Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα μπορούσα ν’ ακούσω τον ήχο που κάνει το τσιγάρο όταν σβήνει στο τασάκι. Εκκωφαντικός και σαρωτικός, σαν τρικυμία. Οι λέξεις που βγήκαν από τα χείλη σου πριν λίγα λεπτά είχαν κάτσει σαν άγκυρα στην καρδιά μου. Όλοι οι ήχοι τριγύρω είχαν εξαφανιστεί. Μόνο το τσιγάρο που σβήνει.
«Δεν έχεις κάτι να πεις;»
Δεν απάντησα.
Το βλέμμα μου σάρωσε ελαφρά τον γύρω χώρο. Αμυδροί περαστικοί και φευγαλέα αυτοκίνητα. Η καφετέρια είχε εξαφανιστεί κι έβλεπα μόνο μία φθηνή απομίμηση της πραγματικότητας.
Κι εσένα ν’ ανάβεις δεύτερο τσιγάρο βλέποντας με απτόητο στη σιωπή μου.
«Ξέρω ότι θες να με βρίσεις. Να με καταραστείς. Συγνώμη. Πραγματικά. Μου έδωσες τόσα κι άλλα περισσότερα. Δε φταις εσύ, μόνο εγώ»
Το κεφάλι μου στριφογύριζε σαν παιδική σβούρα. Οι αναμνήσεις μας με πλημμύρισαν κι εγώ έκανα βουτιά μέσα τους χωρίς σωσίβιο.
Κάποτε περνούσαμε πολύ καλά. Θυμάμαι την πρώτη φορά που βρεθήκαμε, φορούσες το ίδιο γαλάζιο φόρεμα μ’ αυτό που φοράς τώρα. Ταίριαζε με το βαθύ μπλε των ματιών σου. Μου έλειπε το νησί μου, σου είχα πει, κι η εικόνα σου μ’ έκανε για λίγο να θυμηθώ την ομορφιά της θάλασσάς του.
Σου άρεσε αυτή η ατάκα. Μου το έλεγες συχνά. Ακόμα κι όταν κάναμε έρωτα μου ψιθύριζες «Άσε το κύμα να μας παρασύρει αγάπη μου».
Θα μπορούσε να ήταν ιστορία μίας νύχτας, όπως συνηθίζουμε να λέμε. Ή μίας εβδομάδας. Ή ενός μήνα. Αλλά κράτησε παραπάνω. Κι εγώ απέφευγα τόσο καιρό να δω τη γραμμή τερματισμού γιατί μου άρεσε τόσο η διαδρομή.
«Μη μ’ αφήσεις να το περάσω όλο αυτό μόνη μου. Πες κάτι. Με σκοτώνει η σιωπή σου. Εξάλλου το είχαμε πει, δε θα βγάλουμε ο ένας τον άλλον από τη ζωή του»
Η επαναφορά μου στο «τώρα», ήρθε απότομα. Τα χέρια μου είχαν μουδιάσει και το αίμα έρεε πυρετωδώς στις φλέβες για να τα επαναφέρει.
Έσκυψα ελαφρά προς το μέρος σου. Δάκρυα ανέβαιναν στις άκρες των ματιών σου.
«Η σιωπή μου είναι το μόνο που μου έμεινε. Όχι, δε θα σε βγάλω από τη ζωή μου. Αλλά το τέλος παραμένει τέλος. Αυτό, δεν μπορώ να το αποφύγω».
Το βαθύ μπλε γέμισε με διάφανο των δακρύων. Δεν μπορούσα να τ’ αφήσω να κυλήσουν, όχι άλλες συγνώμες, όχι άλλα κλάματα. Σε αγκάλιασα σφιχτά κι η όσφρηση μου ρούφηξε λαίμαργα το άρωμα σου.
Κι άλλο ταξίδι κι άλλες αναμνήσεις.
Κάτω από έναν άναστρο ουρανό, αγναντεύαμε το απόλυτο κενό. Τα δάχτυλα μας πλεξούδες και τα μαλλιά σου να γαργαλούν ελαφρά το πηγούνι μου. Πόσο λάτρευα να σε παίρνω αγκαλιά και να μένουμε εκεί ωσότου ο χρόνος χάσει κάθε ενδιαφέρον για εμάς και μας προσπεράσει.
Ήξερα και τότε ότι η γραμμή του τερματισμού θα έρθει γρήγορα. Και θα με προσγειώσει απότομα. Αλλά συνέχισα ακάθεκτος. Αγύριστο κεφάλι.
Γέμιζες με καθαρό οξυγόνο την ασφυκτική ζωή μου και δεν μπορούσα να σκεφτώ την επόμενη μέρα να ξημερώνει χωρίς να σου πω καλημέρα. Το έβλεπα, όμως, στο βλέμμα σου τις τελευταίες μέρες. Το γευόμουν στο φιλί σου. Το διάβαζα στα μηνύματά σου. Είχε πέσει μία σταγόνα αμφισβήτησης κι είχε ταράξει τη λίμνη της σχέσης μας.
«Είχαμε κάτι ξεχωριστό. Κάτι αναπάντεχο κι απρόσμενο. Κανείς δεν το περίμενε, ούτε καν εμείς οι ίδιοι. Και δε θέλω να το χαλάσουμε. Δε θέλω να γίνεις ένας από τους πολλούς που απλά βαρέθηκε και προσπέρασε».
Σε κοίταξα και χάιδεψα απαλά το μάγουλο σου. Με αποκαλούσες υπερβολικό κι αναξιόπιστο όταν σχολίαζα τις φωτογραφίες σου. Μου άρεσαν όλες.
«Δε γίνεται να σου αρέσω με πρησμένη μάτια, ανάκατα μαλλιά και βλέμμα αγελάδας», μου έλεγες αστειευόμενη. Κι όμως, μου άρεσες κάθε στιγμή. Κάθε λεπτό. Σε κάθε φάση, κατάσταση, ώρα κι ημέρα. Το φως δε διαλέγει τις ώρες που θα φωτίσει. Απλά μας χαρίζει τη λάμψη του απλόχερα, αδιάκριτα, ατελείωτα.
«Και θα περάσω και θα προσπεράσω. Είναι έτσι η ζωή. Αλλά το αύριο θα είναι διαφορετικό. Η γραμμή του τερματισμού έφτασε κι αν και τελευταίος, νιώθω λίγο νικητής. Πληγωμένος, αλλά νικητής. Γιατί, μωρό μου, αν το τέλος δε σε πληγώσει έστω και λίγο, τότε δεν είναι τέλος.»
Δε σε άφησα ν’ απαντήσεις, δεν ήθελα ν’ αναλώσουμε άλλες λέξεις. Σου άφησα ένα απαλό φιλί στα χείλη και με βιαστικές κινήσεις σηκώθηκα από την καρέκλα. Δε γύρισα να δω αν με κοιτάς ούτε ακόμα κι όταν έστριψα στην επόμενη γωνία.
Η αυλαία είχε πέσει, τα χειροκροτήματα είχαν σωπάσει και η σκηνή είχε μείνει άδεια. Σ’ ευχαριστώ γι αυτήν την υπέροχη παράσταση. Μόνο αυτό θέλω να ξέρεις πλέον. Όχι άλλες συγνώμες ή λόγια παρηγοριάς.
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
<< ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ >>
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°