Θεωρία των άκρων με τη βούλα της Ε.Ε.

eu1381768291

Με κάθε ευκαιρία, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκδηλώνουν τη φρίκη και τον αποτροπιασμό τους για την εξέλιξη του νεοναζιστικού φαινομένου στην Ελλάδα και ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση μέτρα κατά της Χρυσής Αυγής, αξιώνοντας πολιτική σταθερότητα, για να εφαρμοστεί επιτέλους απρόσκοπτα το ρημάδι το μνημονιακό πρόγραμμα.

Η ανησυχία στο ευρωπαϊκό στρατόπεδο κορυφώθηκε με τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, με τον επικεφαλής της ευρωομάδας των σοσιαλδημοκρατών Χάνες Σβόμποντα να προειδοποιεί ότι, αν δεν ανακοπεί η δράση της Χρυσής Αυγής, η ελληνική προεδρία θα είναι «απαράδεκτη». Η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε ταχύτατα στις έξωθεν πιέσεις να συμμαζέψει την κατάσταση και προς το παρόν οι Ευρωπαίοι εκφράζουν την ικανοποίησή τους, αν και περιμένουν να δουν τη συνέχεια. Ευτυχώς που ήταν οι εταίροι μας, λοιπόν, κι έσωσαν την κατάσταση… Ή μήπως όχι;

Στην πραγματικότητα, τα ευρωπαϊκά όργανα είναι αυτά που εδώ και λίγα χρόνια με αποφάσεις τους έχουν «θεσμοποιήσει» σε ευρωπαϊκό επίπεδο τη θεωρία των άκρων, η οποία έδωσε και δίνει τροφή στο νεοφασιστικό φαινόμενο. Διότι, σύμφωνα με την εν λόγω θεωρία, η καταδίκη του φασισμού – ναζισμού προϋποθέτει την ταυτόχρονη καταδίκη αυτού που είναι απέναντι, είτε πρόκειται για τον κομμουνισμό είτε, κατ’ επέκταση, για ό,τι συνιστά λαϊκή δράση και αντίσταση απέναντι σε αυταρχικές και καταπιεστικές εξουσίες (οι οποίες μπορεί κάλλιστα να εμφανίζονται με το προσωπείο της αστικής δημοκρατίας).

Με δεδομένη και την αναθεωρητική ματιά στην Ιστορία, στην οποία προσχώρησαν αρκετοί θεωρητικοί και ιστορικοί, ειδικά μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αναδύθηκε η άποψη ότι ναζισμός και κομμουνισμός συνιστούν τις δύο όψεις του «ολοκληρωτισμού» και πως ο «μαύρος φασισμός» έχει το αντίστοιχό του, τον «κόκκινο φασισμό».

Τμήματα της ευρωπαϊκής κι εγχώριας ελίτ προπαγανδίζουν, χρόνια τώρα, τη θέση ότι η απειλή του «κομμουνιστικού κινδύνου» ευθύνεται για την άνοδο της Ακροδεξιάς και του νεοναζισμού. Κοινώς, αν οι «κομμουνισταί» και παντός είδους «εξτρεμισταί» δεν κάθονται φρόνιμοι, ποιος τους φταίει που κάποιοι «παρανοϊκοί» αισθάνονται την ανάγκη ν’ απαντήσουν; Πού οδηγεί αυτή η λογική; Είναι ευνόητο: για να εξαλειφθεί το ένα άκρο, πρέπει να χτυπηθεί και το αντίθετό του, το οποίο ορίζει ως τέτοιο ανάλογα με το συμφέρον της η εκάστοτε εξουσία. Ο φασισμός και ο ναζισμός, έτσι, αθωώνονται, αφού δεν αντιμετωπίζονται αυτόνομα, αλλά αποδίδονται κάθε φορά στην εκάστοτε «κόκκινη απειλή».

Βροχή τα ψηφίσματα

Οι απόψεις αυτές έγιναν επίσημες στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με μια σειρά από πρωτοβουλίες με «αντικομμουνιστικό» χαρακτήρα (με τη στενή ή την ευρύτερη έννοια), υπό τον στόχο ή το πρόσχημα, μεταξύ άλλων, την ενσωμάτωση στην επιρροή της Ε.Ε. των χωρών της Βαλτικής (Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία) και της βορειοανατολικής Ευρώπης, όπου είναι κυρίαρχος ο αντισοβιετισμός και ο αντικομμουνισμός.

Στις χώρες της Βαλτικής έχουν απαγορευτεί τα κομμουνιστικά σύμβολα, ενώ τιμώνται οι συνεργάτες των ναζί, στην Ουγγαρία επίσης έχουν απαγορευτεί τα σύμβολα, ενώ όποιος δημόσια αρνείται ότι υπήρξαν τα «εγκλήματα του κομμουνισμού» αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης. Στην Τσεχία απαγορεύτηκε το 2006 η δράση της Κουμμουνιστικής Ένωσης Νεολαίας υπό το σκεπτικό ότι «η οργάνωση καλλιεργεί το ταξικό μίσος και την ταξική πάλη, προπαγανδίζει τον μαρξισμό – λενινισμό, ο οποίος προβάλλει τη βίαιη επανάσταση και τη δικτατορία του προλεταριάτου».

Στις αρχές του 2006 το Συμβούλιο της Ευρώπης ψηφίζει μνημόνιο με τίτλο «Για την ανάγκη διεθνούς καταδίκης των εγκλημάτων των ολοκληρωτικών κομμουνιστικών καθεστώτων», ενώ ακολουθεί το 2008 η Συνδιάσκεψη της Πράγας όπου υιοθετείται Διακήρυξη η οποία δίνει κατευθύνσεις για τη συκοφάντηση του σοσιαλισμού.

Το 2009 το Ευρωκοινοβούλιο με ψήφισμά του καθιέρωσε την 23η Αυγούστου ως «Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης για τα θύματα όλων των ολοκληρωτικών και αυταρχικών καθεστώτων», ενώ το 2010 υπήρξε σύσταση άτυπης ομάδας ευρωβουλευτών με τίτλο «Συμφιλίωση των Ευρωπαϊκών Ιστοριών» και διακηρυγμένο στόχο τη λήψη μέτρων ώστε να τύχουν ίσης μεταχείρισης τα θύματα των «ολοκληρωτικών καθεστώτων». Η πρόοδος σε αυτή την κατεύθυνση καταγράφεται σε έκθεση της Κομισιόν στο τέλος του ίδιου έτους, στην οποία η απαγόρευση των κομμουνιστικών συμβόλων σε ορισμένα κράτη – μέλη και η απαγόρευση υπεράσπισης της κομμουνιστικής ιδεολογίας συγκαταλέγονται στα «θετικά βήματα».

Κερασάκι στην τούρτα και για να μη μείνουν κενά στο θεσμικό πλαίσιο, αποτελεί το ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την «καταπολέμηση του εξτρεμισμού», με το οποίο στοχοποιούνται κοινωνικές ελευθερίες και δικαιώματα και κατ’ επέκταση η δυνατότατα κοινωνικών αντιδράσεων και κινητοποιήσεων. Επί της ουσίας και εν μέσω κορύφωσης της κρίσης σε όλη την Ευρώπη και άρα μπροστά στο επαπειλούμενο κύμα λαϊκών αντιδράσεων, στο στόχαστρο τέθηκε ο «αριστερός» ή «ριζοσπαστικός» εξτρεμισμός, ή αλλιώς επιχειρήθηκε τα αριστερά και ριζοσπαστικά κινήματα να χαρακτηριστούν «εξτρεμιστικά» κι έτσι να εξισωθούν με τον «ακροδεξιό εξτρεμισμό» ή και την τρομοκρατία.

Το δικαίωμα στο… «ρεσό»

Μεταξύ άλλων, το παραπάνω ψήφισμα προβλέπει περιορισμούς στο δικαίωμα του συνέρχεσθαι, ενώ επιπλέον προσδιορίζεται ότι δικαίωμα του συνέρχεσθαι σημαίνει «συνέρχεσθαι ειρηνικώς». Προτείνει ακόμη και την απαγόρευση πολιτικών κομμάτων αν η λειτουργία τους είναι «εξτρεμιστική» κι επικαλείται το παράδειγμα της Πολωνίας που απαγορεύει τη λειτουργία κομμάτων «που χρησιμοποιούν εξτρεμιστικές μεθόδους».

Στο ίδιο ψήφισμα γίνεται αναφορά στην Ελλάδα με αιχμή κυρίως το κίνημα της «αντιπαγκοσμιοποίησης» και τις διαδηλώσεις και τις αναταραχές του Δεκέμβρη του 2008. Η συζήτηση αυτή δεν έχει τελειώσει, αλλά εμπλουτίζεται διαρκώς με νέες συστάσεις προς τα εθνικά Κοινοβούλια και εκθέσεις με κατευθύνσεις και αξιολογήσεις της «προόδου» των κρατών – μελών.

Τα αποτελέσματα αυτής της λογικής που μεθοδεύτηκε όλη την προηγούμενη δεκαετία, με το ΚΚΕ να υψώνει σχεδόν μόνο του τους τόνους και να προειδοποιεί για την κατάληξη, τα βλέπουμε σήμερα. Πρώτα και κύρια, στο «άρρωστο» πλέον εγχώριο πολιτικό σκηνικό όπου επιχειρείται να εκβιαστεί η νομιμοποίηση της κυβερνητικής εξουσίας και όσων τη στηρίζουν με «κόλπα» όπως τα συνταγματικά ή κοινοβουλευτικά τόξα. Αλλά και με τον στιγματισμό ως απορριπτέου εξτρεμισμού όποιου στοιχείου δεν ταιριάζει στο κοστούμι της νεοφιλελεύθερης μνημονιακής «δημοκρατίας».

 ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ.