Daily Archives: Ιουνίου 27, 2014

ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Θα γυρίσει ο τροχός ανάλγητες κουφάλες. Θα γυρίσει…

baltakossami1

Όσο και να λες να φύγει και να μην ξαναγυρίσει, κάπου βαθιά μέσα σου χαίρεσαι. Ξεσκαρτάρεις ρε παιδί μου φίλους και γνωστούς. Τους μετράς στα δύσκολα. Τους μετράς και χαίρεσαι για τους λίγους που ξεπερνούν τις προσδοκίες σου και λυπάσαι για τον χρόνο που έχεις χάσει με φελλούς και αναίσθητους. Άλλοτε λυπάσαι για την νοημοσύνη τους -πώς δεν είχες καταλάβει τόσο καιρό ότι είναι ηλίθιοι;- αλλά και για τη δική σου ανεκτικότητα. Δεν είναι απαραίτητο να συμφωνείς μαζί τους για να κρατηθούν στο ύψος τους. Είναι απαραίτητο όμως να τους καταλάβεις και να σε καταλάβουν, να νιώσεις ότι παρόλο που έχετε διαφορετικές προσεγγίσεις, θέλετε πραγματικά έναν καλύτερο κόσμο κι οι δυο.

Στο μετερίζι αυτών που πιστεύουν στην καλοσύνη των ανθρώπων, στην ισότητά τους και στην αυταπόδεικτη αξία τους βρήκα πολλούς παλιούς φίλους. Βρήκα κι άλλους απέναντι. Όμως οι περισσότεροι δεν ξέρουν πού να σταθούν. Αγαπώ τους ιδεαλιστές. Αγαπώ ακόμα κι αυτούς τους ιδεαλιστές της απέναντι πλευράς αλλά δεν μπορώ να μη θυμώσω όταν κλείνουν τα μάτια στα κακά που έφερε ο καπιταλισμός τους. Δεν μπορώ να μη θυμώσω όταν δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι όσα κέρδισε σε ισορροπία ο κόσμος τα τελευταία διακόσια χρόνια με αίμα, τα πέταξαν μεμιάς στα σκουπίδια και κοντεύει να καεί το σύμπαν. Παρόλα αυτά τους ακούω. Μου αρέσει να βλέπω ανθρώπους να πιστεύουν, αλλά και να μπορούν να παραδεχθούν τα λάθη τους. Ακούτε φίλοι; Σας ακούω αλλά πρέπει να βγείτε απ’ τη γυάλα και να καθίσετε μαζί μας στο κρύο.

Ξέρεις ποιους δεν μπορώ καθόλου; Αυτούς που είναι δικοί μας άνθρωποι, φτωχοί και σκληρά εργαζόμενοι, που λιώνουν στα δωδεκάωρα και παρόλα αυτά ακόμα πιστεύουν πως θα τα καταφέρουν επειδή είναι άξιοι. Όχι γιατί δεν είναι. Αλλά γιατί θεωρούν τα εκατομμύρια των πεινασμένων ανάξιους κι αποτυχημένους. Γιατί αντί να κάνουν τον σταυρό τους (λέμε τώρα) που βρέθηκαν εκεί που βρέθηκαν κι ακόμα έχουν να φάνε, ζητωκραυγάζουν χαιρέκακα για κάθε άνθρωπο που χάνει τη δουλειά του σε μια δημόσια υπηρεσία επειδή πιθανώς δεν την έκανε καλά (οι πιθανότητες δεν είναι άνθρωποι αγαπητοί «ορθολογιστές», ο συγκεκριμένος μπορεί να ήταν καλύτερος κι από εσάς). Αλλά το ξέρω, είναι ανόητοι, μπορεί μετά από χρόνια να το παραδεχτούν άμα φάνε τη γερή σφαλιάρα των αφεντικών, άμα γευτούν το γλυκό με το παράξενο όνομα «κανείς δεν είναι αναντικατάστατος», άμα τα παιδιά τους τούς παίρνουν τις δουλειές και κάθονται άπραγοι γιατί έχασαν το τρένο της «καινοτομίας και της δια βίου μάθησης» και άλλες τέτοιες ανταγωνιστικές απάνθρωπες αηδίες.

Δεν μπορώ και τους άλλους όμως. Εκείνους που για χρόνια ρούφαγαν το γάλα τους από το σιχαμένο, κατά τα άλλα, κράτος, που τράφηκαν με επιδοτήσεις άμεσα ή έμμεσα, που δούλεψαν σε επιχειρήσεις που υπήρχαν και βασίλευαν μόνο και μόνο από επιδοτήσεις και κρατικές εργολαβίες, και τώρα κουνάνε το δάχτυλο επιτιμητικά σε κάθε μεροκαματιάρη ή στους δασκάλους που θα προσλαμβάνονται με εξακόσια ευρώ μισθό γιατί «δεν αποδίδουν και δεν είναι παραγωγικοί». Όλους εκείνους που έκαναν μόκο τόσα χρόνια και γέμιζαν το βιογραφικό τους με δουλειές του κράτους και τώρα απέκτησαν μια γλώσσα να (με το συμπάθιο) και άμα τους πεις και καμιά αλήθεια σου τραβάνε ένα «αυτά είναι λαϊκισμοί» και νομίζουν ότι καθάρισαν. Αυτοί μάλλον δεν ήταν ποτέ τους φίλοι μου, αλλά τους αξίζει να γίνουν εχθροί μου. Και για κάθε άνθρωπο που απελπίζεται θα τους φυλάω μια τιμωρία. Θα έρθει η ώρα τους.

Είναι αλήθεια ότι δεν μπορώ και κάποιους ακόμα αλλά αυτούς τους είχα ξεγραμμένους από την αρχή. Καμένα χαρτιά στα κλαμπ και στα σκυλάδικα, εκμεταλλευτές μεταναστών και μεταναστριών. Αυτών που έπαιρναν τους «ξένους» να δουλεύουν για πενταροδεκάρες και μετά τους έδιναν στην αστυνομία για να μην τους πληρώσουν τα μεροκάματα. Αυτών που έριχναν μια παναγία στη γυναίκα τους άμα τους έλεγε τίποτα, αλλά έτρεχαν να γαμήσουν όποια μετανάστρια ερχόταν στην ανάγκη τους. Κι ύστερα τις έλεγαν όλες πουτάνες και βρωμιάρες. Οι ίδιοι αυτοί σηκώνουν και σήμερα σημαίες στο Σύνταγμα, ζητάνε κάθαρση και να φύγουν όλοι. Κάποτε, όταν τους έλεγες την αλήθεια σε κοιτούσαν σαν κουλτουριάρη άπλυτο, σου έλεγαν «να τους πάρεις στο σπίτι σου» ή «άμα βιάσουν την αδερφή σου οι αλβανοί να δω τι θα λες» και εγώ σκεφτόμουν από μέσα μου, πως άμα βιάσουν την αδερφή μου θα έχω ακόμα μεγαλύτερη οργή για τους φασίστες, γιατί εκείνοι φταίνε που γαμούσαν τόσα χρόνια τον ανθό της ομορφιάς άλλων λαών με ένα δεκάευρω, γυναίκες που δεν θα τους έριχναν ούτε μια ματιά αν δεν ήταν στην ανάγκη κι αν δεν είχαν κάπου ένα παιδί ή μια οικογένεια να στείλουν λεφτά, και νόμισαν οι μαλάκες ότι είναι κάποιοι. Τους ξέρω αυτούς, τους τα έλεγα, κάποιες φορές τους τα λέω και τώρα και πιο άσχημα, αλλά δεν καταλαβαίνουν και πολλά. Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, αλλά επικίνδυνοι κιόλας. Το καλό είναι πως τώρα φανερώνονται πιο εύκολα, μυρίζουν τα χνώτα τους μίσος και κόμπλεξ, εθνικισμό και ελληναραδισμό, βρωμάνε σαπίλα και παρακμή. Άμα τους βάλεις να γράψουν μια παράγραφο δεν θα ξέρουν πού πάνε τα τέσσερα, η αμορφωσιά τούς έχει βγάλει τα μάτια.

Η κρίση με βοήθησε σου λέω. Μετράω τους φίλους μου. Τους μετράω και τους ξαναμετράω κάθε μέρα. Βλέπω ποιοι φοβούνται μη χάσουν τη βολή τους. Παρακολουθώ ποιοι δεν έβγαιναν ποτέ στο δρόμο και μόλις ξεφράγκισαν είναι πρώτη μούρη στη διαδήλωση. Τους μετράω και τους ξαναμετράω. Δεν είμαι θεός να τους κρίνω βέβαια για όλη τη στάση της ζωής τους, αλλά για να παραμείνεις φίλος μου πρέπει να ‘σαι και να δείχνεις άνθρωπος αδερφέ. Τι να τα κάνω τα κρασιά που ήπιαμε μαζί, τις νύχτες που κλάψαμε για μια γυναίκα ή τα τραγούδια που τραγουδήσαμε στις παρέες; Τι να τα κάνω αδερφέ όταν εσύ ηδονίζεσαι με τους απολυμένους και τα βάζεις με τους μπαχαλάκηδες τη στιγμή που η κυβέρνηση και οι βουλευτάδες που ψήφιζες τόσα χρόνια μάς έχουν αλλάξει τον αδόξαστο; Όταν σου λέω κατέβα στην πορεία, άμα είμαστε πολλοί μπορούμε, και μου λες ότι «πρέπει να ωριμάσεις, δεν βλέπεις ότι δεν γίνεται τίποτα, αυτοί ό,τι θέλουν να κάνουν θα το κάνουν». Ναι φίλε, θα το κάνουν γιατί εσύ κοιμάσαι, γιατί δέχεσαι να παραπληροφορηθείς από τα δελτία ειδήσεων, γιατί δεν βγάζεις το θηρίο που έχεις μέσα σου και σε βλέπουν για αρνί που θα στείλουν στη σφαγή (ή στην εφεδρεία) και μαζί τους θα σφάξουν κι εμένα.

Όλοι οι μουλωχτοί φανερώθηκαν, όλοι οι υπερόπτες πέταξαν ένα εγώ τεράστιο πάνω απ’ τ’ αδειανό τους κεφάλι. Όλοι οι νεόπλουτοι και οι ψωνισμένοι βγάλανε τις μάσκες και πλέον καταδίδουν με το κενό τους πρόσωπο όποιον δεν τους αρέσει, σε κοινή θέα. Τα δημόσια πρόσωπα έχασαν την ήρεμη και νηφάλια όψη τους και μετά το πρώτο σοκ, ζητάνε κεφάλια αθώων και ενόχων στον βωμό των μεταρρυθμίσεων. Ξεχνάνε ότι κάποτε ήταν άνθρωποι. Αλλά όσοι παραμείνουμε άνθρωποι δεν θα τους ξεχάσουμε. Η κρίση μάς έσωσε από δαύτους, μάθαμε να τους αποφεύγουμε. Και θα μάθουν ότι η κυνικότητα και η αναισθησία που επιδεικνύουν θα έχει κολλήσει σαν ρετσινιά για πάντα πάνω τους. Όσα λένε μένουν χαραγμένα στις ζωές μας που τις καταστρέφουν. Θα γυρίσει ο τροχός ανάλγητες κουφάλες. Θα γυρίσει…

εγραψε το πιτσιρικι

ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Μια νύχτα στο φως

image82

ίσως και να παραληρώ. ίσως. απόψε έτσι νιώθω. δουλειά και ύπνος. ένα καλό βιβλίο, πληκτρολόγια και ελπίδες. ναι καλά. aphex twin και αναμνήσεις. το πρόβλημα είναι.. μπα. πάλι από την αρχή. γράφοντας σιγά-σιγά, υδρορροή στη Βαρβάκειο να στάζει. φάτσες Ελλάδα. ψύχος δηλαδή. μη φανταστείς τίποτα ιδιαίτερο. τα γνωστά. αντρίλα, δουλειά και μπάλα. κάποιες δόσεις βέβαια. εδώ που τα λέμε δεν κατάφερες και τίποτα σπουδαίο. η τουλάχιστον έτσι θέλουν να πιστεύεις οι φραγκάτοι. ίσως. παίζει και να είναι της εποχής. ο φόβος. από τα αριστερά, πάνω και κάτω. μη κοιτάξεις δεξιά. σκοτάδι. το μόνο φως που ήταν δικό μας είναι καταραμένο φαίνεται. “γράφει” κίτρινο στις φωτογραφίες. οι άνθρωποι μαύρες σκιές. άτιμο φως. σκιές μας θέλουν. ας είναι. συνέλευση Παγκράτι-Βύρωνα και ένα πανό. όλοι αναρωτιούνται. ποιος τελικά να είναι ο δίπλα. αυτό δεν γίνοταν όμως τόσα χρόνια. αντί να φοβάσαι το διπλανό απλά κοιτάς τη πάρτη σου. τα ένδοξα 90′s. τα περίεργα 00′s. ξημερώματα στο μηδέν σε πρωινά φαγάδικα. επαρχία και χαμένοι έρωτες. ξημέρωμα ξανά. και μετά ξανά. η διασκέδαση βλέπεις. ατέλειωτη πορεία στο μηδέν. τι να μας πουν για τη χρεωκοπία. ζήσαμε το clubing. όνειρα, εγωισμός και παρατημένες φιλίες. τώρα αγώνας, άγχος. και αν προσάγουν εμένα την επόμενη φορά; προσμονή του πόνου από γκλοπ. συνηθίζεις άραγε;  στείλαμε οι μικρομεσαίοι το φόβο εξαγωγή στους “άλλους”. δεν ακούσαμε για χρόνια νέα από το φόβο. έκανε μια γύρα στο κόσμο και τώρα χτυπάει τη πόρτα. δικαίως. κανένα λάθος δεν αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνση από το ταμείο. ο  aphex σε εκείνo τον περίεργο βρόχο ήχου. θυμάσαι; τα πρωινά που δεν σε βρήκαν στο μηδέν; με μια μελωδία και ένα βιβλίο. αγκαλιά και ζεστασιά. κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού σου, το αναπόφευκτο. είμαστε μικροί και θα τελειώσει. καινούργιες μουσικές και ελπίδες. εφηβεία. ίσως. παραλία και να κοιτάς τα αστέρια. χιλιάδες τα έγραψαν. κάθε φορά να αισθάνεσαι ότι τα δικά σου αστέρια ήταν τα πιο σημαντικά. μετά ανέλαβε ο καπιταλισμός. ο παντεπόπτης οφθαλμός. μη φανταστείς τίποτα μεταφυσικό. όλα απλά και τόσο δύσκολα. το πρώτο φιλί. μαλακίες. ίσως. περνάει ο καιρός. θυμάσαι τον πρώτο σου υπολογιστή; ο νέος κόσμος. θα τον καταστρέψουν όπου να’ναι. ίσως. η αποικιοκρατία δεν σταμάτησε ποτέ. απλά μετακόμισε μέσα στα μυαλά μας. πολιτισμός βλέπεις. παραγωγή και χώροι. οι άνθρωποι σταμάτησαν να παράγουν πολιτισμό τώρα τον παράγει η ιδιοκτησία. στοπ. πάλι πολιτική. δύσκολα όλα. να πέσεις για ύπνο και να διαβάσεις. αυτά που διάβασες δεν θα τα φυλακίσουν ποτέ. ίσως. πάντα υπάρχει μια κενή θέση ανθρωποφύλακα. ο κόσμος. χαμόγελα και εκείνο το βλέμμα. “τι θα κερδίσω από εσένα;” τώρα κατήφεια. “άραγε θα μπορούσα να φάω και ανθρώπους;” τόσα χρόνια τι έκανες δηλαδή; παραλήρημα. aphex. θυμάσαι; κλεινόσασταν στα δωμάτια και παίζατε δίσκους. κάνατε chill out. από τότε έγιναν εκατομμύρια chill out και η γενιά σου απέκτησε θερμοκρασία τάφου. μη γίνεσαι αρνητικός. αρνητικοί μόνο οι ισολογισμοί. το παθητικό βλέπεις. παθητικός θεατής. ποτέ ξανά. λίγοι είμαστε. σχέδια. θεωρία και πράξη. “τι σημαίνει θεωρία και τι σημαίνει πράξη;” ρώτησε ο σαλτιμπάγκος με τη σακούλα του costa-boda στο χέρι. φτάνει να υπάρχει κρέας. ίσως. γέλια από το δρόμο κάτω. δικαίως ο κόσμος ψάχνει να γλεντήσει. απλά οι σκέψεις. τώρα βλέπεις είναι η ώρα. μετά η ανάδυση στην επιφάνεια. ο βυθός παρέχει ασφάλεια. να μην ξεχάσω να ευχαριστήσω τον επόμενο ασφαλίτη που θα συναντήσω. στον αιώνα του “περίπου” είναι καλό να ξέρεις με σιγουριά τι δεν είναι εσύ. ίσως. μια δουλεια ή μια ντροπή. η ντροπή δεν είναι δουλειά. δικαίως. Τι σημαίνει “ντροπή;” ρώτησε ο σαλτιμπάγκος με το τηλεκοντρόλ στο χέρι. φτηνός γίνεσαι. και προβλέψιμος. μπορείς και καλύτερα. γράψε. που ξέρεις.. μπορεί.. στοπ. μην αφήνεσαι. η ιδιωτικότητα της σκέψης θα είναι είδος πολυτελείας σε λίγο καιρό. “μας τα είπαν και πιο παλιά αυτά και τελικά δεν έγιναν έτσι!” πετάχτηκε ο πατριώτης. θυμάμαι. ναι. οι τρελοί του χωριού. ενάντια στα εκατομμύρια των πατριωτών, των σοβαρών, των προσεγμένων και των μετρημένων. οι πατριώτες κιμάς. οι σοβαροί στα σκλαβοπάζαρα. οι προσεγμένοι να κάνουν πεζοδρόμιο. Οι μετρημένοι να καταμετρώνται στα θύματα. εύγε νέοι μου. η γενιά σου αν δεν την προδώσεις δεν λέει κάτι. “προδοσία”. ακούω και διαβάζω μια λέξη. αηδία. όλοι “προδότες”. μην κοιτάζεις δεξιά. σκοτάδι. ναι το ξέρω έρχεται προς τα εδώ. η Βαιμάρη. θυμάσαι; εικόνες ασπρόμαυρες με κανόνια. κάτι ανθρωπάκια αποστεωμένα. προβλέψιμος γίνεσαι. προβλεπόμενοι είστε. και ζω αναμεσά σας. ο ίδιος αέρας. τα ίδια λεφτά πιάνουμε στα χέρια. λεφτά. βγήκαν ξανά παγανιά οι ρουφιάνοι. χτυπημένα πρόσωπα. η εποχή των ενόχων. αναμενόμενο. μη γίνεσαι προβλέψιμος. ενημέρωση. “τι είναι ενημέρωση;” ρώτησε ο σαλτιμπάγκος με το μικρόφωνο στο χέρι….

εγραψε το πιτσιρικι

Σπύρος Καλογήρου 1922 – 2009

image82

Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου, που ταυτίστηκε με το ρόλο του κακού στη μεγάλη οθόνη. Σήμα κατατεθέν του: η χαρακτηριστική, τρεμάμενη φωνή του και το άγριο παρουσιαστικό του.

Βέρος Αθηναίος, ο Σπύρος Καλογήρου γεννήθηκε στην Κυψέλη στις 3 Νοεμβρίου του 1922. Στα εφηβικά του χρόνια άρχισε να εργάζεται ως φωτογράφος. Με το θέατρο ασχολούνταν ερασιτεχνικά, μέχρι που κάποιος σκηνοθέτης τον παρότρυνε να γραφτεί στη Δραματική Σχολή του Ελληνικού Ωδείου.

Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1955, με τον θίασο του Ν. Χατζίσκου στον «Ερωτόκριτο» και ακολούθησε ο «Άμλετ». Η θεατρική του σταδιοδρομία άρχισε ουσιαστικά να διαμορφώνεται με την ένταξή του στο «Θέατρο Τέχνης» του Καρόλου Κουν, το 1960, με το οποίο έπαιξε σε ιστορικές παραστάσεις (π.χ. «Όρνιθες», «Πέρσες») σε Ελλάδα και εξωτερικό. Συνεργάστηκε με τους θιάσους των Λαιμού, Ροντήρη, Μινωτή, Σολωμού, Κουν, Κατράκη, Μυράτ, Λαμπέτη, Κατερίνας κ.ά.

Στη δεκαετία του ’80 άρχισε να συγκροτεί προσωπικούς θιάσους μαζί με τη σύζυγό του, Ευαγγελία Σαμιωτάκη, κι έκαναν πολλές περιοδείες. Έπαιξε σε περίπου διακόσια θεατρικά έργα και σε όλα τα είδη του θεάτρου, κλασικούς και σύγχρονους συγγραφείς, από θέατρο του παραλόγου (Ιονέσκο) μέχρι επιθεώρηση, αλλά και σε πολλά του ελληνικού δραματολογίου.

Από τους τελευταίους, χαρακτηριστικούς ρόλους του στη σκηνή, στον οποίο υπήρξε απολαυστικός, ήταν αυτός του Λουκά στο «Λόγω Φάτσας» του Γιώργου Διαλεγμένου, που σκηνοθέτησε ο Αντώνης Αντύπας στο «Απλό Θέατρο» (1993-1995). Το καλοκαίρι του 1996 εμφανίστηκε με τον Θύμιο Καρακατσάνη στο «Καραγκιόζη-Ντριμ», ερμηνεύοντας τον Μπάρμπα-Γιώργο, ενώ το 1999 έπαιξε στο πλευρό της Μιμής Ντενίση στο «Εγώ η Λασκαρίνα».

Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1955 στην ταινία του Ντίμη Δαδήρα «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας». Έκτοτε συμμετείχε σε περισσότερες από 60 ταινίες, μαζί με τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού σινεμά. Εμφανίστηκε σε περίπου 55 ταινίες, ανάμεσά τους οι: «Η Αθήνα τη νύχτα», «Στεφανία», «Κοντσέρτο για πολυβόλα», «Η νεράιδα και το παλικάρι», «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά», «Η Μαρία της σιωπής», «Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο», «Στάκαμαν». Όμως, η ταινία που άφησε εποχή ήταν η «Λόλα», στην οποία ο Σπύρος Καλογήρου είχε πει την αξέχαστη φράση «Είναι πολλά τα λεφτά Άρη», προς τον τότε συμπρωταγωνιστή του Νίκο Κούρκουλο, για τα «μάτια» της Τζένης Καρέζη.

Το 1966, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, του απονεμήθηκε τιμητική διάκριση για την ερμηνεία του στη μικρού μήκους ταινία «Τζίμης ο Τίγρης» του Παντελή Βούλγαρη και οι κριτικοί κινηματογράφου τού απένειμαν το 1971 τον Αργυρό Απόλλωνα για τον ρόλο του στην ταινία «Κατάχρηση εξουσίας». Τιμήθηκε με τη Χρυσή Κεφαλή του «Θεάτρου Βαχτάγκοφ» της Μόσχας. Εμφανίστηκε και σε τηλεοπτικές σειρές («Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή»).

Παρά την κινηματογραφική εικόνα του κακού, με την οποία ταυτίστηκε, στην αληθινή ζωή του ο Σπύρος Καλογήρου υπήρξε ένας πολύ γλυκός και τρυφερός άνθρωπος. Συνοδοιπόρος του στη ζωή υπήρξε η Ευαγγελία Σαμιωτάκη, επίσης ηθοποιός, με την οποία παντρεύτηκε το 1952. Μαζί απέκτησαν ένα γιο και αποτέλεσαν ένα από τα πιο αγαπημένα και μακροβιότερα ζευγάρια της σοουμπίζ.

Πέθανε, σε ηλικία 87 ετών, στις 27 Ιουνίου 2009.

Περί Πηγών…