Άκου, φίλε…

troikanoi1383633439
Σε διαβάζω. Κι επειδή καμιά φορά μ’ αγγίζεις με αυτά που γράφεις, είπα να σου πω κι εγώ κάτι. Να το ξέρεις και να μην έχεις ψευδαισθήσεις.

Μια υπηρέτρια είναι η Ελλάδα. Όχι «πεδίο βολής φτηνό, όπου ασκούνται βρίζοντας ξένοι φαντάροι» που λέει το τραγούδι. Όχι. Υπηρέτρια. Μια…υπηρέτρια σε πλούσιο σπίτι.    Πέντε-έξη είναι όλα κι όλα τα πλούσια σπίτια στη γειτονιά. Δύο-τρία στο ένα τετράγωνο κι άλλα δυο-τρία στο διπλανό. Παραπέρα λασπουριά. Δεν έχουν ούτε νερό να πιούνε. Πεθαίνουν οι μαύροι από τις αρρώστιες.

    Η Ελλάδα δεν ανήκει εκεί. Το ‘χε πει και ο… αείμνηστος με τη Σερραίικη προφορά του βαρήκοου: «Δεν σας καταλαβαίνω», του είχε πει του Ανδρέα. «Άλλοι ανήκουν στους Αφρικανούς, άλλοι ανήκουν στους Αδεσμεύτους, εμείς ανήκομεν εις την Δύσιν.» «Προτιμούμε να ανήκουμε στους Έλληνες», του είχε απαντήσει εκείνος. Κι εμείς μασήσαμε. Τι μασήσαμε; Μια τσίχλα μασήσαμε. Μια τσιχλόφουσκα που κάποια στιγμή έσκασε.
    Η Δύση, λοιπόν, είναι το οικοδομικό μας τετράγωνο. Και αυτό το τετράγωνο είναι η μέχρι τώρα επιτυχία μας. Που μένουμε εκεί, και όχι στη λασπουριά. Που φύγαμε από τη λασπουριά, όπου ήμασταν κάποτε κι εμείς.
    Το σπίτι όπου ζει κι εργάζεται η Ελλάδα –σαν υπηρέτρια, ξαναλέω και το υπογραμμίζω– της ανήκε κάποτε της Ελλάδας. Ήταν δικό της. Αλλά ξέπεσε και το ‘χασε. Άλλοι τώρα κάνουν κουμμάντο. Και κάνουν κουμμάντο, όσην ώρα εμείς ψάχνουμε να βρούμε πότε το ‘χασε και γιατί.
    Κάποιοι λένε πως το ‘χασε από τους Ρωμαίους, κάποιοι λένε από τους Χριστιανούς, κάποιοι από τους Οθωμανούς. Άλλοι λένε ότι δεν ήταν η Ελλάδα η σημερινή εκείνη που είχε το σπίτι, άλλοι λένε ότι δεν ήταν Έλληνες εκείνοι όπως εμείς, άλλοι λένε ότι γενικά δεν ήταν το ίδιο πράγμα, κι άλλοι λένε ότι δεν έχει καν νόημα να λες ότι είμαι εκείνο ή το άλλο την σήμερον ημέρα. Τους πιο πολλούς από αυτούς, να ξέρεις πάντως, απλώς τους ενοχλεί που το ‘χασε το σπίτι κι έγινε υπηρέτρια. Και νομίζουν ότι θα συγκινηθούν οι σημερινοί ιδιοκτήτες, άμα τους το υπενθυμίσεις, λες και δεν το ξέρουν. Αμ δε συγκινούνται, φίλε Soto…. Γελάνε. Ενοχλούνται και γελάνε. Άλλο τόσο μ’ εκείνους, που δεν θέλουν καθόλου υπηρέτριες σ’ αυτόν τον κόσμο.
    Για σκέψου λίγο! Αγωνίστηκε η Ελλάδα, μάτωσε, ίδρωσε. Ξανά και ξανά. Και ξανά. Όχι όμως για να πάρει το σπίτι πίσω, αλλά για ένα δωμάτιο τελικά, όπως γίνεται στα πλούσια σπίτια με τις υπηρέτριες. Σιγά μην της το δίνανε έτσι, αυτό το δωμάτιο… Σάμπως δεν της θυμίζουν κάθε τόσο ότι μπορεί και να το χάσει, να βρεθεί στο δρόμο, και να γυρίσει πάλι πίσω στη λασπουριά;
    Ποτέ δεν την άφησαν να μπει στο σαλόνι την Ελλάδα τ’ αφεντικά. Παρά μόνο για να συγυρίσει, όταν είχαν καλεσμένους. Ακούω αυτόν τον γελοίο τον Βενιζέλο να λέει ότι «ευτυχώς, δεν χάσαμε το σκληρό πυρήνα της εθνικής μας κυριαρχίας» και ότι ζητούμενο είναι «να γίνουμε πάλι θεσμικά ισότιμοι εταίροι», και με πιάνει ναυτία. Πότε ήμασταν θεσμικά ισότιμοι εταίροι; Όταν μας έμπαζαν τ’ αφεντικά στο χωλ; Ξέρεις πόσα σαλόνια έχει το σπίτι, φίλε Soto;
    Ακούω κι εκείνον τον άλλον, τον Σαμαρά, που θέλει να κάνει το καλό παιδί στ’ αφεντικά. Το ‘κοψε όμως ελόγου του μια μέρα μέχρι το απέναντι σπίτι. Παρακαλετά. Μην τυχόν και γύρευαν εκεί καμιά υπηρέτρια. Και θέλει να τον πάρουνε τ’ αφεντικά στα σοβαρά… Ο γελοίος κι αυτός! Τον πείραξε που πήγε κι άλλος στο απέναντι σπίτι, με τους καουμπόηδες… Είμαστε, λοιπόν, για τα πανηγύρια. Λάθος! Είμαστε για τα Κλασσικά Εικονογραφημένα. Για τα Μικι Μάους. Διαβάσματα των παιδικών μας χρόνων! Σεραφίνο εμείς, ο Μάγκας εναντίον Μικρού Σερίφη αυτοί…
    Γι αυτό σου λέω, φίλε Soto. Η Ελλάδα είναι μια υπηρέτρια. Και ξέρεις κάτι; Το γνωρίζουμε. Γι αυτό και μας αρέσει ο Ηλίας του 16ου. Εκεί, δεν ρίχνουν τ’ αφεντικά τις ευθύνες στην υπηρέτρια για το χαμένο δαχτυλίδι που έπαιξαν στον τοκογλύφο; Πού θα βρει το δίκηο της η υπηρέτρια; Στον κυρ-Αστυνόμο; Ποιος είναι σήμερα ο κυρ-Αστυνόμος, φίλε Soto; Ούτε Χατζηχρήστος δεν υπάρχει. Μόνο Βέγγος υπάρχει για να τρώει φάπες και χαστούκια, όση ώρα παριστάνουμε εμείς τον αδελφό απ’ το χωριό.
    Φίλε Soto,
    Δεν την αγαπάνε τα παιδιά της την υπηρέτρια. Τα ταΐζει, τα ποτίζει, κοψομεσιάζεται για αυτά, έχουν ματώσει τα γόνατά της από το σφουγγάρισμα, ξενοδουλεύει στο σπίτι που ήταν κάποτε δικό της, αλλά δεν την αγαπάνε. Θέλουν μόνο να της τρώνε το μεροκάματο. Το μεροκάματο και τίποτε αποφάγια, που περισσεύουν απ’ το σπίτι. Αν ήταν δυνατόν, να της έβρισκαν καλύτερη δούλεψη, καλύτερο αφεντικό. Για να περνάνε εκείνα καλύτερα. Κι αν δεν βρεθεί καλύτερο αφεντικό, θα φύγουν αυτά να βρουν αλλού ένα δικό τους.
    Και να σου πω και κάτι τελευταίο, που θα το ξέρεις, είμαι σίγουρος; Τ’ αφεντικά, του σπιτιού αυτού ή του απέναντι ή του παρακάτω, μυαλά δεν αλλάζουν. Και ξέρεις γιατί; Επειδή και τ’ αφεντικά έχουν αφεντικά. Μπορείς να γίνεις ένα από αυτά;
    Ουφ! Στα ‘πα και ξαλάφρωσα. Γράφε τώρα εσύ τα δικά σου. Σ’ ευχαριστώ που με διάβασες. Άκου τώρα και το καλύτερο:
    Με εκτίμηση,
    Σώτος
    Υ.Γ. Αν έχω καταλάβει καλά, είμαστε και συνονόματοι
Αγαπητέ φίλε και συνονόματε. Υπηρέτρια είναι κανείς όταν το πιστεύει αυτό ο ίδιος για τον εαυτό του. Όταν δεν το πιστεύει αυτό για τον εαυτό του, έχει ελπίδες. Ακόμα και αν όλοι οι άλλοι του συμπεριφέρονται σαν να είναι υπηρέτρια. Σ’ ευχαριστώ για το email. Εύχομαι να μην σε πείραξε που το δημοσίευσα.   otosblog