Πού πήγαν τελικά όλοι οι «Αγανακτισμένοι»;

wpid-wp-1465882898059.jpeg

Μέρες όπως αυτές που διανύουμε, το φάντασμα των «Αγανακτισμένων» περιδιαβαίνει σαν άλλη βασανισμένη ψυχή την καρδιά της πρωτεύουσας. Τους θυμόμαστε όλοι: Άνθρωποι κάθε ηλικίας, νέοι και ηλικιωμένοι, κοσμικοί και κληρικοί, να συνωστίζονται μπροστά από το κτήριο της Βουλής στο Σύνταγμα, φωνάζοντας συνθήματα και διαδηλώνοντας για ένα καλύτερο μέλλον.

Πού πήγαν τελικά όλοι αυτοί; Τα κατάφεραν; Εκπλήρωσαν τον σκοπό τους; Πέτυχαν τον στόχο τους; Γιατί δεν αντιδρά κανείς;

Σε μια Ελλάδα που γερνάει ολοένα και πιο πολύ, σε μια χώρα που σκοτώνει με το «έτσι θέλω» τα παιδιά της, επειδή πρέπει (!) να συμμορφωθεί στις επιταγές των Μνημονίων και τις απαιτήσεις των «οικονομικών δολοφόνων», αναζητείται το ίδιο δυναμικό πλήθος. Η χώρα βρίσκεται στον δοκιμαστικό σωλήνα των Θεσμών εδώ και έξι χρόνια, ζώντας μέρα με τη μέρα έναν απίστευτο φαύλο κύκλο: «Ματώνεις, σε πληρώνω. Αντιδράς, σου κόβω τα χρήματα. Υποκύπτεις, σε ταπεινώνω. Και πάλι από την αρχή…».

Όμως πού είναι, άραγε, τώρα όλοι αυτοί που είχαν κατέβει τότε, εκείνες τις «παράξενες και περίεργες ημέρες» πριν από πέντε ακριβώς χρόνια στο Σύνταγμα και τις άλλες κεντρικές πλατείες των ελληνικών μεγαλουπόλεων;

Γιατί, αυτή τη στιγμή, περισσότερο από ποτέ, το ίδιο ερώτημα που τους είχε τεθεί και τότε στέκεται ολόρθο μπροστά τους: Ποια είναι, τελικά, η προοπτική μας για το μέλλον; Ποια είναι προοπτική για εμάς και τα παιδιά μας, όταν αυτός ο φαύλος κύκλος καταστρέφει και διαλύει τις ζωές μας; Μπορεί να απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα;

Σίγουρα, ένας πολιτικός δεν θα μπορούσε να απαντήσει, ακριβώς επειδή κι εκείνος έχει λερώσει τα χέρια του μέσα στη «μνημονιακή λάσπη» που τα έχει χώσει και που μας την ταΐζει καθημερινά. Δεν μπορεί να απαντήσει, γιατί ο ίδιος συμβιβάστηκε περισσότερο από τον καθέναν. Γιατί, η καρέκλα και η αποζημίωση ήταν, είναι και θα είναι οι καλύτερες φίλες του… Και να μη βιαστεί να μιλήσει για «απαξίωση της πολιτικής», όταν ο ίδιος την απαξιώνει κάθε μέρα με ψέματα: Ζάππεια, Προγράμματα Θεσσαλονίκης, λόγια, λόγια, χωρίς ουσία και χωρίς το παραμικρό νόημα!

Ας βάλουμε, λοιπόν, στη θέση του τις γενιές των 30άρηδων και 40άρηδων που στέκονται νωθρές μπροστά στο έγκλημα – και μέσα σε αυτούς συγκαταλέγεται και ο υπογράφων το συγκεκριμένο κειμένο: Μπορούμε να ονειρευόμαστε; Όχι! Δεν έχουμε δικαίωμα να κάνουμε οικογένεια, δεν έχουμε δικαίωμα να κάνουμε παιδιά, δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να έχουμε ένα δικό μας κεραμίδι. Κι όλα αυτά γιατί όλα είναι δανεικά, όλα είναι κτήμα άλλων, κτήμα ξένων.

Ποια είναι η προοπτική, λοιπόν, για το δικό μας μέλλον; Ή, εάν εμείς θεωρούμε τους εαυτούς μας ξεγραμμένους, ποια είναι η προοπτική για τις επερχόμενες γενιές; Γιατί δεν απαντάμε όλοι εμείς οι ετερόκλητοι «Αγανακτισμένοι»; Όλοι οι πρωταγωνιστές της άνω, κάτω, πέρα και δώθε πλατείας; Τι διάβολο έχουμε πάθει και δεν αντιδράμε μπροστά στον βιασμό που υφίστανται οι ζωές και οι ψυχές μας;

Συμβιβαστήκαμε; Συνηθίσαμε να ακούμε την ίδια ακριβώς φράση σε επανάληψη από το πρωί ίσαμε το βράδυ και μας φαίνεται τόσο κοινότυπη πια; «Ματώνεις, σε πληρώνω. Αντιδράς, σου κόβω τα χρήματα. Υποκύπτεις, σε ταπεινώνω. Και πάλι από την αρχή…».

Ζούμε μονίμως με διχαστικά δίπολα, πασπαλισμένα με μπόλικη «πολιτική ορθότητα»: δεξιός – αριστερός, ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ, πατριώτης – ανθέλληνας… Και την ίδια στιγμή αγνοούμε την ύπαρξή μας και τη θέση μας και ξεχνάμε το πηγαίο ερώτημα: γιατί αφήνουμε να συμβαίνουν όλα αυτά;

Πού είναι το όραμα των «Αγανακτισμένων»; Έσβησε; Ξεθώριασε, μήπως, κι αυτό, όπως οι «κόκκινες γραμμές» των εκάστοτε μνημονιακών κυβερνήσεων, οι ηγέτες των οποίων υπόσχονταν ότι θα «έσκιζαν τα Μνημόνια σελίδα προς σελίδα»; Αλήθεια, μήπως έχει αντιληφθεί κανείς ότι εκείνο που σκίζεται καθημερινά κομμάτι – κομμάτι είναι οι δικές μας ζωές; Τα Μνημόνια δεν έφυγαν και ηχούν στα αυτιά μας, με την ίδια, πάντοτε, εκνευριστική επωδό: «Ματώνεις, σε πληρώνω. Αντιδράς, σου κόβω τα χρήματα. Υποκύπτεις, σε ταπεινώνω. Και πάλι από την αρχή…».

Θα πει κάποιος πολύ εύκολα: μας ψεκάζουν, μας ρίχνουν κάτι στο νερό! Αστεία πράγματα… Ο πραγματικός ένοχος φαίνεται κάθε ημέρα, όταν κοιτάζουμε το είδωλό μας στον καθρέφτη. Γιατί είμαστε και θύματα αλλά και θύτες ταυτόχρονα. Γιατί το «δεν βαριέσαι, άσε τους άλλους να τρέχουνε» έχει γίνει δεύτερη φύση μας.

Για τους από πάνω δεν είμαστε «Αγανακτισμένοι», είμαστε «Βολικοί», «Νωθροί» και «Μαλθακοί» (αρχαιοελληνιστί «Μαλάκες»). Άραγε, τόσο πολύ βολευτήκαμε, Μαλάκα μου; Τόσο πολύ ευχαριστημένοι είμαστε με αυτό το τσιτάτο; «Ματώνεις, σε πληρώνω. Αντιδράς, σου κόβω τα χρήματα. Υποκύπτεις, σε ταπεινώνω. Και πάλι από την αρχή…».

Για πόσο καιρό ακόμα θα είμαστε «Βολικοί»; Για πόσο ακόμα θα ντρεπόμαστε να κοιτάζουμε τους εαυτούς μας στον καθρέφτη;

Σσστ! Σιγά! Η Πατρίδα κοιμάται…

image

http://www.newsbomb.gr