Θα πεθάνεις εάν δεν σκοτώσεις το συντεχνιακό κράτος

wpid-wp-1449693531324.jpeg

Στην παραπαίουσα Ελλάδα, μόνον η υπέρβαση των περίφημων «κόκκινων γραμμών» μπορεί να αποτελέσει έγκυρη λύση στα προβλήματα της ύφεσης και της κοινωνικής καχεξίας

Δεν χάνει καμμία ευκαιρία ο κύριος πρωθυπουργός για να υπογραμμίσει ότι μέσα σε έναν χρόνο το κόμμα του και ο ίδιος υπερψηφίστηκαν τρεις φορές από τον ελληνικό λαό με εντολή να σεβαστούν κάποιες «κόκκινες γραμμές».

Και αυτές οι τελευταίες υποτίθεται ότι είναι η μη μείωση συντάξεων και μισθών και η προστασία των εργασιακών σχέσεων. Με διαφορετικά λόγια, για την κυβέρνηση η «κόκκινη γραμμή» είναι η προστασία του κρατισμού και του πελατειακού μορφώματος που τον τροφοδοτεί.

Από την άποψη αυτή, οι επαΐοντες της οικονομικής πολιτικής δείχνουν να αγνοούν κραυγαλέες πραγματικότητες, οι οποίες όμως προετοιμάζουν ένα πολύ ζοφερό μέλλον.

Είναι πλέον γνωστό, για παράδειγμα, από πολλά χρόνια, ότι το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα αποτελεί ανοικτή πληγή, με την τελευταία να είναι μία από τις σοβαρότερες αιτίες της σημερινής κρίσεως. Κατά συνέπεια, ο εξορθολογισμός του συστήματος μέσα από περικοπές που στο παρελθόν εχρηματοδοτούντο με δανεικά, είναι πλέον απαράβατος όρος εθνικής επιβιώσεως. Το ασφαλιστικό σύστημα μίας χώρας όπου 1,2 εκατομμύρια εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα ουσιαστικά χρηματοδοτούν 2,7 εκατομμύρια συνταξιούχους, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει και ο πλέον αδαής περί τα οικονομικά, πολύ απλά δεν είναι βιώσιμο. Ιδιαίτερα δε όταν οι συντάξεις απορροφούν το 18% του ΑΕΠ, ποσοστό που είναι και το υψηλότερο στην ευρωζώνη.

Το να αρνείται, συνεπώς, κάποιος να πάρει άμεσα μέτρα εξορθολογισμού του συστήματος –το οποίο, αν καταρρεύσει, θα συμπαρασύρει και όλη την εθνική οικονομία μαζί του– λέγοντας, μάλιστα, παραπλανητικά ότι αρνείται να «μειώσει συντάξεις», είναι εντελώς παράλογο, ακόμη και αν ο πραγματικός του στόχος είναι να περισώσει τα προνόμια των μελών του πελατειακού κράτους. Στην κατάρρευση, όμως, θα χάσουν και αυτοί όχι μόνον τα προνόμιά τους αλλά και την σύνταξή τους καθ’ ολοκληρίαν.

«Είναι εξ ίσου παράλογο όσο θα ήταν αν ένας καρκινοπαθής με προχωρημένο θανατηφόρο καρκίνο αρνείτο να υποστεί την εγχείρηση που θα τού έσωζε την ζωή, λέγοντας ότι δεν θέλει να έχει μετεγχειρητικά ουλές στα απόκρυφα μέρη του σώματός του», τονίζει πολύ εύστοχα ο οικονομολόγος κ. Δημήτρης Ιωάννου.

Μία άλλη «κόκκινη γραμμή» για την οποία επίσης γίνεται πολύ και παραπλανητικός λόγος είναι αυτή των επιπέδων της αμοιβής της εργασίας. Στην χώρα μας η κατάσταση στον τομέα αυτόν είναι εξωφρενική και τελικά πλήττει αυτούς που πραγματικά εργάζονται και αποδίδουν. Έτσι, η περίφημη αρχή «ίσος μισθός για ίση εργασία και ίσα προσόντα» ουδέποτε εφαρμόστηκε στην Ελλάδα και το γεγονός αυτό αποτελεί τεράστια πηγή ανισοτήτων.

Ωστόσο, αν η αρχή αυτή εφαρμοζόταν στην σχέση μεταξύ μισθών ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, σίγουρα θα αποτελούσε μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης. Μπορεί στην Ελλάδα η δημοσιοϋπαλληλία να θεωρείται «θεμέλιο του έθνους», ή άλλως πως στήριγμα του πελατειακού κράτους, αλλά σε μία χώρα πάσχουσα και αιμάσσουσα οικονομικά, τον 21ο αιώνα δεν υπάρχει καμμία δικαιολογία για να αμείβεται ο δημόσιος υπάλληλος –που, μεταξύ άλλων, απολαμβάνει και το προνόμιο της μονιμότητας– περισσότερο από όσο η ιδιωτική, δηλαδή η πραγματική οικονομία της χώρας, μπορεί να αμείψει τον ομόλογό του εργαζόμενο στον ιδιωτικό τομέα. Η προνομιακή αμοιβή του δημοσίου υπαλλήλου είναι και πηγή κοινωνικής διαφθοράς κα αιτία οικονομικής δυσπραγίας και διαρθρωτικών στρεβλώσεων της εθνικής οικονομίας.

Η αρχή της ίσης αμοιβής πρέπει, ακόμη περισσότερο και επειγόντως, να εφαρμοσθεί και στο εσωτερικό του ίδιου του δημόσιου τομέα. Μετά από πέντε έτη μειώσεων, περικοπών, «ρυθμίσεων» και «εξισώσεων των αμοιβών», η ανισότητα μεταξύ «απλών» υπαλλήλων και υπαλλήλων στους «πολιτικά ευαίσθητους» κλάδους συνεχίζεται, ή και αυξάνεται, με το ενιαίο μισθολόγιο να μην εφαρμόζεται στις δημόσιες επιχειρήσεις ή στις ΔΕΚΟ, ή να καταστρατηγείται με τις γνωστές μεθόδους, όπως για παράδειγμα των (εικονικών) υπερωριών των 1.400 ευρώ τον μήνα! Τέτοια κατασπατάληση του δημόσιου πλούτου, αλλά και κακοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας, δεν μπορεί σε καμμία περίπτωση να είναι συμβατή με την προσπάθεια να αποφευχθεί η χρεοκοπία και η καταστροφή.

Η αποκρατικοποίηση, ή αλλιώς «ιδιωτικοποίηση», είναι ένα άλλο ζήτημα για το οποίο η συστηματική προπαγάνδα έχει καταφέρει να συσκοτίσει –ή ακόμα και να αντιστρέψει– την εικόνα της πραγματικότητος, παραπλανώντας πλήρως την κοινή γνώμη.

Οι εταιρείες κοινής ωφελείας, για παράδειγμα, ούτε πριν ούτε και μετά την είσοδό τους στο χρηματιστήριο ανήκαν ή ανήκουν στο «κράτος» ή στον «λαό». Στην πραγματικότητα, οι εταιρείες αυτές ανήκουν και λειτουργούν προς όφελος των συνδικαλιστικών συντεχνιών, οι οποίες και τις διοικούν από το παρασκήνιο εδώ και χρόνια. Αυτό έχει δύο δυσμενείς επιπτώσεις. Η πρώτη είναι ότι, η προνομιακή μονοπωλιακή θέση που κατέχουν οι περισσότερες, επιτρέπει στους οιονεί ιδιοκτήτες τους, δηλαδή στις συνδικαλιστικές συντεχνίες, να καρπώνται ένα σημαντικό μερίδιο του οικονομικού πλεονάσματος που δημιουργεί η ελληνική οικονομία –εις βάρος των απλών πολιτών, φυσικά. Η δεύτερη είναι ότι, ακριβώς λόγω του συντεχνιακού χαρακτήρα της πραγματικής (και όχι τυπικής) ιδιοκτησίας τους, δεν έχουν την δυνατότητα να επενδύσουν, να εκσυγχρονισθούν και να λειτουργήσουν με τον τρόπο που πρέπει: ως «ατμομηχανές» της ελληνικής οικονομίας και παράλληλα ως δημιουργοί «εξωτερικών οικονομιών κλίμακας».

Ανάμεσα στους πολλούς λόγους που εξηγούν την καχεξία της ελληνικής οικονομίας είναι, για παράδειγμα, και το γεγονός ότι η χώρα δεν διαθέτει ένα επαρκές σιδηροδρομικό δίκτυο και σύστημα. Πώς όμως να το αποκτούσε, όταν στον αιωνίως «ελλειμματικό» ΟΣΕ αίφνης οι «διασυνδεδεμένοι» υπάλληλοι μίσθωναν για λογαριασμό τους ολόκληρες αμαξοστοιχίες σε ιδιώτες, για να πραγματοποιούν «άτυπες» μεταφορές, με αποτέλεσμα μάλιστα κάποτε να ανατρέπονται οι αμαξοστοιχίες διότι τις είχαν φορτώσει με υπεράριθμα βαγόνια; (Πρόκειται για ένα παράδειγμα μεταξύ εκατοντάδων που θα μπορούσαν να αναφερθούν εδώ).

Το φαινόμενο της υπερ-διαφθοράς είναι ο τρόπος που γίνεται έως και σήμερα η διαχείριση της υποτιθέμενης «δημόσιας ιδιοκτησίας» από τις συντεχνίες που την λυμαίνονται και οι οποίες, φυσικά, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα «για να μην περάσει το ξεπούλημα» και υπερασπίζονται με πάθος τις «κόκκινες γραμμές». Ο ελληνικός λαός και η χώρα, όμως, δεν έχουν τίποτε να κερδίσουν από αυτήν την συνεχιζόμενη λεηλάτηση του δημοσίου πλούτου, που –με την ευλογία όλων των κομμάτων– λαμβάνει αδιάλειπτα χώρα εδώ και δεκαετίες. Η αποκρατικοποίηση της δημόσιας περιουσίας με τρόπο διαφανή και ορθολογικό και με στρατηγική η οποία θα αποτρέψει την αντικατάσταση των κρατικών μονοπωλίων από ιδιωτικά, είναι ένας πολιτικός στόχος και με φιλολαϊκό και με αναπτυξιακό περιεχόμενο. Η «κόκκινη γραμμή» που προσπαθεί να την εμποδίσει, μόνον σκοπό έχει την συνέχιση του σφετερισμού της δημόσιας περιουσίας από τις συνδικαλιστικές συντεχνίες του πελατειακού κράτους εις βάρος του λαού και των μη προνομιούχων εργαζομένων.

Αυτό δεν το λέμε μόνον εμείς. Το υποστηρίζουν και άνθρωποι όπως ο καθηγητής κ. Γρ. Παπανίκος, αριστερών ευαισθησιών, και ο γνωστός οικονομολόγος κ. Δημ. Ιωάννου. Κατά συνέπεια, οι πραγματικές «κόκκινες γραμμές» στην παραπαίουσα χώρα μας είναι η υπέρβαση του συντεχνιακού κράτους και τίποτε άλλο. Εάν θέλουμε να δούμε άσπρη μέρα.

image

http://kourdistoportocali.com/post/48715