Μέσα στην υγρασία, τη μούχλα και κάτω από τα ποδοβολητά των καταπατητών. Είναι μέσα σε εφημερίδες τυλιγμένα και λαδωμένα σαν όπλα που περιμένουν τα ανάλογα χέρια να κρατηθούν.
Είναι μέσα στην πρώτη μας νεανική νίκη και σε μια κανάτα της κυράς που μας έβαζε να πιούμε τον καθάριο ουρανό όταν διψούσαμε από τις πορείες για τις κορυφές που θέλαμε να κατακτήσουμε.
Τακτοποιημένα με σειρά όσα χάσαμε και ακουμπισμένα ελαφριά πάνω στο πανί που είναι κεντημένο από χέρι ιερό ο όρκος ότι δεν θα αλλάξουμε ακόμα κι αν αλλάξει χέρια τούτη η γη. Γραμμένα σε ένα τετραδιάκι με φθαρμένο εξώφυλλο οι ερωτήσεις που σαν παιδιά κάναμε όταν ζοριζόταν η επιβίωση μας από το αδίστακτο δίκαιο. «Γιατί;» Και η απάντηση στην επόμενη γραμμή: «Για αυτή την χούφτα χώμα. Για ένα λουλούδι που επιμένει να ζει εδώ και όχι δίπλα. Για σένα, για μένα, για αυτούς».