Η γενικευμένη Ματαιότητα.

tobouloglou_id28689818_dvd.original

Είναι άραγε τόσο νοσηρή η καχυποψία μου ως προς τους πολιτικούς που κυβέρνησαν την Ελλάδα όσο εγώ ζώ και θυμάμαι τον εαυτό μου;

Είμαι άραγε ένας κοινός συνομωσιολόγος, που εφευρίσκει σενάρια για να ερμηνεύσει τον λόγο και τα έργα των εκάστοτε κυβερνώντων πολιτικών, φτάνοντας κάθε φορά στο συμπέρασμα ότι είναι αργυρώνητοι, ιδιοτελείς για τον εαυτό τους και ευνοιοκρατικοί για την οικονομική ελίτ που τους στηρίζει;

Μήπως είναι προϊόν συγκυρίας το γεγονός οτι κάθε φορά τα αποτελέσματα των πολιτικών που εφαρμόσθηκαν, δικαιώνουν τις δικιές μου εκτιμήσεις, οι οποίες δυστυχώς ερμηνεύουν την εκάστοτε τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα;

Μήπως η δικιά μου ψήφος και μιας μειοψηφίας που ψήφισαν σαν και μένα, στην μορφή ενός κόμματος της Αριστεράς ή στην μορφή του άκυρου-λευκού, ήταν αυτή που θα ανέκοπτε την επέλαση της οικονομικής ελίτ στην διακυβέρνηση του κράτους, αν επιλεγόταν από αυτούς που σήμερα έχουν μετανοιώσει πραγματικά για την κατάσταση της χώρας;

Ερωτήματα που επιδέχονται πολλών απαντήσεων και σχοινοτενών αναλύσεων, άλλωστε αυτές κουράζουν άδικα τον αναγνώστη για κάτι που δεν έγινε ποτέ.

Αυτή η κούραση φαίνεται να διακατέχει όλη την κοινωνία χρονιάρες μέρες, σε πείσμα των στολισμών και των αισιόδοξων διαγγελμάτων. Αυτή η κούραση των τηλεπαραθύρων και των «πουθαβρείτεταλεφτά» πολυβολητών, αρχίζει να διατρέχει όλο τον κοινωνικό ιστό, αυτή η κούραση διαφάνηκε και στα ρεπορτάζ από τους χειμερινούς προορισμούς, αυτή η κούραση πολλαπλασιάστηκε, μέχρι οι δύσμοιροι ρεπόρτερς να βρούν έναν επισκέπτη των σαλαί στα Γρεβενά, που εκτιμούσε αυτή την χρονιά που πέρασε, σαν καλύτερη από την προηγούμενη, Αν βέβαια και αυτό δεν ήταν στημένο.

Αυτή η κούραση που σε πιάνει, όταν γύρω σου δεν αλλάζει τίποτα, ενώ τα γεγονότα τρέχουν με καταιγιστικούς ρυθμούς, η κούραση που προκαλείται από αυτή την χθόνια αντίφαση, οδηγεί την κοινωνία στην αίσθηση του συνολικού μάταιου, στην γενικευμένη Ματαιότητα.

Στην γενικευμένη Ματαιότητα δεν θα κρατά ο κόσμος τις τηλεοράσεις κλειστές για να αντισταθεί στα βοθροκάναλα και την αποβλάκωση που δωρεάν παρέχουν, δεν θα αποκλείει από το σαλόνι του, τους «πουθαβρείτεταλεφτά» παπαρολόγους. Θα κλείνει την τηλεόραση για να μην βλέπει κανέναν, γιατί όσο τους έβλεπε περίμενε κάποιο αποτέλεσμα, νίκη, ήττα ή ισοπαλία.

Βαθιά μέσα του ο κόσμος αισθάνεται, έστω και αν δείχνει το αντίθετο, αισθάνεται και γνωρίζει πως ο ζυγός του, ο νέος ζυγός που του φόρεσαν, μόλις ξεπλήρωσε τα χρέη της επανάστασης (τυχαίο άραγε;), τραβάει γύρω στα 40 χρόνια μπροστά. Και δεν έχει όρεξη για εξυπναδούλες και χαριτωμενιές, οταν για το 2014 έχει να αντιμετωπίσει τους τυφώνες που λέγονται Στουρνάρω, Βρούτσω και Σπυριδούλα (να μην συγχέεται με το ρόκ γκρούπ, προέρχεται από το Σπυρίδων-Άδωνις).

Δεν έχει όρεξη για εξυπναδούλες όταν βλέπει το σικέ παιχνίδι μεταξύ Τρόικας και Ελληνικής κυβέρνησης »σου δίνω αυτό, μου χαρίζεις το άλλο», «υποχωρώ θεαματικά σε αυτό, υπογράφεις το άλλο που διακαώς θέλω», «περνάς δολίως αυτό, κάνω την πάπια στο άλλο». 

Δεν έχει όρεξη για χαριτωμενιές, όταν η ματαιότητα έχει καταλάβει κάθε κύτταρό του, όταν η πεμπτουσία της ζωής του, της υγείας του, διακυβεύεται στο ότι ο «σπύρακλας» δεν γουστάρει να του παίρνει την δόξα των απολύσεων η Τρόικα.

Δεν έχει όρεξη για εξυπναδούλες και χαριτωμενιές όταν νιώθει, πως αυτή η αργή και βασανιστική πορεία προς την εξαθλίωση, βαθμιδωτά σωματοποιείται και κατατρώει την σφριγηλότητα του οργανισμού, όταν το χριστουγεννιάτικο διάγγελμα του πρωθυπουργού, του δημιουργεί μια ασφυκτική αισιοδοξία, μια δεμένη πισθάγκωνα ευωχία.

Η απώλεια της συλλογικής μας αυτοεκτίμησης, στην οποία έχω αναφερθεί τον Ιούλιο του 2013, αποτελεί την προϋπάρχουσα πάθηση, στο έδαφος της οποίας, εφόσον δεν αντιμετωπιστεί θεραπευτικά, εξελίσσεται η γενικευμένη Ματαιότητα, η αναγόρευση του μάταιου ως ερμηνευτική της Ζωής. 

Η εγκαθίδρυση της Ματαιότητας ως συστατικό στοιχείο της ψυχολογίας μιας πληθυσμιακής ομάδας, συνιστά την σταδιακή μετατροπή μιας ακέραιας συλλογικής συνείδησης σε χαύνα, ενδοτική, υποχωρητική συλλογική συνείδηση. 

Όσο και αν βασανίζεται ένας λαός, κρατά την ελπίδα της Εξόδου άσβεστη. Ο σύγχρονος ζυγός που λέγεται χρέος, δεδομένου του διεθνούς νομικού πλαισίου περί αυτού, εγκαθιδρύει την ματαιότητα, καθιστά την ελπίδα θνητή και μάλιστα αυτή που πεθαίνει πρώτη.

Η νεκρανάσταση της ελπίδας για έναν λαό που καταδικάστηκε σε χρέος, περνά μέσα από την ειλικρινή παραδοχή των εσφαλμένων επιλογών που συλλογικά έκανε στο παρελθόν.

Καλή Χρονιά (αν μπορεί πλέον να αποτελεί ευχή)    Ο Μπαγασάκος