Είναι παλιό το λιμάνι. Σε θυμάμαι που άπλωνες Τροχιές τις ελπίδες σου
Απλόχερα.. Σαν έπαιρνες ανοιχτά τις στροφές Στο μοίρασμα της καλοσύνης
Κάθε που αγρίευε ο καιρός.. Σε θυμάμαι που κοιτούσες Με εκείνη τη γλυκειά φωτιά στα μάτια.. Όταν περνούσαν οι ψαρόβαρκες κοπάδι Σιωπηλά κι αθόρυβα μπροστά σου
Πού να ‘σαι τώρα Και τί καιρό να κάνει Εκεί στις εσχατιές που τριγυρνάς…
Βαθύναν οι σκιές, κι έχει ερημώσει το λιμάνι. Κι η ώρα Μαζεύει τα λεπτά της κρύσταλλα
Κάθε απόγευμα Τρέμοντας σύγκορμη. Αυτός ο τόπος που πατούσες
Με ζωντάνια παιδική Ημέρεψε πρόωρα θαρρείς. Λειώσαν τα σύμπαντα τριγύρω
Λίμνασε ανέσπερο το μαύρο φως Στα ξεραμένα ρείκια της προσμονής…
Είναι παλιό το λιμάνι. Ανατέλλουν οι μέρες μας Στους πρόποδες της δίψας του ανέφικτου
Κι ο τράχηλος βαρύς με της σιωπής τα χρεολύσια. Σαν κιμωλία Να σημαδεύουν τις νύχτες με λευκά κελιά.. Σέρνουμε τα χαμόγελά μας από χθες Με τις βαριές αλυσίδες των αναμνήσεων. Γέμισε η προκυμαία από θραύσματα λέξεων. Μπερδεύονται σπασμένες ιστορίες Στα φτερά μοναχικών γλάρων. Κάποιες Θα βρουν το δρόμο για τα σύννεφα
Άλλες θα γίνουν αποχρώσεις του γαλάζιου Σε ένα ταξίδι που ποτέ δεν τελειώνει.
εγραψε το πιτσιρικι