Daily Archives: Αυγούστου 5, 2014

εμείς δεν θα πεθάνουμε.

clinton_5

Ο δύσκολος τρόπος είναι να κρατήσεις την ταυτότητα σου, ο εύκολος να την αποποιηθείς για 100 τμ τσιμεντένιου κλουβιού με τραπεζικό δάνειο και ένα επίδομα από την μαμά Ευρώπη ως εθνικά ανάπηρος. Φτιαγμένοι από ένα τυχαίο ζευγάρωμα, σε μια τυχαία χρονική στιγμή, δυστυχώς όμως σε αυτόν τον τόπο. Δυστυχώς σε αυτό το κομμάτι γης που όλοι οι θεοί του σύμπαντος βάφτισαν ως “Το κέντρο του κόσμου”. Και οι κομπλεξικοί άνοιξαν τις πόρτες του κέντρου και μπήκε μέσα όλος ο κόσμος. Με δραπανηφόρα, με αλυσοπρίονα, με μπουλντόζες, με γεωτρύπανα, με τουρμπίνες, με ανεμογεννήτριες, με ηλιοσυλλέκτες, με τράπεζες και πάνω από όλα με την λαιμαργία του κατακτητή.

Το μόνο που μένει για τους λίγους είναι να πάρουν μία μπουκάλα κρασί φτιαγμένο με τα τελευταία ελληνικά σταφύλια, ένα κομμάτι τυρί από το τελευταίο ελληνικό γάλα, ένα κομμάτι ψωμί από το τελευταίο ελληνικό στάρι, να ανέβουν στο τελευταίο ελεύθερο ελληνικό ξέφωτο, να ακουμπήσουν στον τελευταίο όρθιο ελληνικό έλατο, δίπλα από το τελευταίο ελεύθερο ελληνικό ρυάκι. Να ζητήσουν σιωπηλά συγνώμη για αυτά που δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν, για αυτά που η ελευθεριότητας της Κομπλεξοκρατίας κατάφερε σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, όση αντίσταση αυτοί κι αν προέβαλαν.
Αυτοί οι λίγοι, οι τελευταίοι, αν έχουν τα κότσια να κάνουν ζημιές ως άναρχα πνεύματα υπέρ της Ελευθερίας, ελληνοπρεπώς θα πράξουν. Κι αν είναι να πεθάνουν γέροι κι ανίκανοι ας αφήσουν την τελευταία τους πνοή αδιαπραγμάτευτοι. Ως πλάσματα που εναρμονίστηκαν απόλυτα με το περιβάλλον των ανθρώπων, των Ελλήνων, των ελεύθερων.

Μυρτιώτισσα 1881 – 1968

286370-wallpaper_ill67

Ελληνίδα ποιήτρια και μεταφράστρια. Αγαπήθηκε όσο λίγες γυναίκες στην εποχή της τόσο για την ομορφιά της όσο και για το πνεύμα και τα ερωτικά της ποιήματα.

Η Θεώνη Δρακοπούλου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε το 1881 στο Μπεμπέκι, προάστιο της Κωνσταντινούπολης. Ο πατέρας της ήταν διπλωμάτης και έξι χρόνια μετά τη γέννηση της κόρης του διορίστηκε γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην τουρκοκρατούμενη τότε Κρήτη, όπου μετακόμισε μαζί με την οικογένειά του. Μετά από παραμονή δυο χρόνων στο νησί η οικογένεια Δρακόπουλου εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα, όπου η Θεώνη φοίτησε στη Σχολή Χιλ της Πλάκας.

Από μαθητική ηλικία είχε κλίση προς την ποίηση και το θέατρο. Σε ηλικία 16 ετών προκαλεί θόρυβο γύρω από το όνομά, όταν απαγγέλλει στον «Παρνασσό» το ποίημα του Κωστή Παλαμά «Ξύπνα, ξύπνα», – ένα σπαραξικάρδιο θρηνολόγημα για το παιδί του. Στην συνέχεια πήρε μέρος σε ερασιτεχνικές παραστάσεις αρχαίου δράματος και συνεργάστηκε με τη «Νέα Σκηνή» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου. Την ίδια εποχή ερωτεύεται τον κατά έξι χρόνια μεγαλύτερό της ποιητή Πέτρο Ζητουνιάτη (1875-1909). Ο έρωτας τους θα έχει άδοξο τέλος, ύστερα από τις απειλές της οικογένειάς της προς τον νεαρό ποιητή από την Λειβαδιά, για διακοπή της σχέσης του.

Μετά από σύντομη διακοπή της ενασχόλησής της με το θέατρο, λόγω αντίδρασης της οικογένειάς της, συνέχισε τις δραματικές σπουδές της στο Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε μετά το γάμο της με τον μακρινό της εξάδελφο Σπύρο Παππά, ο οποίος υπηρετούσε στο διπλωματικό σώμα. Το ζευγάρι απέκτησε ένα γιο, τον Γιώργο Παππά (1903-1958), ο οποίος αναδείχθηκε σε μεγάλο πρωταγωνιστή του ελληνικού θεάτρου.

Ο γάμος της  ήταν βραχύβιος, αφού έγινε παρά την θέλησή της, και μετά από μερικά χρόνια επέστρεψε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε ως καθηγήτρια απαγγελίας στο Ωδείο Αθηνών. Καθοριστική για την ποιητική της έκφραση στάθηκε η γνωριμία και ο έρωτάς της με τον ποιητή Λορέντζο Μαβίλη. Μετά τον δραματικό θάνατό του στη μάχη του Δρίσκου το 1912 κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, η Μυρτιώτισσα στράφηκε στην ποίηση για να εκφράσει τον πόνο της. Το 1919 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Τραγούδια». Σημαντική για τη ζωή της στάθηκε επίσης η βαθιά φιλία που τη συνέδεε με τον Κωστή Παλαμά, οποίος στάθηκε καθοδηγητής της.

Τιμήθηκε με κρατικά βραβεία ποίησης, το 1932 για τα «Δώρα της αγάπης» και το 1939 για τις «Κραυγές». Μετά τον πρόωρο χαμό του γιου της, τον οποίο υπεραγαπούσε, εξέδωσε το βιβλίο «Ο Γιώργος Παππάς στα παιδικά του χρόνια (1962)». Ασχολήθηκε επίσης με την μετάφραση ξένων λογοτεχνών και ελλήνων κλασικών, που δημοσιεύτηκαν σε περιοδικά ή κυκλοφόρησαν σε αυτοτελή βιβλία.

Η Μυρτιώτισσα πέθανε στην Αθήνα στις 5 Αυγούστου 1968, σε ηλικία 87 ετών .

Η ποίηση της  κυριαρχείται από έντονο λυρισμό, ενώ συχνά θέματά της είναι η φύση και το δίπτυχο έρωτας – θάνατος. Η Μυρτιώτισσα, όπως  παρατήρησε και ο Κωστής Παλαμάς, δεν επιμένει, ιδίως στις πρώτες της συλλογές, στην επεξεργασία του στίχων και παρουσιάζει χαλαρότητα στο ύφος, μειονεκτήματα, που καλύπτονται συχνά από την πηγαίο θερμό λυρισμό της.

Μέριλιν Μονρόε 1926 – 1962

286370-wallpaper_ill67

Ηθοποιός, τραγουδίστρια και μοντέλο, που χαρακτηρίστηκε ως το απόλυτο σύμβολο του σεξ.

Η Μέριλιν Μονρόε (Marilyn Monroe) γεννήθηκε με το όνομα Νόρμα Τζιν Μόρτενσον την 1η Ιουνίου του 1926 στο Γενικό Νοσοκομείο του Λος Άντζελες. Λίγο πριν από τη γέννησή της, ο πατέρας της είχε εγκαταλείψει τη μητέρας της για να μετακομίσει στο Σαν Φραντσίσκο.

Η Μέριλιν μεγάλωσε χωρίς να γνωρίζει ποιος ήταν πραγματικά ο πατέρας της, καθώς η μητέρα της, Γκλάντις, άλλαζε συνεχώς ερωτικούς συντρόφους. Ήταν εξαιρετικά ελκυστική γυναίκα και εργαζόταν ως μοντέρ στα RKO Studios. Λόγω σοβαρών ψυχολογικών προβλημάτων, έχασε τη δουλειά της και πέρασε σχεδόν όλη τη ζωή της μπαινοβγαίνοντας σε διάφορα ιδρύματα. Έτσι, σε ηλικία 9 ετών, η Νόρμα (Μέριλιν) μπήκε σε ορφανοτροφείο και δύο χρόνια αργότερα δόθηκε για υιοθεσία.

Το 1942, στα 16 της, παντρεύτηκε τον 21χρονο τεχνίτη αεροσκαφών Τζέιμς Ντόχερτι. Ο γάμος τους, όμως, κράτησε μόνο πέντε χρόνια, καθώς χώρισαν το 1946. Στο μεταξύ, η Μέριλιν είχε ήδη αρχίσει να εργάζεται ως μοντέλο επίδειξης μαγιό και είχε βάψει τα μαλλιά της ξανθά. Μέσω των φωτογραφήσεων προσέλκυσε πολλά βλέμματα, μεταξύ αυτών και του προέδρου της κινηματογραφικής εταιρίας RKO Pictures, που της πρότεινε να κάνει ένα δοκιμαστικό. Ο ατζέντης της, όμως, τη συμβούλεψε να προτιμήσει μία μεγαλύτερη εταιρία, όπως η 20th Century-Fox.

Το πρώτο συμβόλαιο που υπέγραψε της απέφερε 125 δολάρια την εβδομάδα, ποσό στο οποίο προστέθηκαν άλλα 25 δολάρια, όταν ανανέωσε τη συμφωνία, έξι μήνες αργότερα. Έκανε το ντεμπούτο της στη μεγάλη οθόνη το 1947, με ένα μικρό ρόλο στην ταινία «The Shocking Miss Pilgrim». Ακολούθησε το 1948 το «Scudda Hoo! Scudda Hay!», όπου εμφανίστηκε σε δύο ή τρεις μικρές σκηνές, οι οποίες περικόπηκαν στο μοντάζ. Την ίδια χρονιά τής δόθηκε ένας καλύτερος ρόλος στο φιλμ «Dangerous Years». Ωστόσο, η Fox αρνήθηκε να της ανανεώσει το συμβόλαιο κι έτσι η Μέριλιν επέστρεψε στο μόντελινγκ, ξεκινώντας παράλληλα μαθήματα υποκριτικής.

Λίγους μήνες αργότερα, η Columbia Pictures την επέλεξε για το ρόλο της Peggy Martin στο «Ladies of the Chorus» (1948), όπου ερμήνευσε δύο τραγούδια. Αν και οι κριτικές ήταν αρκετά καλές για την ερμηνεία της, η ταινία δεν τα πήγε εξίσου καλά και η Columbia την απέρριψε. Έτσι, επέστρεψε και πάλι στο μόντελινγκ.

Το 1949 εμφανίστηκε στην ταινία «Love Happy» των «Ενωμένων Καλλιτεχνών», ενώ την ίδια χρόνια πόζαρε γυμνή για ένα ημερολόγιο διασημοτήτων. Η φωτογράφηση που έκανε το 1953 για το περιοδικό Playboy ήταν αυτή που έδωσε ώθηση στην καριέρα της.

Την επόμενη χρονιά συμμετείχε σε τέσσερις ταινίες, αποσπώντας εξαιρετικές κριτικές για τις «The Asphalt Jungle» της MGM και «All About Eve» της Fox. Αν και οι ρόλοι της ήταν αρκετά μικροί, η εκκεντρική αλλά σέξι εμφάνισή της αποτυπώθηκε στη μνήμη των σινεφίλ.

Το 1951 η Μέριλιν πήρε έναν αρκετά μεγάλο ρόλο στην ταινία «Love Nest» (Ερωτική Φωλιά), μέσω της οποίας ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το ευρύ κοινό. Το εκρηκτικό ταμπεραμέντο της, σε συνδυασμό με την αίσθηση παιδική αθωότητα που απέπνεε, ενθουσίασε τους θεατές. Το 1952 εμφανίστηκε στο «Don’t Bother to Knock», όπου υποδύθηκε μία διανοητικά ανισόρροπη μπεϊμπισίτερ. Οι κριτικοί δεν ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την ερμηνεία της στην ταινία αυτή. Έκανε, όμως, ιδιαίτερη εντύπωση η εμφάνισή της την ίδια χρονιά στο «Monkey Business» ως πλατινέ ξανθιά, μια εικόνα που αποτέλεσε το «σήμα – καταταθέν» της.

Το 1953 έπαιξε στο «Gentlemen Prefer Blondes», ξετρελαίνοντας τον ανδρικό πληθυσμό. Ανάμεσά τους και ο αστέρας του μπέιζμπολ Τζο ΝτιΜάτζιο, με τον οποίο παντρεύτηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1954. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στο «There’s No Business Like Show Business» και ακολούθησε το «The Seven Year Itch» (Επτά Χρόνια Φαγούρα), μία ταινία που ανέδειξε το ταλέντο της στην κωμωδία και περιείχε μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές στην ιστορία του κινηματογράφου: τη Μέριλιν Μονρόε να στέκεται πάνω σε μία σχάρα, με τον αέρα να ανασηκώνει το λευκό φόρεμά της.

Έπειτα από εννέα μήνες έγγαμου βίου, τον Οκτώβριο του 1954 η Μέριλιν ανακοίνωσε το διαζύγιό της με τον ΝτιΜάτζιο. Την επόμενη χρονιά η Fox διέκοψε τη συνεργασία μαζί της, εξαιτίας της αντιεπαγγελματικής συμπεριφοράς της. Αργούσε μονίμως στα γυρίσματα ή δεν εμφανιζόταν καθόλου, επικαλούμενη πραγματικές ή φανταστικές ασθένειες, και ήταν απρόθυμη να συνεργαστεί με τους παραγωγούς, τους σκηνοθέτες και τους συναδέλφους της ηθοποιούς.

Με τη συμμετοχή της το 1956 στην ταινία «Bus Stop» (Στάση Λεωφορείου) η Μέριλιν απέδειξε ότι μπορούσε να ανταποκριθεί εξίσου καλά και στις απαιτήσεις ενός δραματικού ρόλου. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε τον θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλερ, ένας γάμος που κράτησε τέσσερα χρόνια. Το 1957 ταξίδεψε στη Μ. Βρετανία για τα γυρίσματα τις ταινίας «The Prince and the Showgirl» (Ο Πρίγκιπας και η Χορεύτρια), που αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία, αν και οι κριτικές δεν ήταν και τόσο καλές.

Έπειτα από ένα χρόνο απουσίας, η Μέριλιν Μονρόε επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη του 1959 με την απολαυστική κωμωδία «Some Like It Hot» (Μερικοί το προτιμούν καυτό), με τον Τόνι Κέρτις και τον Τζακ Λέμον. Ακολούθησαν το 1960 η ταινία του Τζορτζ Κιούκορ «Let’s Make Love» (Έλα ν” αγαπηθούμε) με τους Τόνι Ράνταλ και Ιβ Μοντάν και το 1961 το «The Misfits» (Οι Αταίριαστοι), το τελευταίο φιλμ τόσο για τη Μέριλιν Μονρόε όσο και για τον συμπρωταγωνιστή της Κλαρκ Γκέιμπλ, που πέθανε λίγους μήνες αργότερα από καρδιακή προσβολή.

Το 1962 η Fox την επέλεξε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο «Something’s Got to Give». Λόγω της συνεχιζόμενης ασυνέπειάς της, όμως, η εταιρία αποφάσισε να διακόψει τη συνεργασία μαζί της και να μην της δώσει άλλη ευκαιρία. Η καριέρα της κατέρρεε και η Μέριλιν απομονώθηκε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες. Στις 5 Αυγούστου του 1962 η οικονόμος της τη βρήκε να κείτεται γυμνή στο κρεβάτι της με ένα άδειο μπουκάλι από υπνωτικά χάπια «Nembutal» στο πλευρό της. Ήταν μόλις 36 ετών…

Ο τοπικός ιατροδικαστής, που κλήθηκε για να γνωματεύσει επί των συνθηκών του θανάτου της, απεφάνθη ότι επρόκειτο πιθανότατα για αυτοκτονία. Ο φημολογούμενος ερωτικός δεσμός της, όμως, με τον Τζον Κένεντι και οι αντιδράσεις από το περιβάλλον του αμερικανού προέδρου κάνουν πολλούς, ακόμα και σήμερα, να πιστεύουν ότι ο φάκελος «Μέριλιν» δεν έπρεπε να κλείσει με την ένδειξη «αυτοκτονία». Κάποιοι είπαν ότι η Μονρόε δεν είχε καμία πρόθεση να αυτοκτονήσει, αλλά πήρε κατά λάθος μια υπερβολική δόση υπνωτικών. Ακόμα περισσότεροι υποστήριξαν ότι ένα τρίτο πρόσωπο της χορήγησε τη μοιραία δόση. Η αλήθεια δεν μαθεύτηκε ποτέ…