Έψαχνα μια εσταυρωμένη.

wpid-20141003123705
Το καπέλο σαν πεθαμένο από καιρό. Αφημένο στην κρεμάστρα, χωρίς χέρι να το αγγίζει, χωρίς βλέμμα να σέρνει επάνω του σκέψεις, χωρίς κεφάλι να το βολτάρει σε άδειες πλατείες. Κι εκεί έξω, τόσοι άνθρωποι σε αχρηστία σουλατσάρουν καπελωμένοι τύψεις. Δεν κοιτάζω γύρω μου  Τις γεμάτες ζάρες ψυχές  Το σαράκι χορτάτο στο πάτωμα  Τη μούχλα που τρέχει στους τοίχους Τα μάτια που ικετεύουν λίγη στοργή Τα στόματα που άηχα ανοιγοκλείνουν Τα κουδουνίσματα σε σάπια σύρματα Τα σκισμένα χαρτιά που με μουτζουρώνουν  Τους δρόμους με τα σκυμμένα κεφάλια Τις σφαλισμένες πόρτες με τα «ενοικιάζεται» Τους πουλημένους έρωτες στημένους στις γωνίες  Δεν κοιτάζω μέσα μου, μη φανερωθούν οι φυλακές,  τα ουρλιαχτά, οι δολοφονημένες μέρες, εγώ, εσείς, εμείς,  οι νταβατζήδες με τα σχισμένα σώβρακα και τις γεμάτες τσέπες που έχουμε θράσος ν’ αναπνέουμε αέρα των παιδιών μας.  Ημερησία προσωπική μου πρόβλεψη, η αιώνια τυφλότητα. Κι έχω θυμό μέσα μου γαμώτο. Θεέ μου, αν δεν υπήρχαν οι λέξεις,  τι να ‘βρισκες και συ να σώσεις..

εγραψε το πιτσιρικι