«Παρελθόν Χαμένο στην Ομίχλη»…

wpid-wp-1446184574636.png

Ο Παδούρα δεν αφήνει ευκαιρία για ευκαιρία που να μην επιτεθεί φραστικά κατά του Μπατίστα και του σάπιου του καθεστώτος,επομένως οι βολές του και κατά του σημερινού αδιέξοδου της καστρικής Κούβας δεν σημαίνουν,εκτιμώ, σε καμία περίπτωση εκδήλωση διάθεσης για επιστροφή σ΄εκείνην την κατάσταση.Όποιος το διαβάζει έτσι είναι πολύ βλάκας.Αν τον πονάει τον Κόντε η διάψευση σε πρακτικό επίπεδο της Επανάστασης άλλο τόσο και περισσότερο τον πονάει η βρωμιά του Μπατίστα και του συστήματος που υπηρέτησε η αστική τάξη της χώρας ρημάζοντάς την και το οποίο σκατοσύστημα- κι ο Παδούρα συγκρίνοντας, βλέποντας, ζυγίζοντας πράγματα με τα τόσα ταξίδια του εκτός Κούβας το ξέρει πάρα πολύ καλά αυτό θέλω να πιστεύω,το είπε κιόλας όταν είχε έρθει **στην Αθήνα-ζει και βασιλεύει και ευθύνεται για ουκ ολίγα και παράδειγμα που βουλώνει στόματα είναι η καημένη μας η Ελλάδα.

Ο Κόντε μπλέκει όλο και πιο βίαια με τα σκοτεινά πρόσωπα του μπατιστικού παρελθόντος και τις ζοφερές καταστάσεις των απαρχών της κουβανικής επανάστασης όταν οι αντάρτες γίνονται εξουσία με ό,τι συνεπάγεται αυτό κι αμέσως ο συρφετός παράσιτων που (εκ)τρέφονταν από τον δικτάτορα – κάποιοι άμεσα άλλοι σαν παραγιοί και λακέδες,καλοχορτασμένοι όλοι- μαζεύουν ο ένας μετά τον άλλο τα μπογαλάκια τους(παιδιά,σκυλιά,λεφτά,ερωμένες, κοσμήματα,χρυσό,βιβλία κι ό,τι άλλο τούς είναι μπορετό) για το Μαϊάμι.

Στην δαιδαλώδη και τυφλή διαδρομή που ο Κόντε κάνει προς τα πίσω για την αναζήτηση στοιχείων για την τραγουδίστρια βρίσκεται με το ένα πόδι και κομμάτι ψυχής και μυαλού στην εποχή εκείνη και με το άλλο μισό ζει,προσπαθεί -ευρισκόμενος στα όρια της επιβίωσης όπως χιλιάδες Κουβανοί- να ζήσει παράλληλα την δική του καθημερινότητα με τους συγκεκριμένους φίλους,την συγκεκριμένη γυναίκα και την συγκεκριμένη δουλειά στην οποία έχει γίνει όντως καλός όσα χρόνια (δεκατρία,διόλου λίγα)έχει φύγει από την κουβανική αστυνομία. Ποια είναι αυτή η δουλειά;Μια δουλειά του ποδαριού,της ανάγκης,της δαιμόνιας πενίας που τέχνας κατεργάζεται.Αγοραπωλησία παλαιών βιβλίων. Έτσι απλά.Απλά;Καθόλου απλά.Ο πρώην μπάτσος προτιμάει την πείνα και την φτώχεια του παρά να στέλνει σε βαρεμένους συλλέκτες σ΄όλο τον κόσμο ό,τι κρίνει-και είναι σε θέση να το κρίνει με βεβαιότητα-το κάθε πραγματικά πολύτιμο απομεινάρι που περισώθηκε από την λεηλασία που έχει αφανίσει τους μυθικούς χάρτινους θησαυρούς της χώρας.

Οι φόνοι ,το απαραίτητο αλατοπίπερο στην μυθοπλασία, δεν είναι ένας και δυο ούτε γίνονται μόνο στην μια χρονική περίοδο.Οι εγκληματίες και τα λαμόγια ευδοκιμούν,βλέπετε, σε όλα τα καθεστώτα και η τρέλα δεν έχει ιδεολογικές προτιμήσεις,τρυπώνει στο πιο ευάλωτο μυαλό και ευάλωτο γίνεται ένα μυαλό όταν βιώσει πολλαπλές απορρίψεις μέσα σε κοινωνικώς ζορισμένες συγκυρίες.

image

Οι άνθρωποι πιέζονται από τις απώλειες που τους έρχονται στην διάρκεια της ζωής τους- απώλειες και συντριβές από και για έρωτα,χρήμα,πίστη,αξιοπρέπεια,αδικία, προδοσία κι ένα σωρό άλλους λόγους.Οι πεινασμένοι φτωχοδιάβολοι που ο Κόντε νταραβερίζεται μαζί τους με πρόσχημα/κίνητρο/άλλοθι την ανεύρεση σπάνιων βιβλίων τα έχουν βιώσει όλα αυτά σε δόσεις ή μια και καλή.Όταν ο Κόντε και ο συνεργάτης του ο Ρεουτίλιο Κασαμαγιόρ Ρικέλμες πλην γνωστός στην πανκουβανική πιάτσα ως Γιόγι ο Περιστέρης -είναι ένας 28χρονος πολιτικός μηχανικός που βγάζει το παντεσπάνι του όχι χτίζοντας οικοδομές στην μεταγκεβαρική Κούβα αλλά διακινώντας τα σπάνια βιβλία (και όχι μόνον αυτά)που του βρίσκει ο Κόντε (ο Κόντε μόνο βιβλία του βρίσκει,για τα υπόλοιπα έχει άλλες άκρες), οι δυο τους λοιπόν θα βουτήξουν με το κεφάλι στην βιβλιοθήκη των πάμπλουτων,ισχυρών μεγαλοαστών Μόντες δε Όκα και θα βουτήξουν σε πολύ βαθιά και θολά νερά.

Και για να βγουν,ο Κόντε δηλαδή που είναι εκείνος που κουβαλάει πραγματικό βαρίδι τόνων την ηθική του αντίληψη των πραγμάτων,πρέπει να κολυμπήσουν χωρίς να σταματήσουν λεπτό γιατί εκεί στην Καραϊβική δεν είναι διόλου σπάνιοι οι καρχαρίες.

Ο τελευταίος των Μόντες δε Όκα,ο στομφώδης Αλσίδες,την έχει κάνει -επιμελώς φροντίζοντας την γυναίκα και τα παιδιά του και ελαφρά τη καρδία για συγκεκριμένους άλλους που παρατάει πίσω-  για τις ΗΠΑ αν και δεν ήταν του στενού μπατιστικού περιβάλλοντος και η πιστή του γραμματέας και κάτι παραπάνω κυρία Φερέρο,μητέρα του Διονίσιο και της Αμάλια,έχει επιφορτιστεί να κρατήσει την έπαυλη άθικτη,την βιβλιοθήκη απείραχτη -εδώ μπαίνει ο Κόντε-και διάφορα άλλα ει δυνατόν σε άψογη κατάσταση και ετοιμοπαράδοτα όταν τελειώσει ο τυφώνας Επανάσταση (δεν είναι δικά μου λόγια αυτά).

Ο τυφώνας όμως δεν έχει κανέναν βολικό για τους εις την  απέναντι ακτή τελειωμό,ο Διονίσιο και η Αμάλια παίρνουν,συνειδητά,μέρος στο ξέφρενο στροβίλισμά του,η μαμά τους παίρνει την κατιούσα μάταια περιμένοντας τον Αλσίδες στον οποίο γράφει μακροσκελή γράμματα για τα πάντα,ναι,καλά έχετε μαντέψει,και ο Κόντε χρόνια μετά κολυμπάει εντελώς στην ομίχλη των παλιών γεγονότων που ξέρει, μισοξέρει, εικάζει,ανακαλύπτει,τον αιφνιδιάζουν,τον ξεπερνούν ενίοτε με την ωμότητά τους και μάλιστα  το κάνει όλο αυτό με φόντο πάντα τα σπάνια βιβλία και κάποιες στιγμές παίζοντας την ζωή του κορώνα γράμματα στις πιο περιθωριακές και εξαθλιωμένες γειτονιές της Αβάνας, αποφασισμένος να φτάσει στην Βιολέτα δελ Ρίο και στο πραγματικό κουκούτσι της παλιάς πικρής ιστορίας που την γεύεται κι εκείνος πια και που δεν είναι μόνον η δική της εξαφάνιση τότε αλλά κομμάτια και θραύσματα και της σύγχρονής του σε μια χώρα που της αξίζουν τα καλύτερα(όπως και σε όλες τις χώρες του κόσμου).

image

Το πως ο Παδούρα πλέκει την μυθοπλασία,συνδέει δεκάδες πρόσωπα σε δεκάδες σημεία και χρόνους και φτιάχνει συμπαγή αφηγηματικό ιστό πρώτης ποιότητας και σε καμία περίπτωση μπετοναρμέ κουβά πιασιάρικων απόψεων με ολίγην από φολκλόρ και κουβανική ίντριγκα είναι άξιο επαίνου.Η ιστορία έχει βαθύ αστυνομικό και κοινωνικοπολιτικό ενδιαφέρον,δράση και ωραίους ρυθμούς που δεν μειώνονται πουθενά και επιπλέον δεν υπονομεύεται από τεχνικά ψεγάδια.

Αυτά που συμβαίνουν είναι πολλά ,αυτά που δεν λέγονται ακόμα πιο πολλά κι αυτά που αφήνονται στην κρίση του αναγνώστη πολύ περισσότερα .Με πυκνό γράψιμο,νεύρο,ευελιξία και χωρίς να ανήκει σε καμία λογοτεχνική σχολή ο Παδούρα έχει το δικό του μερίδιο στην καλή παγκόσμια λογοτεχνία αυτήν που παντρεύει πολλά είδη και δεν περιορίζεται από σύνορα.Τυχερός ακόμα που γράφει σε μια πολύ διαδεδομένη γλώσσα (που η ελληνική της μετάφραση από τον Κώστα Αθανασίου για τον Καστανιώτη είναι πάντα άψογη) και οι λέξεις μεταφέρουν τα της πατρίδας του με άνεση σε εκατομμύρια ανθρώπους.

Οι αναλύσεις οι δικές μας,των αναγνωστών,εκ των πραγμάτων όντας πολιτικές άρα υποκειμενικές ίσως να ζημιώνουν την γραφή του, ίσως όμως και να την αναδεικνύουν.Αξίζει να το ανακαλύψει καθένας μόνος του και να ξεχάσει την γελοιότητα της προπαγάνδας  που θέλει την Κούβα μια χώρα νεκρών.

https://bluebig.wordpress.com/2015/10/30/