Dance me to the end of DOL

wpid-wp-1474871863034.jpeg

Ποιος να το φανταζόταν: Oτι θα έφτανε η στιγμή που το Συγκρότημα που ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις να βρίσκεται μια ανάσα πριν το τέλος.

Κι όμως λες και είναι γραμμένο στο DNA των δημοσιογράφων του ΔΟΛ να πέσουν μαχόμενοι ως την τελευταία στιγμή (ακόμη κι αν πιο υπολογίσιμος εχθρός από τον Τσίπρα και τον Παππά είναι τα 200 και πλέον εκατ. ευρώ δάνεια) τόσο τα ΝΕΑ όσο και το ΒΗΜΑ κυκλοφορούν με μια ζηλευτή πληρότητα.

Ειδικά τα πρωτοσέλιδα των ΝΕΩΝ είναι αγέρωχα και αμείλικτα απέναντι στην κυβέρνηση Τσίπρα, παρότι οι δημοσιογράφοι είναι 4 μήνες απλήρωτοι. Ο ίδιος ο Ψυχάρης καταβεβλημένος σωματικά και ψυχικά δεν παραδίδει τα όπλα.

Οι περισσότεροι από τους εργαζόμενους στην Μιχαλοακοπούλου προσέρχονται καθημερινά στο πόστο τους με μια ιεροτελεστία που είναι άξια σεβασμού.

Tην σημασία του ΔΟΛ δεν δίστασε να παραδεχθεί και ο Γιώργος Κουρής ο οποίος ζήτησε με άρθρο του να μην κλείσει το Συγκρότημα.

Το “Συγκρότημα ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις” είναι γραμμένο στο DNA τους έστω κι αν ο μύθος σε ελάχιστες περιπτώσεις επαληθεύθηκε.

Για τους παλαιότερους η μέρα που θα ξημερώσει χωρίς να κυκλοφορήσουν τα ΝΕΑ και χωρίς να υπάρχει η ιστοσελίδα του ΒΗΜΑτος, ο πάντα αποκαλυπτικός και μπαρουτοκαπνισμένος ΒΗΜΑτοδότης, θα είναι μια περίεργη μέρα, ένας ακόμη θάνατος για μια ολόκληρη γενιά δημοσιογράφων αλλά και αναγνωστών.

Ειδικά εάν οι άνθρωποι του ΔΟΛ αποφασίσουν να πέσουν με αξιοπρέπεια χωρίς να μιμηθούν τον άδοξο θάνατο της Ελευθεροτυπίας που ξόδεψε το μύθο της σε μικρούς θανάτους.

Αλλωστε από τον Ψυχάρη δεν μπορεί να περιμένει κανείς κάτι λιγότερο: Aπό το να δώσει στον ΔΟΛ ένα τέλος αντάξιο της Ιστορίας και του Μύθου του.

Ο τρόπος που ο ίδιος αποχαιρετούσε τον Χρήστο Λαμπράκη δεν επιτρέπει κάτι λιγότερο.

Αλλωστε τα Στερνά Τιμούν τα Πρώτα.

Γνώρισα-έγραφε ο Σταύρος Ψυχάρης- τον Χρήστο Λαμπράκη πριν από 40 χρόνια στον προθάλαμο του Εκτάκτου Στρατοδικείου Αθηνών. Ηταν η δίκη των υπευθύνων της εφημερίδας «Εθνος» (εκδότες Κώστας Νικολόπουλος, Κώστας Κυριαζής και Αχ. Κυριαζής, διευθυντής ο Κ. Οικονομίδης, αρχισυντάκτης και βασικός κατηγορούμενος ο Γιάννης Καψής ).

Ο Χρήστος Λαμπράκης (με μαύρα γυαλιά στο κέντρο) στο Ηρώδειο, το 1978, σε διεθνές δημοσιογραφικό συνέδριο, περιστοιχισμένος από στενούς συνεργάτες και αγαπητούς φίλους. Στην επάνω σειρά, πίσω του, ο εφοπλιστής Ανδρέας Ποταμιάνος, η δημοσιογράφος Χαρά Κιοσσέ και ο (εκλιπών) δημοσιογράφος Ανδρέας Δεληγιάννης. Δίπλα του, δεξιά, ο Γιώργος Αϊδίνης, νομικός σύμβουλος της Ενωσης Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών. Κάτω, από αριστερά, η προσωπική γραμματεύς του στο Μέγαρο Ζωή Σπυρομίλιου, ο αείμνηστος Λέων Καραπαναγιώτης, διευθυντής των «Νέων» και ο Σταύρος Ψυχάρης, εκδότης-διευθυντής του «Βήματος»

Μάρτυρες υπερασπίσεως ο Χρήστος Λαμπράκης και ο υπογράφων, μαζί με γνωστούς πολιτικούς (που είχε βάλει, όπως και ολόκληρο τον Λαό, η απριλιανή χούντα στον γύψο) περιμέναμε τη σειρά μας για να καταθέσουμε, καθώς δεν επιτρέπεται οι μάρτυρες, έως ότου εξετασθούν, να ακούνε τα αναφερόμενα από τους παράγοντες της δίκης. Η αναμονή θα ήταν πολύωρη και όποιος ήθελε μπορούσε να φύγει και να επιστρέψει ύστερα από ώρες. Αλλά ο Γεώργιος Ράλλης (ο πολύ δεξιός συνεργάτης του Κ. Καραμανλή της περιόδου έως το 1963 και μετέπειτα κεντροδεξιός πρωθυπουργός της ΝΔ) είχε δώσει το σύνθημα:

– Δεν μπορώ να υφίσταμαι αυτά τα ζώα, να μου κάνουν σωματική έρευνα όταν μπαινοβγαίνω! Θα μείνω εδώ έως ότου καταθέσω…

Ολοι συγκατένευσαν, ενώ ένας μάρτυρας ακούστηκε να λέει: «Ο Ράλλης είναι τώρα ευκαιρία να μάθει πώςένιωθαν οι αριστεροί επί των ημερών της ΕΡΕ, όταν διοικούσαν οι χωροφύλακες!».

Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα ο Χρήστος Λαμπράκης μού απηύθυνε αιφνιδίως τον λόγο με ένα «καλημέρασας» που χρειάστηκε να κοιτάξω ολόγυρα για να βεβαιωθώ ότι ο Λαμπράκης είχε μιλήσει σ΄ εμένα! Απάντησα με ένα αντίστοιχο «καλημέρα σας» και άρχισε μια συνομιλία της οποίας τη σημασία ομολογώ ότι πέρασαν χρόνια για να καταλάβω. Την εποχή εκείνη, αρχές του 1970, εργαζόμουν σε δύο παράλληλες θέσεις. Στο «Εθνος» με προϊστάμενο τον Γιάννη Καψή και στον «Ταχυδρόμο» με διευθυντή τον αξέχαστο Γεώργιο Ρούσσο. Τον Δεκέμβριο του 1969 το «Εθνος», δηλαδή ο Γιάννης Καψής, με έστειλε στο Παρίσι να παρακολουθήσω τις εργασίες του Συμβουλίου της Ευρώπης που επρόκειτο να αποβάλει την Ελλάδα των συνταγματαρχών. Ηταν τότε που η «κυβέρνηση» της Αθήνας… απεχώρησε από το Συμβούλιον της Ευρώπης δύο ημέρες προτού αποβληθεί. Επιστρέφοντας από το Παρίσι έγραψα μια σειρά κειμένων στο «Εθνος» που θα σημάδευαν την περαιτέρω δημοσιογραφική πορεία μου. Τι συνέβη; Λίγες ημέρες μετά τη δημοσίευση των κειμένων, ο τότε διευθυντής του «Βήματος», ο Ανδρέας Δημάκος, τηλεφώνησε στον (φίλο του) Γεώργιο Ρούσσο και του ζήτησε να κατεβεί από τον τρίτο όροφο της Χρήστου Λαδά στον πρώτο, όπου ήταν τα γραφεία του «Βήματος».

«Αυτός ο Ψυχάρης του “Εθνους” έχει καμία σχέση με τον Ψυχάρη που έχεις επάνω;» ρώτησε ο Δημάκος τον Ρούσσο. «Είναι ο ίδιος» του απάντησε ο Ρούσσος. «Ρώτα τον αν θα ήθελε να αναλάβει τοπολιτικό ρεπορτάζ στο “Βήμα”» είπε ο Δημάκος, και ο Ρούσσος έφυγε αμέσως για τον τρίτο όροφο όπου σε μια μεγάλη ανοιχτή αίθουσα εργαζόμασταν όλοι μαζί οι συντάκτες του «Ταχυδρόμου».

Ο Ρούσσος με κάλεσε κοντά του και εις επήκοον και των δύο αρχισυντακτών ( Δημήτρης Παπαναγιώτου και Ορέστης Λαζαρίδης ) με ρώτησε αν θα ήθελα να πάω πολιτικός συντάκτης στο «Βήμα». Του ζήτησα να το σκεφθώ και ο Ρούσσος εξερράγη. «Τούτος εδώ είναι παλαβός! Θέλουν να τον κάνουν πολιτικό συντάκτη στο “Βήμα” και λέει θα το σκεφθεί!! Και δεν έχει κλείσει ακόμη τα 30!! Ορέστη, θα ζουρλαθώ!..».

Εκεί έληξε προσωρινά η συζήτηση, αλλά μερικές ημέρες αργότερα ο Ρούσσος μού είπε: «Τυχερός είσαι… Στο “Βήμα” ανέβαλαν την πρόσληψη για αργότερα. Εχεις καιρό…».

Τι είχε συμβεί; Υστερα από πολλά χρόνια έμαθα ότι είχαν διαφωνήσει ο Λαμπράκης με τον Δημάκο στην επιλογή του συντάκτη που θα ανελάμβανε το πολιτικό ρεπορτάζ του «Βήματος». Ο Δημάκος εισηγείτο Ψυχάρη (χωρίς ποτέ να με έχει συναντήσει- «διαβάζω τα κείμενά του!» έλεγε), ο δε Λαμπράκης έλεγε ότι καταλληλότερος ήταν ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης Ν.Μ., που τον γνώριζε και προσωπικώς. Ο Δημάκος επέμενε λέγοντας ότι «ο Ψυχάρης είναι και νεαρός και έχει μέλλον» και τη λύση έδωσε ο Λέων Καραπαναγιώτης , διευθυντής Συντάξεως του «Βήματος», που πρότεινε να αναβληθεί η λήψη αποφάσεως για αργότερα.

Αρκετά χρόνια αργότερα και αφού από το 1971 είχα ήδη αναλάβει το πολιτικό ρεπορτάζ του «Βήματος», ο Καραπαναγιώτης μού διηγήθηκε την ιστορία. Και μου εξήγησε ότι η συνάντησή μας με τον Λαμπράκη στον προθάλαμο του Στρατοδικείου είχε δώσει στον επικεφαλής του ΔΟΛ την ευκαιρία να με «μετρήσει» μέσα από τη συζήτησή μας, που είχε ξεπεράσει σε διάρκεια το δίωρο, όσο περιμέναμε για να εξετασθούμε ως μάρτυρες. Αρχισε έτσι μια πολυετής σχέση συνεργασίας και αληθινής φιλίας δικής μου όχι τόσο με τον πάντοτε απόμακρο Λαμπράκη, όσο με τον Λέοντα Καραπαναγιώτη. Με εισήγηση και επιμονή του ιδίου στον στενό του φίλο Χρ. Λαμπράκη ο εκλιπών μού ανέθεσε το 1983 τη διεύθυνση του «Βήματος της Κυριακής» και το 2001 τη γενική δημοσιογραφική διεύθυνση του ΔΟΛ (πάλι με εισήγηση και επιμονή του Καραπαναγιώτη ).

Λίγο καιρό αργότερα και ενώ ο Λαμπράκης είχε υποστεί την πρώτη καρδιακή προσβολή, ο Καραπαναγιώτης επέμενε στο να πάρω τη θέση του Λαμπράκη αμέσως και ενόσω ζει! «Δεν έχει την ίδια αξία να αναλάβει τη γενική διεύθυνση ο Σταύρος ενόσω ζούμε εγώ και κυρίως εσύ, με το να την αναλάβει εξανάγκης λόγω θανάτου!». Ετσι το 2002 μού εξεχώρησε όλες τις αρμοδιότητές του κρατώντας μόνο την πολιτική εποπτεία και ευθύνη.

Φθάσαμε έτσι στο να συμπληρωθεί μία 40ετία και πλέον συνεργασίας. Και είχα την ευκαιρία να γνωρίσω έναν καταπληκτικό άνθρωπο, με τεράστιες γνώσεις και ανοιχτό μυαλό.

Δεν είναι ώρα να γραφούν περισσότερα, αλλά μέσα από τη δραστηριότητα αυτής της τριάδας των δημοσιογράφων του ΔΟΛ ( Λαμπράκης, Καραπαναγιώτης, Ψυχάρης ) περνάει όλη η σύγχρονη ιστορία της χώρας, όπως θα μπορούσαν να βεβαιώσουν πολιτικοί ηγέτες σαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον οποίον θαύμαζε ένας δημοσιογράφος με το μυαλό και τις γνώσεις του Λέοντος Καραπαναγιώτη.

Τώρα, εκεί ψηλά είναι μαζί. Νιώθω το βλέμμα τους να μεταπίπτει από την επιβράβευση στην επιτίμηση. Προσπαθώ πάντα να ισχύει το Τα Στερνά Τιμούν τα Πρώτα.


Πηγή