονείς μου στηρίγματα, οι συγγενείς που έκαναν το εγγύς πράξη, οι φίλοι μου οι παιδικοί και οι ύστεροι, που τα βιώματα μας σφυρηλάτησαν και μας έδεσαν, οι ανάσες στο πλάι μου, που όταν έφτανε η ώρα, από επιλογή ή μη, απομακρύνονταν και ακούγονταν σαν ψίθυρος παραμυθιού.
Αυτοί που πέρασαν τα χρόνια και ο καθένας ταξιδεύει μοναχός, μες την άγνωστη ψυχή του, ο καθένας στην δική του ξενιτιά. Όλοι όσοι ζούνε μακριά και αγαπάνε από εκεί, όσο δύσκολο κι αν είναι. Οι δικοί μου άνθρωποι, της καρδιάς μου οι τόποι…

Ουρλιάζω, κλαίω χωρίς να έχω ανοίξει τα μάτια, χωρίς να μπορώ καν, χωρίς να θέλω, ίσως. Είναι ο φόβος να μην αντικρίσω το καινούριο, μια άρνηση ή άραγε μου λείπει, ήδη, αυτό που άφησα και που δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα ερχόταν η ώρα να αποχωριστώ; Ο θάνατος και η γέννηση μαζί, παντρεμένα σε μια στιγμή, σ” αυτήν που φεύγω και στην άλλη, χιλιοστά του δευτερολέπτου μετά, που έρχομαι.
Μια ακόμα ανάσα, η τελευταία, με τα μάτια ορθάνοιχτα λίγο πριν τα σφραγίσω. Ένα σφιχτό κλείσιμο του βλεφάρου, φυλακισμένος στην ασφάλεια του σκοταδιού, μα απέναντι; Στην άλλη όχθη;
«Πάψε πλέον να κλαις, να φοβάσαι», ψιθυρίζω στον εαυτό μου.
«Άνοιξε τα μάτια και δες…»

Έχει φως, στ” αλήθεια και δεν είναι όπως φοβόμουν. Μια ζεστασιά με τυλίγει, μια αίσθηση θαλπωρής, ένα πάντρεμα νοσταλγίας και προσμονής. Το πριν και το μετά μπερδεύτηκαν, έχασα το μέτρο του χρόνου, πού βρίσκομαι; Άξιζε ο πόνος και το κλάμα, πριν και μετά τον τοκετό; Πέθανα; Γεννήθηκα; Θα πεθάνω ή θα γεννηθώ;

εγραψε το πιτσιρικι

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°