Ο μικρός Αλέξης που δεν μπορούσε

wpid-pitsirikos-logo.jpg

Αλέξη, σε έβλεπα όταν μίλαγες πριν πιάσεις την καρέκλα.
Οι κινήσεις σου, η ομιλία σου, τα λόγια σου μου θύμιζαν έναν άλλο λαοπλάνο που πούλαγε φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

Σε έλεγα Αντρέα Τσίπρα, πολύ πριν το ακούσω από «σατιρικές» εκπομπές.

Έκανες την φωνή σου πιο μπάσα, κούναγες τα χέρια σου, κοίταγες αριστερά και δεξιά όπως αυτός που φώναζε «Τσοβόλα δώστα όλα», όταν μας έλεγες πως θα καταργήσεις τα μνημόνια.

Δεν με έπεισες να σε ψηφίσω, ειδικά όταν έβλεπα να μαζεύεις όλα τα αρούρια που πηδούσαν από το πλοίο της πασοκολέρας.

Αλλά μετά τις εκλογές με εξέπληξες ευχάριστα.

Είδα και κάποιον να φέρνει αντίσταση στον βιαστή του για μήνες.

Να το παλεύει. Μου δημιούργησες ελπίδα ρε μαλακαντρέα. Ή μαλακαλέξη. Πως κάποιος θα πει όχι. Ως εδώ.

Τόσο που αγνόησα την συνεργασία σου με κάποιον που δεν έχει δουλέψει ούτε μια μέρα στη ζωή του και κατευθείαν από τα ακροδεξιά τμήματα της νεολαίας του κόμματος του μπήκε στην Βουλή.

Τόσο που αγνόησα την επιλογή σου για Πρόεδρο της Δημοκρατίας που ήταν για γέλια και για κλάματα. «Έμεινα Πάκης».

Γιατί είδα πρώτη φορά τον πατέρα μου να χαμογελάει και να πιστεύει πως θα δει κάποιον που νοιάζεται για τον λαό να κάνει αυτό που πρέπει.

Ο πατέρας μου Αλέξη, ο κυρ Μάνος, ήταν παιδάκι όταν τα γερμανικά Στούκας βομβάρδιζαν τον Πειραιά και κρυβόταν κάτω από ένα τραπέζι κλαίγοντας.

Έβγαλε τις λευκές τρίχες του θανάτου, αυτές που έβγαζες λίγο πριν πεθάνεις από την πείνα.

Η οικογένειά του έχασε όλη της την περιουσία, για μερικούς τενεκέδες λάδι από τους μαυραγορίτες, τους γόνους των οποίων έλεγες πως θα κυνηγήσεις.

Είδε μετά τον πόλεμο όλα τα πλεούμενα του παππού μου στην ιδιοκτησία συνεργατών των Γερμανών.

Οι ίδιοι συνεργάτες και τα παιδιά τους που σήμερα είναι μεγαλοεπιχειρηματίες και μας κουνάνε το δάχτυλο που θέλουμε να βγούμε από το Ευρώ.

Έφαγε ξιφολόγχη στο πόδι του από Γερμανό στρατιώτη επειδή του είπε στα μούτρα «Χίτλερ νιχτ γκουτ». Αν δεν έμπαινε Ιταλός στην μέση να του βουτήξει το τουφέκι, μάλλον δεν θα σου έγραφα τώρα.

Καθάρισε τις Γερμανικές νάρκες μαζί με τα αδέρφια του στην Πειραϊκή.

Δεν σταμάτησε ακόμα και όταν τους πυροβόλησαν τα Γερμανικά αυτόματα από περίπολο στη θάλασσα.

Στήθηκε άγημα Άγγλων ναρκαλιευτών για να χαιρετήσουν στρατιωτικά αυτόν και τα αδέρφια του.

Ούτε 15 χρονών, και είχε κάνει ήδη πράγματα που εμείς θα τα βιώσουμε μόνο σε ταινίες.

Και δεν κράτησε καμία κακία στον λαό της Γερμανίας.

Του άρεσε η εφευρετικότητα τους και την τελειομανία τους σε ότι έφτιαχναν. Το υιοθέτησε και το πέρασε σε εμένα.

Αλλά πάντα θυμόταν κάτι που του είχε πει ένας Δυτικογερμανός, μεταξύ σοβαρού και αστείου όταν είχε πάει εκεί για δουλειές, γύρω στο ’80.

«Να ξέρετε πάντως, ότι δεν σας πήραμε με τις βόμβες, θα σας το πάρουμε με το Μάρκο».

Από παιδάκι, είχα αυτή τη φράση στο πίσω μέρος του μυαλού μου και εγώ. Πριν 5 χρόνια, συνειδητοποίησα πόσο δίκιο είχε ο -τώρα σκέτος- Γερμανός.

Απλά, το Μάρκο είχε μετονομαστεί σε Ευρώ.

Αυτόν τον πατέρα μου, Αλέξη, που η σύνταξη του από 50+ χρόνια εισφορών στο ταμείο εμπόρων, έγινε απλά χαρτζιλίκι και επαιτεία, τον είχες κάνει να χαμογελάσει.

Ξέχασε και το ότι είδε τις ίδιες εικόνες, τα ίδια σύμβολα και άκουσε τις ίδιες μουσικές με ελληνικούς στίχους 70 χρόνια μετά, από τα μαυροφορεμένα καραφλά «παιδιά» που τα μόστραραν περήφανοι.

Στα 80 του χρόνια είχε ελπίδα. Γούσταρε. «Τους τρέχει το παλικάρι μου» έλεγε, «δεν σκύβει, δεν υποχωρεί» και βούρκωνε από χαρά.

Πρώτη φορά πίστεψε πολιτικό. Και σε έλεγε «παλικάρι μου». Αυτός που είχε σταθεί πραγματικό παλικάρι πριν καν ενηλικιωθεί.

Με την μέση του πρησμένη μετά από σοβαρό χτύπημα, βρήκε την δύναμη και ανέβηκε με φριχτούς πόνους δυο ορόφους στο εκλογικό τμήμα για να πάει να ψηφίσει «ΟΧΙ» γιατί σε πίστεψε.

Εσένα, και όχι τα «τσοντοκάναλα της διαπλοκής» που τον βομβάρδιζαν όλη μέρα με εικόνες πανικού και ψέμματα. Δεν τα έχαψε.

Μαζί σε πίστεψα κι εγώ.

Γιατί, όταν κάλεσες τον κόσμο για το δημοψήφισμα, ήταν η πρώτη φορά που πίστεψα πως τελικά παίζει και να έχεις αυτά που λείπουν κατά κανόνα από έναν Έλληνα πολιτικό.

Δεν σου πήρε παρά λίγες ώρες για να δείξεις πως δεν ήταν ποτέ ο σκοπός σου το «ΟΧΙ».

Δεν σου πήρε παρά λίγες ώρες για να σβήσεις το χαμόγελο μας, την ελπίδα μας και μαζί και το χαμόγελο του κυρ Μάνου.

Αλλά θα σου πω ότι θα πω και στον πατέρα μου Αλέξη.

Φυσικά και ήταν καλό το δημοψήφισμα, άθελα σου έβγαλες στην φόρα τον οχετό των ΜΜΕ ακόμα και σε αυτούς που δεν ήθελαν να το παραδεχτούν.

Έβγαλες από την φωλιά τους τα ποντίκια που δεν έχουν πρόβλημα ή δεν τους νοιάζουν τα προβλήματα των άλλων.

Έκανες να βγει ο αληθινός χαρακτήρας πολλών ατόμων στην φόρα, κάτι που μόνο στο στρατό το είχα βιώσει, αλλά πλέον συνέβη σε μαζική κλίμακα.

Χωρίς να το θες τελικά, ένωσες τον λαό.

Έκανες και τον τελευταίο απολιτίκ, που προτιμούσε να τον τραβάνε οι κάμερες του Σταρ να λιάζεται στην παραλία αντί να πηγαίνει στις κάλπες, να ενδιαφερθεί.

Πρώτη φορά, τα πρόβατα λιγοστεύουν, οι τυφλοί αρχίζουν και βλέπουν και φράσεις και λέξεις που κάποτε ήταν ταμπού, μπορούν να ειπωθούν.

Δεν τρέχει, Αλέξη. Εσύ ακολούθα τους προκατόχους σου.

Αυτοί τον γούσταραν τον βιασμό χωρίς αντιστάσεις. Εσύ απλά τους έκανες τσαλιμάκια για να τους ανάψεις πιο πολύ.

Έτσι θα σε θυμόμαστε. Και θα πρέπει να ζήσεις με αυτό. Σε παράφραση του «The little engine that could», είσαι «Ο Μικρός Αλέξης που δεν μπορούσε». Ή δεν τόλμησε.

Καλή συνέχεια Αλέξη.

Μπορεί να σε καλεί και ο Κωστάκης στην Ραφήνα για κανένα διπλό στο PS4. Ή ο Σταύρος και η Φώφη για καφεδάκι στο Γράν Μπρετάν.

Αυτοί οι «φίλοι» θα σου μείνουν.

Εγραψε:
Pitsirikos

image