Επιλογές και επιλογές (για τον Νίκο και κάποιους άλλους)

Πιτσιρίκο, θυμήθηκα αυτές τις ημέρες μια συζήτηση με τον πατέρα μου, γύρω από τις «επιλογές» για ένοπλη αντίσταση, αυτές που κόστισαν στην οικογένειά μας αρκετές ζωές στην αντίσταση και στον εμφύλιο.

Και το συμπέρασμα που είχε βγει τότε ήταν πως στην πραγματικότητα δεν είχαν καμία επιλογή, κανείς από αυτούς.

Ήταν με την πλάτη στον τοίχο, δεν αισθάνονταν ήρωες.

Δεν νομίζω πως πίστευαν πως θα άλλαζε κάτι αν έριχναν σφαίρες, άραγε πιστεύει κανείς ότι οι σφαίρες αυτού του κόσμου αρκούν για να εξαλείψουν τον φασισμό από προσώπου γης και από τα μυαλά του κόσμου;

Οι χιλιάδες πολίτες που θα έπρεπε να κάνουν το ντου και να βγάλουν τον Ρωμανό από τα χέρια του κράτους, όπως λες, δεν ήταν ικανοί 2,5 χρόνια πριν να κάνουν ένα ειρηνικό ντου στις κάλπες και να βγάλουν τον εαυτό τους από τα σκατά στα οποία τους είχαν χώσει.

Όλα ήταν και είναι θέμα επιλογής. Ο Ρωμανός επέλεξε να πάρει ένα όπλο και να δράσει όπως αυτός πίστευε ενάντια σε ένα σύστημα που εκτέλεσε το φιλαράκι του μπροστά στα μάτια του πριν λίγα χρόνια.

Ήταν στα αλήθεια επιλογή όμως;

Όταν κάποιος βιώσει στα 15 του αυτό που βίωσε ο Ρωμανός, έχει στα αλήθεια επιλογή;

Φαντάζομαι ότι το μυαλό παίρνει τελείως διαφορετική πορεία από αυτή που θα είχε πάρει αν αυτά τα παιδιά είχαν τελειώσει τη βραδιά εκείνη στην αγκαλιά των συντρόφων τους, με γέλιο και όνειρα – όχι για το μέλλον, για το επόμενο καλοκαίρι απλά. Θα τσακώνονταν, θα παρεξηγούνταν, θα τα ξανάβρισκαν και θα ξανάβγαιναν για ποτό.

Θα μισούσαν τους καθηγητές, τους πολιτικούς, τους μπάτσους και τους γονείς τους. Θα έκαναν φάρσες και θα έλεγαν ανέκδοτα. Θα βαριόντουσαν αφάνταστα στο σχολείο, θα πήγαιναν πενθήμερη εκδρομή και θα έδιναν εξετάσεις από το σπίτι τους και όχι από τη φυλακή.

Και τώρα θα ήταν σε κάποιο θρανίο και όχι σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου με την εθνοφρουρά να τους φυλάει.

Τα όπλα τα παίρνει κανείς σε δύο περιπτώσεις κατά τη γνώμη μου:

Η πρώτη είναι να πάσχει κανείς από αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας την οποία το κράτος τόσο αποτελεσματικά διαχειρίζεται, με το να στρατολογεί ένα μεγάλο μέρος από αυτούς τους ανθρώπους στα σώματα ασφαλείας, ώστε να τους διατηρεί υπό έλεγχο και να τους εξαπολύει ενάντια στους εχθρούς του, διοχετεύοντας έτσι την οργή τους και εκμεταλλευόμενο τις βίαιες τάσεις τους και την αδυναμία που έχουν να νιώσουν πραγματικά ενοχές και συμπόνοια.

Η δεύτερη περίπτωση έχει να κάνει με αυτούς που βρίσκονται στον αντίποδα του συστήματος αυτού, που για τον ένα ή τον άλλο λόγο υπέστησαν την βία, και η ύπαρξή τους κλονίζεται σε τέτοιο βαθμό που πραγματικά οι εναλλακτικές επιλογές πρακτικά εξαλείφονται.

Δεν ξέρω αν έχουν επιλογή με την πραγματική έννοια της λέξης. Πολλοί οι νέοι που θα ήθελαν να πάρουν το τουφέκι και να μπουν σε τράπεζα-βουλή-δημόσια υπηρεσία. Δεν το κάνουν γιατί έχουν την επιλογή να μην το κάνουν.

Θα σκεφτούν το μέλλον τους, τη ζωή τους, το μέλλον του υπαλλήλου και του περαστικού που μπορεί να πέσει νεκρός από την αδέσποτη, αν τελικά αναγκαστούν να ανοίξουν πυρ.

Θα σκεφτούν τι θα πουν οι φίλοι, τι θα απογίνει ο σύντροφός τους, πώς θα βγει η μάνα τους στο δρόμο αν τους πιάσουν ή αν σκοτώσουν κάποιον.

Θα σκεφτούν τα ανέκδοτα, τα ποτά, τους τσακωμούς, την πενθήμερη, το επόμενο καλοκαίρι…

Και ίσως να σκεφτούν και ότι δεν θα αλλάξει τίποτα, όσους πολιτικούς και να στείλουν στον άλλο κόσμο και όσες τράπεζες και αν αδειάσουν.

Το σύστημα δεν θα λεγόταν έτσι αν δεν είχε τον τρόπο του να αναπαράγεται και να διαιωνίζεται.

Ο Νίκος τώρα δεν είχε επιλογή. Πριν 70 χρόνια ο Μήτσος, ο Γρηγόρης, ο Γιάννης και ο Κώστας, και κάποιες χιλιάδες κόσμου ακόμα, δεν είχαν επιλογή.

Η βία που έζησαν έκανε την επιλογή για αυτούς. Δεν σκέφτηκαν τίποτα απ΄όλα αυτά. Οι φραγμοί γκρεμίστηκαν και τα όνειρα εξαφανίστηκαν, πνίγηκαν στο αίμα των καταστάσεων και των εποχών στις οποίες έζησαν.

Δεν χρειάζονται κόσμο σαν και εμάς που μπορεί να επιλέξει να ζήσει, που δεν έφτασε να έχει την πλάτη στον τοίχο και μπορεί να τρέξει μακρυά – ίσως μέχρι να φτάσει ο τοίχος σε εμάς.

Ούτε τον θαυμασμό μας, ούτε την συμπόνοια μας, ούτε τους αγωνιστικούς χαιρετισμούς μας και τις ζητωκραυγές μας χρειάζονται.

Τα φλογερά μας κείμενα είναι απλά η έκφραση της αδυναμίας να κατανοήσουμε τον πόνο τους, αυτόν τον πόνο που τους έκανε αυτούς που είναι.

Αν μας χρειάζονταν, αν τους ενδιέφερε η άποψή μας, δεν θα ήταν αυτοί που είναι, δεν θα ενεργούσαν όπως ενήργησαν.

Το μόνο που σκέφτομαι είναι πόσο πολύ θα ήθελε ο πατέρας μου να έχει γνωρίσει τον πατέρα του και τους θείους του, πόσο πολύ έλειψαν σε αυτούς που τους γνώρισαν.

Το ίδιο θα λείψει και Νίκος Ρωμανός σε όλους αυτούς που τον αγαπούν και τον γνωρίζουν, αν τα πράγματα πάνε στραβά.

Τα καλοκαίρια για αυτούς δεν θα είναι ποτέ ξανά τα ίδια. Αλλά γι αυτόν δεν θα έχει πια καμία σημασία.

Φιλικούς χαιρετισμούς από έναν φυγόμαχο από την Σκανδιναβία

(Αγαπητέ φίλε, σε ευχαριστώ πολύ. Οι σκέψεις σου με βοήθησαν. Τα πράγματα να πάνε καλά. Μόνο καλά να πάνε. Να είσαι καλά.)     Επιλογές και επιλογές (για τον Νίκο και κάποιους άλλους)     http://pitsirikos.net

pitsirikos-logo