Daily Archives: Μαρτίου 23, 2015

Τα κόκκινα φανάρια

Aristotelis_Onasis

Το χαμένο του Σαββάτου. Που όλες γινόμαστε φανερά εν δυνάμει κορίτσια της συγγνώμης. Έτοιμη να λούσεις τα μαλλιά σου έτσι που αν κάποιος θέλει να τα μυρίσει να μείνει για πάντα εκεί. Να βάψεις τα μάτια σου. Να βάλεις στολή επίθεσης. Και να βγείς. Έτοιμη να αλλάξεις τη ζωή σου. Έτοιμη να πονέσεις. Έτοιμη να ενθουσιαστείς. Περπατώντας στους δρόμους που σε λίγες ώρες θα σκοτεινιάζουν νωρίτερα. Περνάς δίπλα από μια πέτρινη μάντρα. Από μια λάμπα του δήμου. Από τούφες φουντωμένο γιασεμί. Τα τακούνια σου σπάνε την ησυχία, λιώνουν μικρά κομμάτια αέρα. Οι ψηλές σου κόκκινες δερμάτινες μπότες έτοιμες να αλώσουν. Κουνάς το κεφάλι σου να απαλλαγείς από τον ήχο της φωνής σου. “Αν ποτέ αποφασίσεις να γυρίσεις, μην πεις τίποτα μόνο φέρε μου γιασεμί”. Τι γεύση έχει το γιασεμί όταν το ξερνάς γλυκιά μου; “Μόνο μη με ξαναπείς μωρό μου”.
Τώρα θα σου σερβίρεις μαύρη μπύρα. Και θα κάνεις οτι δεν ακούς τον μυστήριο ήχο. Αυτόν που βγαίνει από το κουτί της. Αλλά δεν πειράζει, παίζεις το παιχνίδι που ξέρεις καλύτερα απ’ όλα. Να αγνοείς το ένστικτό σου. Που σου λέει οτι εκεί υπάρχει μια μαύρη αράχνη. Όχι δεν είναι αράχνη, ούτε σκορπιός έτοιμος να κάνει αυτό που μόνο αυτός μπορεί τόσο αριστοτεχνικά : να αυτοκτονήσει μεγαλειωδώς. Είναι μια πεταλούδα. Μια όμορφη μπλέ πεταλούδα που λίγο θέλει να απλώσει τα λεπτοφτιαγμένα φτερά της και να ελευθερωθεί στο χώρο. Να αιωρηθεί για λίγο. Να αγγίξει ελαφρά τα μαύρα μακριά μαλλιά που μυστηριωδώς έχει ο ίδιος θαμώνας της ίδιας ξύλινης μπάρας. Και μετά να χαθεί στην ίδια υπόγεια διάβαση του παλιού σταθμού. Κρίνε με με τον μόνο τρόπο που μπορείς. Υποκειμενικά. Όσο μακραίνει η αναμονή, θα σε πείσω πως άξιζε. Και μετά πως θα είναι όλα ομαλά, χωρίς φουρκέτες και λακκούβες ύπουλα σκεπασμένες με βρώμικα νερά υπονόμου. Μόνο χορτάρι και τέλεια σχηματισμένες ευθείες. Τώρα που τα λέμε όλα, ζήτα να σου φέρουν και δυο καθαρά ποτήρια. Το ένα θα το πιείς στην μνήμη, το άλλο στην υγειά. Ξέρεις, αργά θα ζητήσεις κάτι ηλεκτρικό, θα στροβιλιστείς στο ξύλινο πάτωμα, θα σε κοιτάνε μα δε θα σε νοιάζει. Παίζεις το καλύτερό σου παιχνίδι. Γυρνάς λοιπόν. Γερνάς λοιπόν. Κι όταν θα ξεβάψεις τα μάτια σου- τα μόνα που βάφεις λες και θες να εξαφανίσεις, θα σε πονάνε. Μα δε θα κοιταχτείς στον καθρέφτη, είναι από αυτά που νόμιζες οτι έβλεπες. Οτι αναγνώριζες. Σχήματα κορμιά συμπλέγματα. Μίλα. Μοιράσου τα. Πώς αλλιώς θα τα εκμηδενίσεις;…

εγραψε το πιτσιρικι

Δεν είχα προγόνους ήρωες.

Aristotelis_Onasis
Ανοίγω το άλμπουμ. 299 φωτογραφίες μαρτυρούν την καταγωγή μου. Πρόγονοι κτηνοτρόφοι, αγρότες, δάσκαλοι, οικοδόμοι, νοικοκυρές, πρόσφυγες, βιοπαλαιστές με μάτια λαμπερά να κοιτούν την κάμερα μη φοβούμενοι ότι θα φανεί στο βλέμμα τους τίποτε άλλο από αυτό που πραγματικά είναι. Καθαροί! Καταγωγή μπερδεμένη, όπως όλων μας άλλωστε.
Φωτογραφία Νο 23 η προγιαγιά σε μια παράγκα με τους γιους της και πίσω ο μπόγος των αναμνήσεων από τον Πόντο να στέκει γυρτός. Φωτογραφία Νο 29 ο παππούς καμαρωτός πριν καταταχθεί στο στρατό. Φωτογραφία Νο 43 η γιαγιά ανάμεσα σε τέσσερις αντάρτες που πίνουν τσίπουρο δίπλα στο τζάκι. Φωτογραφία Νο 40 παλικάρια στο χακί την στιγμή που φεύγουν για τον πόλεμο-όλοι χαιρετούν, όλοι χαμογελούν-. Φωτογραφία Νο 44 η ημέρα που ο παππούς γύρισε από τις γερμανικές φυλακές – το μισό χωριό απουσιάζει από το πλάνο, για να μην χαρακτηριστεί-. Φωτογραφία Νο 46 ο αδελφός του παππού επέστρεψε ζωντανός από στρατόπεδο συγκέντρωσης της Γερμανίας. Φωτογραφία Νο 47 ο πατέρας στην Μακρόνησο με δύο γειτόνους μας. Φωτογραφία Νο 69 η θεία πίσω στο σπίτι μετά από τις διακοπές  στην Γυάρο. Φωτογραφία Νο 78 ο πατέρας στέλνει ευχές για τα Χριστούγεννα από το παράπηγμα που ζούσε σε κάποιο εργοτάξιο στην Λιβύη….
Το πιο βαρύ φορτίο μέσα από αυτό το σπίτι που πρέπει να κουβαλήσω, όταν θα πρέπει να το εγκαταλείψω λόγω ληξιπρόθεσμων λογαριασμών προς το Κράτος, είναι αυτό το άλμπουμ. Είναι αυτό που μαρτυρά ότι είμαι αυτός που είμαι όχι λόγω των πράξεων των προγόνων μου αλλά εξαιτίας της δικής μου απραξίας. Όσο για το σπίτι που στέκει κοντά 90 χρόνια έχοντας βάλει όλες οι γενιές από κάτι, θα το παραδώσω αμαχητί. Δεν έκανα και τίποτε σπουδαίο για την ζωή και για το σύνολο για να μου αξίζει τέτοια περιουσία. 299 φωτογραφίες κιτρινισμένες, φθαρμένες μαρτυρούν ότι αυτοί που έχουν δικαίωμα να ομιλούν, να απαιτούν και να διεκδικούν είναι αυτοί που πάλεψαν. Όχι πάλη για μια καλύτερη ζωή αλλά πάλη για την ζωή. Αυτά τα βλέμματα που μένουν άτρωτα μέσα στο φωτογραφικό χαρτί, ενώ τα ρούχα και το σκηνικό έχει αρχίσει να σβήνει, μού αποδεικνύουν ότι όλα φθείρονται εκτός από τα βλέμματα των ανθρώπων.
Κοιτώ και τα μάτια όλων μας, όποτε μπορώ να βγω έξω από καταφύγιό μου. Γυάλινα σαν του ψαριού όλα τα βλέμματα. Λες και πέρασαν αιώνες μέσα σε 5 χρόνια. Είναι γιατί λέμε πολλά ενώ ξέρουμε ότι και που μιλούμε είναι θράσος. Στα λόγια όλη η γενιά μου όπως και αυτή που ακολουθεί είναι άριστη. Στις πράξεις πάσχει, και όταν ζοριζόμαστε ψάχνουμε να βρούμε έναν πρόγονο να μάς ξελασπώσει συνειδησιακά. Ποτέ άλλοτε τα λόγια δεν είχαν γίνει τόσο φτωχά και τόσο επικίνδυνα όσο σήμερα. Οι μάχες από σωματικές έγιναν λεκτικές. Έχει μετατραπεί η χώρα σε μια τεράστια Βουλή που όλοι μιλάμε και τελικά δεν λέμε τίποτε. Ο λόγος δεν εφεύρεθηκε για να αυτοσυγχωρούμαστε αλλά να εκφράζουμε αυτό που έχουμε μέσα μας με σκοπό το μέσα μας να γίνει πράξη. Μέχρι τώρα αποδεικνύεται ότι πάσχουμε σε πολλά μέσα μας γι” αυτό και ο λόγος μένει μόνο στον αέρα ή σε λέξεις στο χαρτί.
Δεν είχα προγόνους ήρωες. Απλοί καθημερινοί άνθρωποι ήταν όπως οι πρόγονοι των περισσοτέρων μας. Με τους φόβους, τις αγωνίες, την παγωνιά, την απόγνωση, τις απειλές, το θάνατο, με τα στραβά και τα ανάποδά τους. Σαν εμένα και σαν εσένα. Μόνο που στην εξέλιξη χάθηκε η λεβεντιά. Την αποποιηθήκαμε γιατί νομίζαμε ότι ποτέ σε μας δεν θα συμβεί το αδιανόητο. Εκείνοι ήταν πάντα έτοιμοι γι΄ αυτό. Είτε έχαναν είτε κέρδιζαν θα έπρατταν αυτό που δεν τολμούσε να μπει προς συζήτηση. Την προσβολή και το άδικο χαστούκι, λεκτικό ή υπαρξιακό, δεν κάθεσαι να το συζητήσεις. Το ανταποδίδεις όποιο κι αν είναι το αντίτιμο.
Φωτογραφία Νο300: Εγώ με το άλμπουμ αγκαλιά και σφραγισμένο το στόμα μου με μονωτική ταινία λίγο πριν την αναζήτηση της λεβεντιάς. Ελπίζω το βλέμμα να μείνει αναλλοίωτο έναν αιώνα μετά.

Σε φυλαχτό ραμμένα μάτια δακρυσμένα

Aristotelis_Onasis
Όσα χάσαμε είναι φυλαγμένα σε ένα μεγάλο μπαούλο κάτω από το ξύλινο πάτωμα της πατρίδας.
Μέσα στην υγρασία, τη μούχλα και κάτω από τα ποδοβολητά των καταπατητών. Είναι μέσα σε εφημερίδες τυλιγμένα και λαδωμένα σαν όπλα που περιμένουν τα ανάλογα χέρια να κρατηθούν.
Είναι μέσα στην πρώτη μας νεανική νίκη και σε μια κανάτα της κυράς που μας έβαζε να πιούμε τον καθάριο ουρανό όταν διψούσαμε από τις πορείες για τις κορυφές που θέλαμε να κατακτήσουμε.
Τακτοποιημένα με σειρά όσα χάσαμε και ακουμπισμένα ελαφριά πάνω στο πανί που είναι κεντημένο από χέρι ιερό ο όρκος ότι δεν θα αλλάξουμε ακόμα κι αν αλλάξει χέρια τούτη η γη. Γραμμένα σε ένα τετραδιάκι με φθαρμένο εξώφυλλο οι ερωτήσεις που σαν παιδιά κάναμε όταν ζοριζόταν η επιβίωση μας από το αδίστακτο δίκαιο. «Γιατί;» Και η απάντηση στην επόμενη γραμμή: «Για αυτή την χούφτα χώμα. Για ένα λουλούδι που επιμένει να ζει εδώ και όχι δίπλα. Για σένα, για μένα, για αυτούς».
Όλα σε ένα μπαούλο φυλαγμένα και θαμμένα σαν τους τάφους που κάναμε στα παιχνίδια μας όταν έπρεπε να τα αποχωριστούμε και ξέραμε ότι σε άλλα χέρια δεν θα αντέχαμε να βρεθούν. Σε μπουκάλια με ξεκολλημένες ετικέτες φυλαγμένα τα δάκρυά μας από τις ήττες μας και από τις χαρές μας. Τρεις κασέτες με τα τραγούδια που μιλούσαν όταν η σιωπή ήταν μεγαλύτερη από το σκοτάδι και μία ρίζα ελάτου που αρνήθηκε να γίνει δέντρο σε ξεπουλημένη γη. Στο πακέτο από τα τσιγάρα του πατέρα η αίσθηση της ζεστής παλάμης που σου έσφιγγε τον ώμο όταν κατέβαζες το κεφάλι και σε ένα βάζο η σφιγμένη πλάτη της μάνας όταν έβαζε την ζάχαρη περίσσια μετρώντας στον κάθε κόκκο και μία πίκρα που δεν δήλωσε ποτέ. Σε φυλαχτό ραμμένα μάτια δακρυσμένα όταν το «εις το επανιδείν» δεν ξεστομίστηκε αλλά το άκουσαν μέχρι και τα αστέρια.

Χάσαμε, μα στο μπαούλο, που είναι από ξύλα νοτισμένο από χιλιάδες σταγόνες δουλεμένου ιδρώτα και τα καρφιά του φτιαγμένα από το ίδιο υλικό που ξύνει αυτές τις μέρες την ψυχή μας, είναι όλα ασφαλή. Όσα κυβικά μπετόν να ρίξουν οι επιφανειούχοι, όσους τόνους λάσπης και να στρώσουν πάνω του οι εισβολείς, αυτό το ένα τετραγωνικό που πιάνει η ηθική μας έχει τις διαστάσεις του σύμπαντος. Αυτός ο τάφος, που με τα χέρια μας ανοίξαμε για να μείνουν αθάνατα αυτά που ξεχώρισε η καρδιά μας, που δεν χώρεσαν ποτέ σε μια φωτογραφία να τα κουβαλάμε, που ανασαίνουν με την ίδια ορμή ακόμα και σε μπαούλο κλεισμένα, είναι η απόδειξη ότι σε αυτόν τον πόλεμο χάσαμε χωρίς να χάσουμε τίποτε….