Νύχτα θανάτου

wpid-wp-1474438303777.jpeg


Βερολίνο. Νύχτα. Φλεβάρης του 1931. Το κραχ του 1929 έχει γονατίσει τις δυτικές οικονομίες κι ακόμα περισσότερο την οικονομία της ηττημένης στον Μεγάλο Πόλεμο Γερμανίας. Μια ομάδα

«Χαλυβδόκρανων» (εθνικιστές μιας ακροδεξιάς παρακρατικής και παραστρατιωτικής οργάνωσης) την έχει στήσει στις σκιές του χιονισμένου δρόμου σε μια εργατική γειτονιά. Οι άνδρες φορούν πολιτικά, βρίζουν τους πολιτικούς «που μας χτύπησαν πισώπλατα το ’18», ανάβουν τσιγάρα και φτύνουν ανάσες που βρωμάνε φθηνό αλκοόλ. «Να τος!». Το

πρωί, πάνω στο λερό χιόνι ψυχορραγούσε ακόμα, χάνοντας το τελευταίο του αίμα, μαχαιρωμένος έως θανάτου ο κομμουνιστής της γειτονιάς…

Αθήνα. Νύχτα. Νοέμβριος του 2011. Οι Χρυσαυγίτες επίγονοι των Χαλυβδόκρανων βγαίνουν απ’ τα γραφεία του κόμματός τους σε μια από τις δυτικές συνοικίες και σκορπίζουν παρέες-παρέες, χορτασμένοι απ’ τον εθνικό ύμνο τραγουδισμένον γκαριστί, τις βρισιές στους πολιτικούς, τις κατάρες για τους μετανάστες και τα κακοήθη αστεία για τις γυναίκες. Νιώθουν

Ελληνάρες όπως ακριβώς και οι ταγματασφαλίτες ιδεολογικοί τους πρόγονοι. Οι Ελληνες συνεργάτες των Ναζί, εκείνοι που έκοψαν την Ελλάδα στα τρία στην Κατοχή, εκείνοι που πούλαγαν τη μάνα τους για έναν ντενεκέ λάδι…

Βερολίνο. Μέρα μεσημέρι. Ανοιξη του 1936. Μια φαιόχρωμη ομάδα των Ταγμάτων Εφόδου προπηλακίζει στο κέντρο της πόλης έναν Εβραίο μπροστά στο μαγαζί του. Τον δέρνουν, τον διαπομπεύουν, χαχανίζουν μεταξύ τους, ενώ στο σπασμένο μαγαζί γράφουν: «Εβραίος Εχθρός του Λαού». Στο υπόγειο του ίδιου μαγαζιού, ένας άντρακλας-υπεράνθρωπος χώνει την ξιφολόγχη του στην κοιλιά του μπακαλόγατου που προσπαθεί να κρυφτεί ανάμεσα σε βαρέλια και κιβώτια. Το παιδάκι

πνίγεται στο αίμα του, διότι το αίμα του ήταν μπάσταρδο, βρώμικο, όχι καθαρόαιμο όπως του Αριου που το έσφαξε – αίμα, τιμή, Χρυσή Αυγή.

Αθήνα. Μέρα μεσημέρι. Κάποιον μήνα -δεν ενθυμούμαι ποιον- ο φυρερίσκος Μιχαλολιάκος ωρύεται από του βήματος μιας συγκέντρωσης της Χρυσής Αυγής με αναφορές στα χιτλερικά αποβράσματα των Ες Ες που ακόνιζαν τις ξιφολόγχες τους στα κράσπεδα των πεζοδρομίων. Πριν να τις

μπήξουν στις καρδιές των ανθρώπων. Τα ίδια εμέσματα ο ιμιτασιόν φύρερ επανέλαβε από του Βήματος της Βουλής των Ελλήνων. Αυτήν την ίδια Βουλή που συνεστήθη ύστερα από δύο Επαναστάσεις, την Εθνεγερτήριο του 1821 και τη Συνταγματική του 1843. Τη Βουλή μέσα στην οποίαν πλανώνται οι σκιές του Κολοκοτρώνη και του Διάκου, του Καραϊσκάκη και του Μακρυγιάννη.

Της Βουλής για το αυτεξούσιον της οποίας οι Ελληνες έχυσαν το αίμα τους πολεμώντας εναντίον του φασισμού το 1940. Ορθώνοντας γιγάντιο το ανάστημά τους στην παγκόσμιας αξίας εποποιία της Εθνικής Αντίστασης το 1941-44, όταν

οι ιδεολογικοί πρόγονοι της Χρυσής Αυγής έκαιγαν, βασάνιζαν, σκότωναν, λήστευαν και πλούτιζαν από το αίμα (αίμα – τιμή – Χρυσή Αυγή) των συμπατριωτών τους, των γειτόνων τους, των συγγενών τους. Μιλούν

οι Χρυσαυγίτες για πατρίδα – αυτήν που βίασαν. Μιλούν για πατριωτισμό, αυτοί που κατέδιδαν τους πατριώτες στους Γερμανούς και σκότωναν τους συμπατριώτες τους οι ίδιοι,

όπως σκότωσαν σήμερα και τον Παύλο Φύσσα.

Σκοτάδι. Νύχτα. Αθήνα, 2014. Τον φουκαρά τον μεταναστάκο (κι έναν και δύο και τρεις και δεκατρείς) τον έφαγε ακριβώς αυτό το σκοτάδι – χύθηκε το μπάσταρδο βρώμικο αίμα του από το χέρι του Ελληνάρα που έχυσε και το αίμα του Ελληνα αδελφού του. Αυτό είναι η πεμπτουσία του φασισμού, δεν κάνει διακρίσεις στο αίμα που χύνει. Απλώς ο φασίστας πιστεύει ότι το δικό του αίμα είναι ανωτέρας ποιότητος,

ποιότητος Ρουπακιά, Μιχαλολιάκου, Κασιδιάρη. Ποια είναι η ποιότητα Κασιδιάρη; Ο άνθρωπος έχει ζωγραφισμένον με τατουάζ έναν αγκυλωτό σταυρό στον ώμο του και ντρέπεται να το ομολογήσει, η κότα. Τέτοιοι λεβέντες είναι, έτσι υπερασπίζονται τα πιστεύω τους. Σαν τους ασβούς.

Βερολίνο. Φλεβάρης του 1945. Φορτηγά διασχίζουν μουγκρίζοντας τους δρόμους της πόλης – βραδιάζει. Ομάδες μαυροντυμένων πιτσιρικάδων ξεπηδούν απ’ τα καμιόνια σαν δαίμονες της νύχτας. Ακροβολίζονται στους δρόμους. Ελέγχουν διευθύνσεις, τραβολογάνε έξω από μαρκαρισμένα σπίτια τούς ηλικιωμένους που δεν πρόλαβαν να τους φάνε τα μέτωπα και τους εκτελούν επιτόπου. Τους κρεμούν ύστερα απ’ το λαιμό χαρτόνια που γράφουν «Προδότες». «Ηττοπαθείς». Αυτά τα χαρτόνια τα κρεμούν τα παιδιά στους πατεράδες τους,

αυτό ήταν το τελευταίο σπάραγμα του φασισμού: να καρφώνει το παιδί τον πατέρα για δειλία και να τον εκτελεί το ίδιο για προδοσία. Αυτές ήταν οι ομάδες θανάτου και αυτή ήταν η τελευταία

προσφορά των ναζί στον ανθρώπινο πολιτισμό.

Αυτόν τον «τρόμο και την αθλιότητα», αυτό το έρεβος κουβαλάνε μέσα τους οι φασίστες. Αυτό οδηγεί το χέρι τους στον φόνο ή στο λάδωμα. Δηλώνουν εθνικιστές (και είναι), «ξεχνώντας» ότι οι εθνικιστές πρόδωσαν το ελληνικό έθνος, όποτε τους δόθηκε η ευκαιρία. Πρόδωσαν την πατρίδα, δολοφόνησαν πατριώτες και εγκλημάτησαν παντί τρόπω.

Σήμερα η Χρυσή Αυγή εκμεταλλεύεται τις δύσκολες για τους Ελληνες παραμέτρους του προσφυγικού προβλήματος και ψαρεύει στα θολά νερά. Οπως οι αργυρώνητες ΜΚΟ ψαρεύουν απ’ το προσφυγικό φράγκα, έτσι οι φασίστες ψαρεύουν ψήφους. Και εδώ και στην Ευρώπη. Αλλού ενδεδυμένοι τους μαύρους χιτώνες του θανάτου και αλλού το καθωσπρεπιλίκι της «ακροδεξιάς με ανθρώπινο πρόσωπο», όπως το AfD στη Γερμανία ή το Εθνικό Μέτωπο (επ’ εσχάτοις) στη Γαλλία.

Πρόκειται για το ίδιο απάνθρωπο πρόσωπο, το πρόσωπο της Μέδουσας, που όταν έρθει η ώρα θα πετρώσει όποιον το δει. Πρόκειται

για το πρόσωπο του θανάτου που είδε καταπρόσωπο μια νύχτα ο Παύλος Φύσσας, μια νύχτα του 2013 στην Αθήνα, μια νύχτα του 1938 στο Βερολίνο, μια νύχτα που δεν πρέπει να έρθει ποτέ ξανά, πουθενά στον κόσμο…


Πηγή