Ένα Υστερόγραφο για την στάση των δημοσιογράφων απέναντι στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής.
«Κι αν δεν υπήρχαν ΜΜΕ;» Ίσως να είχαμε μάθει έγκαιρα για τη Χρυσή Αυγή
Αν η ιστορική ρήση «η δημοσίευσις είναι ψυχή της δικαιοσύνης» παραμένει έστω και κατ’ ελάχιστο έγκυρη, τότε, μάλλον, στην ελληνική περίπτωση το τοπίο της συμβατικής ενημέρωσης δεν μπορεί να γεννά την παραμικρή προσδοκία. Μεταξύ άλλων, τα πρόσφατα γεγονότα σχετικά με τη ΧΑ, αποτέλεσαν αφετηρία για κάτι πρωτόγνωρο, τη μετατροπή των κυρίαρχων ΜΜΕ από φορείς έγκαιρης πληροφόρησης μέσα στη συγκυρία, σε «σκαπανείς» της -παρελθοντικής- είδησης.
Οβιδιακή μετάλλαξη
Χωρίς να είναι άγνωστα τα σοβαρά ελλείμματα εγκυρότητας, στοιχειώδους αντικειμενικότητας, διαφάνειας κ.ο.κ. που μαστίζουν τα παραδοσιακά Μέσα Ενημέρωσης στη χώρα, τις τελευταίες ημέρες, τα κυρίαρχα media, σχεδόν «συντεταγμένα», αναπτύσσουν μία στρατηγική που ξεπερνά κατά πολύ και τη συνηθισμένη (ειδικά στα χρόνια των Μνημονίων) επιδεικτικά μεροληπτική παρουσίαση των δημόσιων πραγμάτων. Οι τελευταίες πυκνές εξελίξεις στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής έχουν υπάρξει η αφορμή όχι μόνο για την εντυπωσιακή -δεδομένου του πρότερου… ανέντιμου βίου τους- μετάλλαξη των δημοφιλών Μέσων σε απηνείς διώκτες της ρατσιστικής βίας, του φυλετικού μίσους και της ολοκληρωτικής πολιτικής ιδεολογίας, αλλά και για τη φαινομενική προσήλωσή τους στην ανάδειξη περιστατικών που επιβεβαιώνουν το χαρακτήρα της ΧΑ ως «κακοήθους μελανώματος» της ελληνικής κοινωνίας, μέσα από την αξιοποίηση όμως όλου εκείνου του υλικού που συστηματικά συγκάλυπταν για καιρό.
Μάλιστα, ακόμη πιο θλιβερό είναι το ότι ορισμένα από τα συμβάντα που σήμερα τυγχάνουν της ορθής ειδησεογραφικά αντιμετώπισής τους, δεν ήταν ακριβώς «ξεχασμένα» από τα Μέσα. Αντιθέτως, κάποια τύγχαναν και ιδιαίτερης προβολής, αλλά όχι ως αντανακλάσεις της όξυνσης μίας ιδεολογίας του μίσους, μα ως αποτυπώσεις της αντίδρασης στην -αλλοδαπή πάντα- εγκληματικότητα (βλ. Άγιος Παντελεήμονας) ή στην (sic) αστική «υγειονομική βόμβα» (βλ. παλιό Εφετείο).
Άβολη αλήθεια
Κάποιος, καλόπιστα, ίσως αναγνώριζε μεταμέλεια, ίσως διαπίστωνε συνειδητοποίηση του σφάλματος της πολύπλευρης πριμοδότησης των στελεχών της οργάνωσης από τα Μέσα, με αποτέλεσμα την κινητοποίηση όλων των διαθέσιμων δημοσιογραφικών πόρων προς «ξεσκέπασμα» των φοβερών ενεργειών τους. Η ίδια καλοπροαίρετη οπτική ίσως να έβλεπε και την… πολυπόθητη «εθνική ομοψυχία» των ΜΜΕ του «συνταγματικού τόξου» ενάντια στην απειλή του ολοκληρωτισμού, εκείνη δηλαδή που σύμφωνα με τα ίδια τα Μέσα, οι πολιτικές δυνάμεις αρνούνται να συνομολογήσουν. Δυστυχώς όμως, για τον καλοπροαίρετο της ιστορίας μας, η πραγματικότητα επιφυλάσσει οδυνηρή διάψευση των ευγενών προσδοκιών του από τα media, που αν μη τι άλλο υποτίθεται ότι διατηρούν και το ρόλο του ελεγκτή των δημόσιων αυθαιρεσιών. Που οφείλεται η κατάρρευση των ελπίδων του; Μα, στο ότι οι αποκαλύψεις που διατυμπανίζουν ότι κάνουν οι κυρίαρχοι ενημερωτικοί φορείς, «κατ’ αποκλειστικότητα» όπως ανερυθρίαστα ορισμένες φορές ισχυρίζονται, αφορούν σε υποθέσεις που είναι γνωστές σε όλο το εύρος και βάθος τους εδώ και τρία με τέσσερα χρόνια, τουλάχιστον.
Ανακαλύπτοντας την Αμερική
Ξαφνικά, τα βραδινά δελτία ειδήσεων και οι σελίδες των εφημερίδων κατακλύζονται από αναφορές περιστατικών επί περιστατικών που καταδεικνύουν ότι η ρατσιστική βία έχει «θεριέψει» τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ότι αριστεροί, κομμουνιστές, αντιφασίστες αποτελούσαν στόχους διαρκών δολοφονικών υποθέσεων, ότι στελέχη της ΧΑ ήταν «μπράβοι» της εργοδοσίας στις ζώνες «υψηλού κινδύνου», όπου δηλαδή η συνδικαλιστική οργάνωση έδειχνε ακόμα να μπορεί να προστατεύσει τα ελάχιστα εναπομείναντα δικαιώματα των εργαζομένων. Μόνο που πλέον είναι… αργά, όχι αποκλειστικά γιατί το «κακό ήδη έγινε», αλλά γιατί για να υποστηρίξουν τα παραπάνω, τα συμβατικά media επικαλούνται γεγονότα πασίγνωστα σε όσους ήθελαν να ξέρουν και δεν ένιωθαν άνετα βλέποντας το Νίκο Μιχαλολιάκο σε προνομιακές συνεντεύξεις, μαθαίνοντας για τις ερωτικές περιπέτειες τουΗλία Κασιδιάρη ή και παρατηρώντας τους μεταμεσονύχτιους ακκισμούς τηλε-προσωπικοτήτων με τον «Καιάδα» Γερμενή.
Ανασκευάζοντας την είδηση
Εάν και πάλι υποθέσουμε ότι η άλλοτε «αβανταδόρικη» στάση των κυρίαρχων ΜΜΕ προς τη ΧΑ εξυπηρετούσε -θεμιτές ή μη είναι άλλης τάξης ζήτημα- πολιτικές κι ενημερωτικές σκοπιμότητες, στη βάση των οποίων δεν μπορούσε να προβλεφθεί ο… εκτροχιασμός της συμπεριφοράς των στελεχών και των μελών της οργάνωσης, κι ως εκ τούτου ο όχι άδολα όψιμος αντι-«χρυσαυγιτισμός» των media είναι έστω κι εκ των υστέρων καλοδεχούμενος, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να λεχθεί το ίδιο για τη δημοσιογραφική πρακτική τους, η οποία παραπέμπει σε ολοκληρωτικές ενημερωτικές συνθήκες. Όπως σχεδόν «συντονισμένα» αποσιωπήθηκαν για χρόνια οι «Άγιοι Παντελεήμονες», τα «παλιά Εφετεία», οι «Υπατίες», οι έφοδοι σε σπίτια μεταναστών και τα πογκρόμ κοινοτήτων αλλοδαπών, οι επιθέσεις σε εργαζόμενους και συνδικαλιστές κ.ά., με τον ίδιο ακριβώς τρόπο επιστρατεύονται όλα αυτά σήμερα για να καταδείξουν το προφανές, το πόσο αποτρόπαιο ήταν το πρόσωπο του -κάθε αντίστοιχου- Μιχαλολιάκου όσο κι αν αυτό «φτιασιδωνόταν» για να ταιριάζει στο «κάδρο» χαλαρής κουβέντας στην κυριακάτικη prime time ζώνη.
Μάλιστα, ακόμη πιο θλιβερό είναι το ότι ορισμένα από τα συμβάντα που σήμερα τυγχάνουν της ορθής ειδησεογραφικά αντιμετώπισής τους, δεν ήταν ακριβώς «ξεχασμένα» από τα Μέσα. Αντιθέτως, κάποια τύγχαναν και ιδιαίτερης προβολής, αλλά όχι ως αντανακλάσεις της όξυνσης μίας ιδεολογίας του μίσους, μα ως αποτυπώσεις της αντίδρασης στην -αλλοδαπή πάντα- εγκληματικότητα (βλ. Άγιος Παντελεήμονας) ή στην (sic) αστική «υγειονομική βόμβα» (βλ. παλιό Εφετείο). Τότε, η αυθαιρεσία στις ερμηνείες και το «κλείσιμο του ματιού» στα συντηρητικά αντανακλαστικά ανθρώπων που ήδη έβλεπαν την κρίση να υπονομεύει τη ζωή τους κι έψαχναν απεγνωσμένα εξιλαστήρια θύματα, αποτελούσαν στρατηγικές επιλογές για την πλειονότητα των ΜΜΕ.
Δημοσιογραφία εκ των υστέρων
Το ευτύχημα είναι ότι η άνθιση των εναλλακτικών ενημερωτικών προσπαθειών, κυρίως ψηφιακών, αν και όχι αποκλειστικά, η δημοσιογραφία των πολιτών και η ευχέρεια στην άμεση ενημέρωση που παρέχουν τα social media, λειτουργούν ως ένα βαθμό εξισορροπητικά προς τον ενημερωτικό ολοκληρωτισμό των κυρίαρχων Μέσων. Εν τούτοις, η πρόσφατη επιλογή των τελευταίων να αρνηθούν το μοναδικό στήριγμα αξιοπιστίας τους, δηλαδή αν όχι την επιδίωξη της εγκυρότητα της ερμηνείας τουλάχιστον την έγκαιρη παρουσίαση του συμβάντος, υπονομεύει πλήρως το ρόλο τους στη συγκυρία, εάν βέβαια ζητούμενο είναι τα ΜΜΕ να είναι κάτι πέρα από προπαγανδιστικοί κυβερνητικοί μηχανισμοί και Γραφεία Τύπου επιχειρηματικών συμφερόντων. Ακόμη και για τους ίδιους τους δημοσιογράφους δεν είναι επαγγελματικά τιμητικό να χρησιμοποιούν ως ύλη ρεπορτάζ οπτικοακουστικές καταγραφές που για δύο και τρία χρόνια υπάρχουν στις ψηφιακές πλατφόρμες δικτύωσης, δίχως κανείς εξ αυτών να τις αναζητήσει για να συμπεράνει ακριβώς όσα τεκμηριώνει και τώρα. Καθένας έχει δικαίωμα να «πέφτει από τα σύννεφα», αλλά… προσγειωνόμενος είναι χρήσιμο να στέκεται αυτοκριτικά προς όσα «δεν είδε» και «δεν άκουσε» όταν συνέβαιναν. Η δημοσιογραφία (οφείλει να) είναι κάτι περισσότερο από εμπρόθετη «αρχαιολογία της είδησης».