Daily Archives: Φεβρουαρίου 15, 2014

Ένας μπάτσος σε κάθε σπίτι…

ce15d-112

Μία απο τις θρυλικές ατάκες του ΓΑΠ που έμειναν στην ιστορία ήταν η περιβόητη φράση “για έναν εργαζόμενο σε κάθε οικογένεια”.

Μέσα σε αυτή τη φράση μπορούσαμε να αντιληφθούμε (από τότε), εκτός από την καθαρόαιμη ηλιθιότητα του ομιλητή, και τον…οικονομικό σχεδιασμό που είχε το ΔΝΤ για τη χώρα. Σήμερα, αυτός ο σωτήριος και σούπερ-μοναδικός-ειδικός σχεδιασμός από σπεσιαλίστες τεχνοκράτες έγινε αντιληπτός από όσους έχουν μάτια. Δεν είναι αυτό το θέμα μας όμως.

Από το imf-fuck-off

Το θέμα μας σε αυτό το κείμενο, δεν έχει γίνει θέμα σε μεγάλα ΜΜΕ. Πρόκειται για ένα θέμα που δεν έχει “θέμα”. Δεν πουλάει, δεν ενδιαφέρει, δεν κάνει να προβληθεί και μας υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει να ασχολούμαστε με ζητήματα εσωτερικής ασφάλειας. Τι θέλουμε να πούμε; Από τότε που ο Χριστόδουλος Ξηρός δεν επέστρεψε στη φυλακή μετά απο την ολιγοήμερη άδεια που πήρε, τα μαντρόσκυλα του κράτους έχουν μπουκάρει σε δεκάδες σπίτια.

Στο στόχαστρο των μπάτσων είναι κυρίως άτομα που συμμετέχουν σε συνελεύσεις, άνθρωποι που ανήκουν περήφανα στον αντιεξουσιαστικό χώρο, επισκέπτες ελεύθερων κοινωνικών χώρων κτλ. Οι μπάτσοι εστιάζουν πιο πολύ σε νεαρές ηλικίες γιατί γνωρίζουν ότι πρέπει να τρομοκρατηθεί όχι μόνο το άτομο που δέχεται την εισβολή, αλλά και όλοι όσοι τον/την γνωρίζουν. Φίλοι, συγγενείς, συνάδελφοι, συμφοιτητές και γείτονες πρέπει να πάρουν το μήνυμα.

Είναι σαφές ότι οι δεκάδες εισβολές των μπάτσων γίνονται με διαταγές της πολιτικής ηγεσίας. Η ακροδεξιά χούντα των Σαμαρά/Βενζέλου σπεύδει να επιδείξει “έργο” στα αφεντικά της και ταυτόχρονα να προσελκύσει ψήφους από τους ναζί. Λογικό και κατανοητό. Εκτός απο τα γεροσάψαλα και τους αφόρητα ηλίθιους, ποιους άλλους μπορεί να προσελκύσει η σημερινή κυβέρνηση;

Οι μπάτσοι δεν είναι τόσο πανίβλακες (αν και ποτέ δεν ξέρεις) για να πιστεύουν ότι θα μπουν σε ένα σπίτι και θα πετύχουν τον Χριστόδουλο να πίνει φραπέ και να τρώει πάστες. Η δικαιολογία για τις εισβολές των μπάτσων είναι πάντα η ίδια αφού η λέξη πρωτοτυπία δεν υπάρχει στο χοιρινό λεξιλόγιο: Δέχονται “ανώνυμο τηλεφώνημα” για όπλα και εκρηκτικά και πρέπει να ερευνήσουν το χώρο. Με αυτή την αιτιολογία μπήκαν σε ένα σπίτι, μπήκαν σε δύο, σε τρία, σε τριάντα. Αποτέλεσμα; Δεν τον βρήκαν.

Βρίσκουν όπλα, ή αντικείμενα που μπορούν να ονομάσουν όπλα, βρίσκουν μικροποσότητες ναρκωτικών, βρίσκουν κωλόχαρτα, βρίσκουν προφυλακτικά, βρίσκουν τις γυναίκες τους σε ξένα κρεβάτια, βρίσκουν ζυμαρικά, βρίσκουν βιβλία, βρίσκουν τασάκια, βρίσκουν ποτήρια. Χριστόδουλο όμως, μέχρι σήμερα, δεν βρίσκουν. Μιλάμε για ακόμα μία παταγώδης αποτυχία της ελληνικής αστυνομίας που μένει στην αφάνεια από τα καθεστωτικά ΜΜΕ. Τόσες εισβολές και τόσες έρευνες δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Τόσα “ανώνυμα τηλεφωνήματα” και τόση αστυνομική δράση, αλλά ουσία μηδέν για τους δαιμόνιους μπαλούρδους.

Το αληθινά εκπληκτικό της υπόθεσης είναι ότι όλο αυτό το μπατσικό πανηγύρι έχει θαφτεί εντελώς. Ελάχιστες αναφορές στις εφημερίδες και στα ραδιόφωνα και καμία αναφορά στα τηλεοπτικά κανάλια. Στην εποχή της εικόνας (όπως έλεγε το προηγούμενο κείμενο μας) δεν έχει σημασία τι γίνεται, αλλά το τι φαίνεται. Και αν αυτό που φαίνεται είναι το απροκάλυπτο φακέλωμα των μαθητών και οι αθώες προσκλήσεις στους διευθυντές των σχολείων για κουβεντούλα στο τμήμα, τότε μπορούμε να διαπιστώσουμε και τον κρυφό στόχο/πόθο της σημερινής κυβέρνησης: Ένας μπάτσος σε κάθε σπίτι…

ΥΓ: Η μεγάλη ξεφτίλα δεν είναι να τρως ξύλο επειδή σε πέρασαν για κάποιον άλλο. Η μεγάλη ξεφτίλα είναι να τρως ξύλο και να μην τολμάς να πεις ότι είσαι μπάτσος γιατί τότε θα πάθεις τα χειρότερα.

Η αυτοκτονία ενός οικειοθελώς παραιτηθέντα εργαζομένου

ce15d-112

Οι μισθοφόροι, αυτοί με τα πολιτικά που εργάζονται ως σεκιούριτι κατασκοπεύοντας πελάτες και εργαζόμενους δουλεύουν επί δωδεκάωρης βάσης καθημερινά. Για κάθε ώρα εργασίας πληρώνονται με δυο ευρώ. Το μπόνους που λαμβάνουν όμως εάν εντοπίσουν πελάτη να κλέβει φτάνουν στα 50 ευρώ συν το πρόστιμο που πληρώνει ο πελάτης. Για δε τους εργαζόμενους το μπόνους ανέρχεται στα…400 ευρώ.

Από την Ντίνα Ιωακειμίδου

Ο 49χρονος Στέφανος Βαλαβάνης εργαζόταν στην εταιρεία Praktiker επί δώδεκα συναπτά έτη και δεν είχε δώσει ποτέ κανένα δικαίωμα. Ευσυνείδητος,εργατικός, ευαίσθητος, και πολύ αξιοπρεπής. Δούλευε αγόγγυστα και δεν παραπονιόταν ακόμη κι όταν η εταιρεία τον μετακινούσε από το υποκατάστημα του Αιγάλεω είτε στη Μεταμόρφωση είτε στον Ταύρο. Δεν παραπονιόταν αν και έμενε μακριά. Δεν παραπονιόταν γιατί το σημαντικό ήταν ότι δούλευε. Και είχε πολύ μεγάλη ανάγκη αυτή τη δουλειά. Με τον μισθό των 850 ευρώ συντηρούσε τον εαυτό του, την καρκινοπαθή αδελφή του και τον παραπληγικό αδελφό του. Την χρειαζόταν την δουλειά, την χρειαζόταν πάση θυσία.

Για αυτό το λόγο με βαριά καρδιά συμφώνησε και υπέγραψε τη μείωση μισθών που επέβαλε η εταιρεία μονομερώς από τον Ιανουάριο. Εξάλλου το κλίμα τρομοκρατίας στον εργασιακό χώρο δεν άφηνε και πολλά περιθώρια. Από τους 1200 εργαζόμενους δεν υπέγραψαν περίπου 200 αλλά και όσοι δεν υπέγραψαν τους επιβλήθηκαν μονομερώς οι μειώσεις. Και γιατί όχι; Ποιον θα φοβηθεί η εταιρεία;

Το Σάββατο της 1ης Φεβρουαρίου ιδιωτική φύλακας με πολιτικά, υπάλληλος της εταιρείας σεκιούριτι που κατασκοπεύουν υπαλλήλους και πελάτες, τον παραπέμπει στο γραφείο της διεύθυνσης με την κατηγορία της κλοπής. Γιατί; Διότι εντοπίστηκε ανοιχτό ένα κουτί με εργαλεία. Γιατί κλοπή, όταν δεν θεωρείται ότι έχει συντελεστεί εάν ο φερόμενος ως δράστης δεν διαβεί την πύλη της εξόδου του καταστήματος;

Ύστερα από λίγο, ο Στέφανος Βαλαβάνης βγαίνει από το γραφείο έχοντας υπογράψει χαρτί οικειοθελούς παραίτησης. Τη Δευτέρα το πρωί βρέθηκε απαγχονισμένος στο σπίτι του, η ιατροδικαστική έκθεση επιβεβαιώνει ότι πρόκειται περί αυτοκτονίας.

«Τον εκβίασαν για να τον εξωθήσουν σε παραίτηση» δηλώνουν με μια φωνή οι συνάδελφοί του. Η εταιρεία, όμως, με το χαρτί της οικειοθελούς παραίτησης έχει ήδη φροντίσει να κοινοποιήσει στους εργαζόμενους ότι δεν θα ανεχτεί άλλο την διαρροή σχολίων στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης.

«Το κλίμα τρομοκρατίας, επιπλήξεων και ρουφιανιάς που έχει επιβάλλει η εταιρεία δεν αφήνει πολλά περιθώρια στους εργαζόμενους» τονίζει στο UNFOLLOW ο πρόεδρος του σωματείου των εργαζομένων στο Praktiker, Μάκης Τσεκούρας. «Οι μισθοφόροι, αυτοί με τα πολιτικά που εργάζονται ως σεκιούριτι κατασκοπεύοντας πελάτες και εργαζόμενους, δουλεύουν επί δωδεκάωρης βάσης καθημερινά. Για κάθε ώρα εργασίας πληρώνονται με δυο ευρώ. Το μπόνους που λαμβάνουν όμως εάν εντοπίσουν πελάτη να κλέβει φτάνει στα 50 ευρώ συν το πρόστιμο που πληρώνει ο πελάτης. Για δε τους εργαζόμενους το μπόνους ανέρχεται στα 400 ευρώ. Αντιλαμβάνεστε ότι πρόκειται για κυνήγι μαγισσών».

Ο άνθρωπος λοιπόν αυτός, που είχε απόλυτη ανάγκη την εργασία του, που μια ημέρα πριν υπέγραψε την ατομική σύμβαση, που γνώριζε πολύ καλά ότι ο χώρος φυλάσσεται από σεκιούριτι που λαμβάνουν έξτρα μπόνους εντοπίζοντας είτε φανταστικούς είτε αληθινούς κλέφτες, θα προέβαινε σε κλοπή εργαλείων; Θα υπέγραφε οικειοθελώς την παραίτησή του;

«Το τελευταίο διάστημα το Praktiker προέβη στην απόλυση 15 υψηλόβαθμων στελεχών της εταιρείας καταβάλλοντας αποζημιώσεις ενός εκατομμυρίου ευρώ» προσθέτει ο πρόεδρος του σωματείου. «Στον Στέφανο όμως, που ήταν γνωστά τα πολύ σοβαρά οικογενειακά και οικονομικά προβλήματα, δεν κατεβλήθη ούτε αποζημίωση ούτε η δυνατότητα τουλάχιστον να λάβει το επίδομα ανεργίας».

Για να τελεστεί η κηδεία του Στέφανου Βαλαβάνη απαιτήθηκε η συγκέντρωση χρημάτων από το σωματείο. Προφανώς το Praktiker δεν ενδιαφέρεται για πρώην εργαζόμενους και μάλιστα εργαζόμενους που έχει αποπέμψει με αυτόν τον τρόπο. Εξάλλου το απασχολούν σοβαρότερα ζητήματα όπως η ανεύρεση αγοραστή, καθώς παρά την κερδοφορία των 3,5 εκατομμυρίων ευρώ που σημείωσε κατά τη διάρκεια του 2012, η μητρική στη Γερμανία έχει υποβάλλει αίτηση πτώχευσης έχοντας βάλει λουκέτο παράλληλα στα καταστήματά της στην Ουκρανία και τη Ρουμανία.

Πάντως τα χρήματα της αποζημίωσης του Στέφανου Βαλαβάνη τα εξοικονόμησε…

Η Δημοκρατία τους κουκουλώνει τις ευθύνες τους…

ce15d-112

Κάθε κόμμα που συμμετέχει στις βουλευτικές εκλογές, δίνει μια «υποσχετική» στους πολίτες με βάση την οποία τους ζητά να την ψηφίσουν.

Πάρα μα πάρα πολλές φορές τα περισσότερα από όσα είχε υποσχεθεί κάποιο κόμμα προεκλογικά, δεν…υλοποιούνται ή υλοποιούνται ακριβώς τα αντίθετα, όταν το κόμμα αυτό βρεθεί στην εξουσία.

Οι δικαιολογίες που χρησιμοποιούνται είναι πολλές, και λίγο πολύ γνωστές.    Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη

«Παραλάβαμε χάος», «Δεν είχαμε όλα τα στοιχεία στη διάθεσή μας», «Η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη από όσα περιμέναμε», «Προέκυψαν αλλαγές στις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες συνθήκες» και το πιο προκλητικό από όλα «Αυτά ακριβώς λέγαμε και προεκλογικά».

Από μία άλλη οπτική γωνία και τηρουμένων των αναλογιών θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι τα κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο ζητάνε τη σύναψη ενός «δανείου εμπιστοσύνης» με τους ψηφοφόρους. Μόνο που η σύναψη αυτού του «δανείου», δεν συνοδεύεται από κάποιο σχετικό συμβόλαιο που να αναγράφει τις υποχρεώσεις του «κόμματος-δανειολήπτη» ούτε υπάρχουν ποινικές κυρώσεις για το «κόμμα-δανειολήπτη» σε περίπτωση αθέτησης των υποσχέσεών του προς τους πολίτες.

Προφανώς, κάτι τέτοιο, καλά κάνει και δεν υπάρχει γιατί είναι πολύ επικίνδυνο καθώς δεν μπορεί κανένας να κάνει δίκη προθέσεων ούτε να αποδείξει ότι κάποιο κόμμα λειτούργησε δόλια με σκοπό να υφαρπάξει το «δάνειο εμπιστοσύνης» από τους πολίτες.

Για 4 χρόνια, το κόμμα που θα συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία, «ενοικιάζει» τη διακυβέρνηση της χώρας και μόνο αν το ίδιο το θελήσει μπορεί να σπάσει το συμβόλαιο σε μικρότερο χρονικό διάστημα.

Να σημειώσουμε, στο σημείο αυτό, ότι ο μοναδικός δεσμευτικός όρος που υπάρχει σ’ αυτή τη μεταφορική «δανειακή σύμβαση» είναι η χρονική διάρκεια του «δανείου», η οποία, για τη χώρα μας, έχει οριστεί στα 4 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της «ενοικίασης» η κυβέρνηση οφείλει να λειτουργεί, στο όνομα του λαού, προς όφελος των πολιτών και του δημοσίου συμφέροντος, τηρώντας το Σύνταγμα και τους νόμους της χώρας, της οποίας την ακεραιότητα και ανεξαρτησία οφείλει να προστατεύει και να μην την εκχωρεί.

Υπάρχει, βέβαια και η περίπτωση, οι πολίτες να ζητήσουν νωρίτερα την έξωση της «κυβέρνησης-ενοικιαστή», αν διαπιστώσει ότι ο τρόπος διακυβέρνησης έρχεται ενάντια, τόσο στο δημόσιο συμφέρον, όσο και στις προεκλογικές υποσχέσεις.

Βέβαια, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν είναι λίγες οι φορές που οι πολίτες αντιλαμβάνονται πως, όσα είχαν ειπωθεί προεκλογικά από κάποια κόμματα και ειδικά αν αυτά είναι «κόμματα εξουσίας», όπως λέγονται, ήταν μόνο υποσχέσεις που δεν επρόκειτο να πραγματοποιηθούν.

Ποινικές, λοιπόν, ευθύνες δεν μπορούν να ζητηθούν από κόμματα που άλλα υπόσχονται προεκλογικά και άλλα κάνουν μετεκλογικά. Μπορούν όμως να ζητηθούν πολιτικές ευθύνες τις οποίες αποδίδουν οι ίδιοι οι πολίτες είτε όταν θα έρθει η επόμενη εκλογική αναμέτρηση είτε και νωρίτερα με μαζικές διαμαρτυρίες, μαζικές διεκδικήσεις, πορείες και απεργίες.

Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση που κάποια κυβέρνηση νομοθετεί ενάντια στους νόμους και το Σύνταγμα, όπως γνωμοδοτούν και αποφασίζουν οι αρμόδιες δικαστικές αρχές και μάλιστα όταν αρνούνται να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις αυτές; Σε μια τέτοια περίπτωση, υπάρχουν μόνο πολιτικές ή και ποινικές ευθύνες; Ως μη ειδικός, δεν μπορώ να έχω άποψη για το συγκεκριμένο ερώτημα.

Από την άλλη μεριά, οι ίδιοι οι πολίτες, έχουν υποχρέωση να προστατεύουν την τήρηση του Συντάγματος και να μην δέχονται την παραβίασή του από τον οποιονδήποτε. Άρα, θεωρούνται το ίδιο υπεύθυνοι με τον παραβάτη;

Ένα σχετικό παράδειγμα παρόμοιου καταμερισμού ευθυνών έχουμε στην περίπτωση όσων, τα προηγούμενα χρόνια ήταν ασυνεπείς είτε στην απόδοση των φόρων είτε στην απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών.

Οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, με την ευθύνη των εκάστοτε κυβερνήσεων, όφειλαν να αναζητήσουν από τους οφειλέτες, να αποδώσουν τις οφειλές τους. Αντί γι’ αυτό, ειδικά για τους μεγαλοοφειλέτες, χορηγούνταν μακροχρόνια περίοδο ασυλίας με αποτέλεσμα, η μη απόδοση των οφειλών, όχι μόνο να γίνεται καθεστώς, αλλά να εκλαμβάνεται ως «μαγκιά» και «εξυπνάδα». Το φαινόμενο, όπως διαβάζουμε στον Τύπο, εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα, την ίδια περίοδο που εξαντλείται κάθε αυστηρότητα σε περιπτώσεις μικροοφειλετών που λόγω της κρίσης, έχουν αντικειμενική δυσκολία να ανταπεξέλθουν.

Είναι προφανές ότι ο μόνος υπεύθυνος για την είσπραξη των οφειλών είναι το κράτος. Είναι όμως, επίσης προφανές ότι αυτοί που ωφελούνται από την «απροθυμία» του κράτους να εισπράξει τις οφειλές είναι οι μεγαλοοφειλέτες οι οποίοι μπορούν να χρησιμοποιούν τα ποσά των οφειλών για να αυξάνουν την περιουσία τους.

Αντί, λοιπόν να αναζητηθούν ευθύνες στις κυβερνήσεις που δεν κάνουν αυτό που θα έπρεπε, οι ευθύνες, και με τη βοήθεια των ΜΜΕ, μεταφέρονται στους πολίτες που δεν καταβάλουν τις εισφορές τους, βάζοντας στο ίδιο σακί και αυτούς που αντικειμενικά μπορούν και αυτούς που αντικειμενικά, δεν μπορούν.

Αν στα παραπάνω προσθέσουμε και την άρνηση του κράτους να καταβάλει τις οφειλές του προς τους ιδιώτες εκείνους, που δεν έχουν την οικονομική  δυνατότητα να διεκδικήσουν δικαστικά αυτές τις οφειλές, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι, με ευθύνη των κυβερνήσεων, το κράτος και με τον τρόπο αυτό, συντελεί στη μεταφορά πλούτου σε όσους ήδη διαθέτουν μπόλικο, από όσους ήδη έχουν πληρώσει πολύ ακριβά «το λογαριασμό».

Αξίζει, επίσης να δούμε, από σχετικές λίστες που είδαν το φως της δημοσιότητας, ποιοι φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις όσων οφείλουν τόσο στις τράπεζες, όσο και στο δημόσιο. Το παράλογο(;), είναι πως αυτοί, δανειοδοτούνται από τις τράπεζες για να ξεπεράσουν την «οικονομική συγκυρία». Για τους μικροοφειλέτες; Ούτε λόγος να γίνεται για παρόμοια αντιμετώπιση.

Τελικά, στη Δημοκρατία, στην Ισονομία και στην Ισότητα, οι εκάστοτε κυβερνήσεις δίνουν τον ορισμό που τους συμφέρει ο οποίος εξαντλείται στην εκλογή τους μέσω της ψηφοφορίας κάθε τέσσερα χρόνια.