Το τέλος των ανθρώπων και η κυριαρχία των λύκων

wpid-wp-1481113288266.jpeg

Εννέα μήνες. Εννέα ολόκληρους μήνες κρύβομαι μέσα στα δωμάτια και τους διαδρόμους. Εδώ διάλεξα να συναντήσω το τέλος του κόσμου, το τέλος των άλλων.

«Εδώ θα έχω όση τροφή χρειάζομαι. Μακάρι να μου φτάσει μέχρι τα βαθιά γεράματα.».

Επί εννέα φεγγάρια, μου ψιθυρίζω στο αυτί τον φόβο. Οι επιζώντες εκεί έξω, αν υπάρχουν, θα παραμονεύουν αποτρελαμένοι. Ποιος ξέρει πόσο επικίνδυνοι θα είναι όλοι τους πια;

Περίεργο που έπειτα από τέτοια καταστροφή διάλεξα να φοβάμαι την πιθανή παρουσία και όχι την πλήρη απουσία των ανθρώπων. Οι σκέψεις λοβοτομημένες. Δεν βγάζει τίποτα νόημα.

Πρέπει να φύγω από εδώ. Αυτό το μέρος μοιάζει με μήτρα που με σιχάθηκε. Θέλει να με γεννήσει, να απαλλαχτεί απ’ το βάρος της μοναξιάς μου.
Ετοιμάζω τον σάκο μου. Αυτή τη φορά θα βρω ένα κανονικό διαμέρισμα. Μια φωλιά με φιλόξενες πατημασιές.

Κάποιες φορές, τρέμω στην ιδέα του τι θα συμβεί αν μου τελειώσει αυτό το ¨τσαφ¨ του αναπτήρα. Πόσα άχρηστα πράγματα μας έμαθαν στο σχολείο;

«Καλημέρα παιδιά. Σήμερα θα μάθουμε πώς ν’ ανάβουμε φωτιά ξεκινώντας από τα βασικά!». Κανείς τους, ποτέ.

Ίσως είναι καιρός να αρχίζω να εκπαιδεύω τον φόβο μου στο σκοτάδι.
Διάλεξα ένα σπίτι, το πρώτο που διατηρούσε ανέπαφο το άρωμα των ανθρώπων που ζούσαν κάποτε εδώ. Καλοί άνθρωποι. Φτωχοί και καλλιεργημένοι. Η βιβλιοθήκη τους, αρχοντική. Τεράστια. Σχεδόν κάθε βράδυ σκαρφαλώνω στα μπαρόκ γόνατα αυτού του σοφού γέροντα και κουβεντιάζουμε για τις αναζητήσεις του.

Η οικογένεια αυτή έχει τρία παιδιά, μεταξύ τους κι ένα ορφανό. Εμένα.
Έχω ζωγραφίσει το σημάδι μου σε μυριάδες τοίχους εκεί έξω. Την τελευταία φορά εμπνεύστηκα έναν Πάνα και του φόρεσα ένα αφύσικο, τεράστιο χαμόγελο. Εχθές καθώς περνούσα από εκεί, τον είδα να λύνεται στα γέλια. Του εξήγησα ότι είναι μεγάλη αγένεια εκ μέρους του να σαρκάζει την επιμονή μου. Η ελπίδα του λέω, πεθαίνει πάντα τελευταία!
Τίποτα αυτός. Γελούσε πιο δυνατά. Αμετανόητος.

Ε λοιπόν, άει στο διάολο και οι ελπίδες και οι άνθρωποι και τα ντουβάρια!
Φεύγω. Αυτή τη φορά θα πάω κάπου μακριά. Κάπου που να έχει θάλασσα και γενναιόδωρο αέρα.

Αντίο μαμά, αντίο μπαμπά. Ευχαριστώ για όλα.

Στο παρελθόν υπήρξα μανιακή καπνίστρια. Ξέρω ότι υπάρχουν άπειρα τσιγάρα που μπορώ να ληστέψω και να ρουφήξω την σάρκα τους, αλλά δεν το τολμώ. Χρειάστηκε να καταστραφεί ο κόσμος για να το κόψω το ρημάδι.

Ο κόσμος. Ποιος κόσμος; Αυτός είναι στην θέση του. Οι άνθρωποι λείπουν.
Είναι σα να λέμε ότι απουσιάζει η ποίηση.
Η ποίηση και το σεξ.

Αν είναι να υπάρχει κάποιος επιζών εκεί έξω, θα ήθελα να είναι αρσενικού γένους. Άντρας, ψηλός, δυνατός και ανοιχτόχρωμος. Εντάξει, ας είναι και μελαχρινός, δεν θα κολλήσουμε σε λεπτομέρειες τώρα.

Αρκεί να είναι άντρας, αποφασισμένος για όλα! Ή μάλλον καλύτερα ας μην είναι και πολύ αποφασισμένος για όλα. Να πούμε και δυο κουβέντες πρώτα βρε αδερφέ. Όχι, όχι… Τίποτα να μην πούμε. Είναι προτιμότερο να γελάσουμε μέχρι δακρύων. Έπειτα, ας μπλέξουμε τα ερημωμένα μας κορμιά και κάπως έτσι, γιατι όχι, ας μας λυτρώσει ο θάνατος.

Ευτυχώς έχω την θάλασσα. Αυτή δεν με βρίσκει αστεία. Ζωγραφίζει πάνω μου γαλαζοπράσινα κύματα και κάθε φορά μου υπόσχεται ότι θα το ξανά κάνει.
Σιωπηλή παρηγοριά. Βαθιά αγκαλιά η θάλασσα.
Σιχάθηκα τις κονσέρβες. Θα γίνω χορτοφάγος. Τέρμα τα ψόφια.

Δεν σκαρφίζομαι πλέον όνειρα. Οι ονειροπληξίες είναι για τους θεωρητικούς. Είναι γι’ αυτούς που αρέσκονται να κομπάζουν για τα αγέννητα. Άσε που τι να τα κάνεις τα όνειρα αν δεν έχεις με ποιόν να τα μοιραστείς;

Παραμιλάω λιγότερο και δεν σκέφτομαι ασυναρτησίες όπως παλαιότερα. Όταν τραγουδάω, πολλές φορές δεν μπαίνω καν στον κόπο να φτιάξω κάποιο στιχάκι. Αντ’ αυτού, ξεπηδάνε από το στόμα μου λέξεις βουβές και άγνωστες. Είναι λες και η γλώσσα δεν έχει πλέον νόημα.

Έτσι που έχω καταλήξει, θα μου ταίριαζε περισσότερο να συναντήσω έναν τετράποδο τύπο, παρά ένα δίποδο τεκνό. Και τι δεν θα έδινα να είχα παρέα έναν σκύλο. Έναν σκύλο τσομπάνη, με μεγάλη μούρη και κοφτερούς κυνόδοντες. Να ξαπλώνω την νύχτα στην μαλλιαρή του κοιλιά και το πρωί να κάνουμε επιδρομή στα δάση για εξερεύνηση.

Ήταν που δεν κάνω πια όνειρα. Άνθρωπος: αρχαίος, δεινός αιθεροβάτης.
Ίσως το ουρλιαχτό που άκουσα εχθές μέσα στην νύχτα να μην ήταν γέννημα της φαντασίας μου. Ίσως ψηλά στο βουνό να υπάρχει κάποια αγέλη. Απόψε θα στήσω καραούλι και θα ετοιμάσω έναν σκοπό γραμμένο στην γλώσσα των λύκων.

Δεν θα με φοβηθούν. Θα μυρίσουν την άγρια καρδιά και τις αγνές προθέσεις μου.
Όλα τα χώματα σε ετούτη εδώ την σφαίρα, ας είναι χάρισμά τους.

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
<< ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ >>
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°









Πηγή