Ο μητροπολίτης και ο ζητιάνος

Γεια σου πιτσιρίκο, δεύτερη φορά σου γράφω, θέλω να καταθέσω σουρρεαλιστική σκηνή που ίσως συνοψίζει everything that’s wrong with our world: Πριν λίγο καιρό είμαι Μητροπόλεως και Αγίας Σοφίας, και πηγαίνω για τη στάση, όταν με πλησιάζει σκυφτός γεράκος με κακόμοιρο ύφος και μου ζητάει ελεημοσύνη. Του λέω αυτό που λέω συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, «δεν μου περισσεύουν φίλε μου» και συνεχίζω.

Μπροστά στη στάση, ανοίγει η πύλη της Μητρόπολης και εμφανίζεται απαστράπτουσα Μερσεντές με το κιτρινόμαυρο σημαιάκι της ΑΕΚ (με συγχωρείτε, του Βυζαντίου).

Εμφανίζεται λοιπόν ιερέας-σωφέρ, βιαστικός και νευρικός, ο οποίος μπαίνει, βάζει μπρος τη μηχανή και μετά βγαίνει, πηγαίνει και ανοίγει την πίσω πόρτα και στέκεται προσοχή.

Η όλη σκηνή είναι αρκετά περίεργη γιατί έχει χαρακτηριστικά στρατού, κάτι που δεν βλέπεις συχνά σε ιερείς.

Και τότε έρχεται αργά-αργά, and I shit you not, ντυμένος διάφορα χρυσοποίκιλτα και κρατώντας χρυσό σκήπτρο, ο Άνθιμος, ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.

Ο ιερέας, γενικώς, είναι ένας άνθρωπος που κατά τη γνώμη μου κοροϊδεύει τον κόσμο εξ επαγγέλματος, αλλά αυτό να δεχτώ ότι είναι θέμα άποψης (κόντρα και στη λογική και στην επιστημονική μέθοδο, αλλά… να το δεχτώ).

Ο συγκεκριμένος, είναι γνωστός και για διάφορες δηλώσεις-διαμάντια για τους μετανάστες και για τους γάμους μεταξύ ομοφυλοφίλων (επίσης θέματα άποψης), αλλά και για στενές σχέσεις με το νομάρχη της καρδιάς μας Ψωμιάδη. Τέλος πάντων.

Ενώ ο Άνθιμος είναι έτοιμος να μπει στην Μερσέντα λοιπόν -κι εγώ καταπιέζω την παρόρμησή μου να στηθώ μπροστά στην πύλη και να χαιρετίσω ναζιστικά κάνοντας πολιτική παρέμβαση-happening της πούτσας- βλέπω τον γεράκο να περνάει από μπροστά.

Μόλις αντιλαμβάνεται τον Άνθιμο λοιπόν, τον πλησιάζει με αμήχανο χαμόγελο και σκυφτό κεφάλι.

«Για να δω» σκέφτομαι με ενδιαφέρον, «τι ελεημοσύνη θα δώσει κοτζάμ μητροπολίτης στον αναξιοπαθούντα.»

Φευ, πολλές φορές η πραγματικότητα ξεπερνάει τη φαντασία όπως είπε κάποτε κάποιος (εγώ).

Ο γεράκος δεν ζητάει ελεημοσύνη. Φιλάει το χέρι του Άνθιμου και φεύγει χαμογελαστός, ικανοποιημένος που πήρε κάποια μόρια για διορισμό στον παράδεισο.

Η Μερσεντές απομακρύνεται κι εγώ πλησιάζω τον γεράκο και του λέω: «Από εμένα το φουκαρά ζητάς χρήματα από το υστέρημά μου και σε κάποιον που κυκλοφορεί με χρυσάφια και Μερσεντές (αυτό δεν είναι θέμα άποψης) του φιλάς το χέρι, σκλάβε;»

Ψέματα, τίποτα δεν του είπα, έμεινα εκεί να βράζω.

(Αγαπητέ φίλε, μια από τις πιο σιχαμερές σκηνές που θυμάμαι είναι όταν μετά τις πυρκαγιές στην Πελοπόννησο, Έλληνας ολιγάρχης έχτισε σπίτια για κάποιους κατοίκους -με χρήματα ποτισμένα στο αίμα-, και αυτοί του φιλούσαν τα χέρια. Σε πολλούς ανθρώπους αρέσει να είναι σκλάβοι. Το γουστάρουν. Πιστεύουν βαθιά πως αυτοί δεν έχουν δικαίωμα στη ζωή, ενώ κάποιοι άλλοι έχουν δικαίωμα σε όλα από την ημέρα που γεννήθηκαν μόνο και μόνο επειδή ο μπαμπάς τους ήταν ζάπλουτος. Αυτό είναι που δεν καταλαβαίνουν πάρα πολλοί «επαναστάτες». Να είστε καλά.)

Ο μητροπολίτης και ο ζητιάνος     http://pitsirikos.net/2014/11

pitsirikos-logo