«Γίνε η μούσα μου», του είπε

muse

Έχω μια παράξενη θεωρία, μια σκέψη πιο πολύ, που ακόμα δεν έχει γίνει ευδιάκριτη στο μυαλό μου, γι’ αυτό πρέπει να γράψω -για να την ξεκαθαρίσω όσο μπορώ.

(Ομίχλιασε απόψε για λίγο, έπειτα φύσηξε κι η ατμόσφαιρα καθάρισε, βγήκαν πάλι έξω οι μορφές. Κάπως έτσι λειτουργεί και η γραφή. Σαν βοριαδάκι που διώχνει την ομίχλη και -έστω παροδικά- βλέπεις κάτι απ’ τα πρόβατα που βόσκουν στο μυαλό σου.)

Απ’ την πρώτη στιγμή που κάποιος ξεκίνησε να συνθέτει έπη χρειάστηκε να επικαλείται κάποια μούσα. Η φώτιση, η έμπνευση, ερχόταν άνωθεν ή από κάποιο παράξενο μέρος που ο καλλιτέχνης δεν ορίζει.

Αυτή η μούσα η ομηρική, κι η φώτιση η θεϊκή, αργότερα εξελίχτηκε σε μούσα ανθρώπινη.

Η μούσα δεν έχει φύλο. Γνωρίζουμε κυρίως θηλυκές μούσες που ενέπνευσαν άντρες καλλιτέχνες, γιατί οι τέχνες (όπως και οι επιστήμες), ήταν χωράφι των αντρών. Το κληρονόμησαν απ’ τους πατεράδες τους, κι εκείνοι απ’ τους δικούς τους, κι εκείνοι απ’ τους παπούδες τους, κι αυτή η σειρά πηγαίνει πίσω στον πατριάρχη και στον βασιλιά, στον πολεμιστή και στον ήρωα και στον βάρβαρο Αχαιό.

Όμως υπήρξαν και άντρες-μούσες, όπως ο George Dyer για τον Φράνσις Μπέικον. Όπως κι ο αξιωματικός με την αστραφτερή στολή για την Ανν Σέξτον.

Η μούσα δεν έχει φύλο, αλλά ορίζεται απ’ τον έρωτα. Για να γίνει κάποιος/α μούσα σου πρέπει να τον ερωτευτείς.

Ο έρωτας τρέφει τη ζωή και την τέχνη, τη σκέψη και την επιθυμία.

Όμως -κι εκεί ακριβώς βρίσκεται η ιδέα που προσπαθώ να ανασύρω, χωρίς να την κάνω σκόνη ως άλλος Σλήμαν, τραβώντας αδέξια τη νεκρική μάσκα του Αγαμέμνονα- η μούσα δεν είναι τόσο ηλίθια όσο νομίζουμε ότι είναι.

Το «ηλίθια» είναι υπερβολικό. Ας το πω αλλιώς: Η μούσα δεν είναι το αντικείμενο της τέχνης.

Αυτοί οι άνθρωποι, κυρίως γυναίκες, που έμειναν στην ιστορία της τέχνης ως μούσες σπουδαίων δημιουργών, δεν ήταν κενά δοχεία, όμορφα κενά δοχεία.

Η ομορφιά είναι στα μάτια του παρατηρητή, λένε. Ένα όμορφο κνώδαλο θα μπορούσε να είναι σεξουαλικό αντικείμενο και τίποτα άλλο. Όχι ότι αυτό είναι λίγο, η σεξουαλικότητα είναι σημαντική από μόνη της, ακόμα κι αν δεν φοράει τον εξαίσιο χιτώνα του έρωτα.

Όμως για να γίνει κάποιος/α η μούσα ενός καλλιτέχνη δεν αρκεί να έχει ωραίο σώμα και αμυγδαλωτά μάτια.

Ο Όμηρος ζητάει απ’ τη Μούσα να του πει την ιστορία του μαινόμενου άντρα. Ο ποιητής είναι το δοχείο κι η μούσα το γεμίζει με την έμπνευση.

Ο καλλιτέχνης είναι ένα ευαίσθητο δοχείο. Εύθραυστο και μελωδικό. Για ν’ ακουστεί ο ήχος του χωρίς να σπάσει πρέπει να γεμίσει με το κατάλληλο υλικό.

Μαζεύει εμπειρίες και ιδέες από παντού, ακόμα κι από στιγμές που σε άλλους ανθρώπους μοιάζουν αδιάφορες, τετριμμένες, ανούσιες. Ο τρόπος που τις επιλέγει είναι η βάση της τέχνης του.

Κάθε καλλιτέχνης έχει τις εμμονές του. Μοιάζει λες και προσπαθεί να λυτρωθεί από κάτι, καθώς πάλλεται. Κάθε καλλιτέχνης έχει τους δαίμονες του.

Φυσιολογικοί άνθρωποι δεν υπάρχουν, είναι ένας μύθος η κανονικότητα. Ακόμα κι εκείνος που σου φαίνεται τόσο κανονικός, τόσο απλός, κρύβει στην ντουλάπα του σκελετούς και δυναμίτες, πτώματα, ενοχές και πόθους που θα ‘καναν τον Εμπειρίκο να κοκκινίσει.

Ο καλλιτέχνης υπάρχει-γεννιέται όταν τολμάει να βγάλει στο φως τους δικούς του σκελετούς, τις δικές του μαύρες τρύπες.

Δεν είναι διαφορετικός ούτε ανώτερος. Αντιθέτως: Είναι ένα εύθραυστο δοχείο που πρέπει να ξεσπάσει (με λέξεις-νότες-κινήσεις-εικόνες), πρέπει να αδειάσει για να μη σπάσει.

Ο καλλιτέχνης δεν είναι θαρραλέος, δεν είναι δυνατός. Είναι αδύναμος. Δεν μπορεί ν’ αντέξει τη ζωή, το φορτίο της, γι’ αυτό κάνει τέχνη.

Η μούσα του καλλιτέχνη δεν είναι αντικείμενο. Είναι ο σπόρος που πέφτει στο καρπερό χωράφι. Ο καλλιτέχνης είναι η μήτρα. Οι σκέψεις του, οι ιδέες του είναι τα ωάρια. Η μούσα είναι το σπέρμα.

Η μούσα γονιμοποιεί τις ιδέες του καλλιτέχνη. Είναι το σπίρτο που πυροδοτεί.

Τα νήματα της σκέψης του καλλιτέχνη μένουν αδρανή και μπλεγμένα μες στο μυαλό του. Προσπαθεί να καταλάβει, προσπαθεί να εκφράσει, αλλά δεν μπορεί να κατανοήσει τι ακριβώς θέλει να εκφράσει. Υπάρχει ένας ωκεανός από κίνητρα, αλλά καμιά ακτή για να ξεβραστούν τα κύματα του.

Τα κύματα, χωρίς ακτή, χάνονται μέσα στο μηδέν του ωκεανού, αέναα. Χρειάζεται μια ακτή, μια παραλία, ένα νησί, για να πάρει νόημα όλη αυτή η κίνηση.

Η μούσα μοιάζει ασήμαντη, σαν ένα νησί στη μέση του Ειρηνικού Ωκεανού. Όμως η σκέψη του καλλιτέχνη, η δημιουργία, είναι ένας ναυαγός που πνίγεται και θαλασσοδέρνεται άσκοπα, μέχρι που βρίσκει αυτό το μικρό νησί.

Η μούσα τον λυτρώνει, και φιλάει ευτυχισμένος τα πόδια της.

Είμαι σίγουρος ότι όλες αυτές οι γυναίκες (κι οι λίγοι άντρες) που έγιναν γνωστές μόνο ως μούσες, η Ira Perrot και η Alice Prin, η Gala και η Peggy Guggenheim, δεν ήταν αντικείμενα της τέχνης των σπουδαίων δημιουργών που γνωρίζουμε.

Αν δεν ήταν σπουδαίες δεν θα μαθαίναμε τίποτα γι’ αυτές.

Όμως, αυτό πρέπει να καταλάβουμε, δεν πρόκειται για τις σπουδαίες γυναίκες/άντρες που βρέθηκαν πίσω-μπρος-στο πλάι κάθε σπουδαίου άντρα/γυναίκας.

Πρόκειται για ένα δίπολο (σε κάποιες περιπτώσεις όπως στη σχέση Gala-Ernst-Dali ήταν threesome) αναπόσπαστο.

Η μούσα δημιουργεί τον δημιουργό.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Στη φωτογραφία η μούσα του Φράνσις Μπέικον στο χαοτικό του στούντιο

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°









πηγη