Μπορεί να γέρασα αλλά για πάντα θα είμαι ο μπέμπης σας

23.dog-love-photos

Γέρασα! Πέρασε ο χρόνος κι ούτε που το κατάλαβα. Πότε πρωτομπήκα σ’ αυτό το σπίτι, πότε χόρτασα παιχνίδια, πότε κουράστηκα, ούτε που θυμάμαι.
Και τώρα θέλω να τα κάνω παρ” όλο που μεγάλωσα, μόνο που δε μ’ αφήνουν οι δυνάμεις μου. Όσο περνούσε ο καιρός και συνειδητοποιούσα πως χάνω την όρεξη και το κουράγιο μου, τόσο πιο άχρηστος άρχισα να πιστεύω πως θα είμαι μέσα στην οικογένεια.

Κάποιες φορές τους έπιανα να μιλούν ψιθυριστά, σαν να καταλαβαίνουν πως τους ακούω να λένε για μένα. «Τον κακομοίρη κοιμάται όλη μέρα» ή «δεν έχει πια όρεξη». Δεν ένιωθαν λύπηση, αυτό το έβλεπα. Περισσότερο θα έλεγα ότι ένιωθαν εκείνη τη φροντίδα που σου αφήνει ο χρόνος κι η αγάπη. Αν κι είναι κουραστικό για μια οικογένεια με τόσα προβλήματα να έχουν και τη φροντίδα ενός ηλικιωμένου, κι όχι απλώς ενός ηλικιωμένου. Ενός ηλικιωμένου, υπερήλικα σκύλου.

Εκείνοι όμως δε βαριούνται, ούτε με παραμελούν. Ίσα-ίσα νομίζω πως τώρα με προσέχουν περισσότερο απ’ όταν ήμουν μωρό. Η φροντίδα μου είναι διπλάσια και πολλές φορές λεπτομερής. Οι κλειδώσεις μου με πονάνε όσο περνάει ο καιρός και χρειάζομαι πάντα κάποιον να μου τρίψει τη πλάτη και τα πόδια. Το περίεργο είναι πως το κάνουν, χωρίς παράπονα.

Αφήστε που νομίζω πως πια χρειάζομαι κι αυτά τα αόρατα πράγματα που φοράνε οι άνθρωποι στο πρόσωπό τους. Είναι σαν αυτά που είχα φάει με ευχαρίστηση όταν ήμουν μικρός και το βρήκα τρομερά διασκεδαστικό, αλλά όχι κι η μαμά. Ναι λοιπόν! Νομίζω πως τα θέλω. Οι σκιές δε με βολεύουν και συχνά κουτουλάω πάνω σε αντικείμενα που με πονάνε.

Προχθές έριξα το αγαπημένο βάζο της μαμάς κι αυτό γιατί κουτούλησα στο τραπεζάκι. Στενοχωρήθηκα γιατί θυμάμαι πόσο το αγαπούσε, αλλά ήταν καταλάθος. Κανείς δε με μάλωσε. Με πήραν αγκαλιά στοργικά, μ’ έβαλαν στο κρεβατάκι μου, με σκέπασαν κι η μαμά μου χάιδευε για ώρες το κεφάλι, σαν να μου λέει «υπομονή».
Πόσο όμορφη είναι η αγάπη τελικά. Κι όλα όσα φέρνει μαζί της.

Στις αρχές, με τα πρώτα προβλήματα, δε σας κρύβω πως περίμενα να με παρατήσουν σε κάποια αλάνα, όπως τόσοι και τόσοι κάνουν με άνεση σαν να είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό. Ή έστω με μια ευθανασία με τη δικαιολογία «να μη βασανίζομαι». Οι δικοί μου όμως ήταν εξ” αρχής κατηγορηματικοί. «Θα φύγει μόνος του όταν θέλει. Στο σπίτι του, στην κουβέρτα του, στη θαλπωρή του», έλεγε η μαμά.

Η αλήθεια είναι πως αυτή την ώρα τη νοιώθω πλέον να κοντοζυγώνει. Γι” αυτό πάω συνέχεια κοντά τους για χάδια και παιχνίδια, ακόμη κι ας μη με κρατάνε τα πόδια μου. Για να κρατήσω στα ρουθούνια μου όση περισσότερη μπορώ απ’ τη μυρωδιά τους και να φύγω μ’ αυτή και με τις αναμνήσεις μιας γεμάτης από αγάπη ζωής.

Ήμουν από τους τυχερούς σκύλους. Με αγάπησαν από τη πρώτη στιγμή και με πήραν σπίτι τους χωρίς δεύτερη σκέψη. Εμένα, έναν αλήτη του δρόμου. Και τελικά δε χρειάστηκε να μου δώσουν πολλά για να τους τα δώσω όλα. Κι αυτό παίρνω τώρα.

Βέβαια δεν το καταλαβαίνουν όλοι οι άνθρωποι αυτό. Υποθέτω ότι το νερό, η ζέστη και το φαγητό πρέπει να κοστίζουν πολύ ακριβά για να πετάνε τους φίλους μου στο δρόμο. Με τον καιρό όμως κατάλαβα πως το να αγαπήσεις ένα ζωάκι, είναι τόσο δύσκολο όσο το να αγαπήσεις έναν συνάνθρωπο ή και τον εαυτό σου.

Αγάπησα και αγαπήθηκα ίσως περισσότερο απ” ότι πίστευα και περίμενα. Κι αν κάπου τώρα φεύγω απ’ τη πανέμορφη κι ευτυχισμένη ζωή μου, ξέρω πως τις μεγάλες καρδιές τους, θα είμαι για πάντα ο μπέμπης που τους έτρωγε τις κάλτσες και τους μάσαγε τα παπούτσια. Θα φύγω γεμάτος από κόσμο και αγάπη!

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°