Στους ονειροπόλους του κόσμου

wpid-wp-1470213052906.jpeg

Καλοκαίρι… Η εποχή που ραστώνη αγκαλιάζει όλες τις πτυχές της καθημερινότητας. Το καλοκαίρι είναι ζευγάρι με την θάλασσα. Είναι αγκαλιά με τα μαγευτικά βράδια δίπλα στη ακρογιαλιά και με κείνο το λαμπερό φεγγάρι του ξάστερου ουρανού.

Το καλοκαίρι γέννησε ιδέες. Ωρίμασε τους ονειροπόλους του κόσμου. Η αφθονία των καρπών της γης κάνει αυτήν την εποχή ξεχωριστή και αγαπημένη.

Το καλοκαίρι, είναι ταυτισμένο με την ευτυχία και την αισιοδοξία. Το καλοκαίρι φαντάζει μπροστά στα μάτια μας σαν τα παιδικά μας χρόνια. Τότε που η παιδική αθωότητα ένωνε τον κόσμο ολόκληρο και απομάκρυνε τις κατάρες της καθημερινότητας.

Επιστρέφουμε λοιπόν στα παιδικά μας χρόνια σαν έρθει το καλοκαίρι.

Ο μεγάλος ποιητής, Γιάννης Ρίτσος έγραψε για αυτή την παιδικότητα και τα ευτυχισμένα χρόνια, μέσα από το ποίημα «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού». Ο Ρίτσος έγραψε το ποίημα αυτό το 1938, όταν βρισκόταν άρρωστος στο σανατόριο της Πάρνηθας και έπασχε από φυματίωση. Η επιστροφή στη φύση, μέσα από τις χαρές των παιδιών είναι η άρνηση της δυστυχίας.

Να ένα απόσπασμα…

….«Χτες και προχτές, όλη νύχτα, πασκίζαμε να μετρήσουμε τ’ άστρα. Και τ’ άστρα είναι τόσα, όση κι η καρδιά μας, κι η καρδιά μας είναι πιο πολύ απ’ τ’ άστρα. Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά. Είχανε κλείσει ένα σωρό τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιών, και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν κάτου απ’ το προσκεφάλι τους ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά από πάντα και το ξεχνούσαν με τον ήλιο. Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιών χωρίς να βλέπουν στα νερά τη σκιά τους, κι ήτανε σα αγάλματα μικρά της ερημιάς και της γαλήνης. Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι. Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα. Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο. Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα. Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι δεν ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν. Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν. Γι’ αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά με το φεγγάρι.»

(Γιάννης Ρίτσος «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού» -απόσπασμα)

Καλοκαίρι λοιπόν, με το φως να καίει τριγύρω. Και ψηλά στον ουρανό να στέκει το ολόλαμπρο φεγγάρι.

Το χιλιοτραγουδισμένο, το μαγευτικό, το ερωτικό, το άλλοτε θλιμμένο και δακρυσμένο φεγγάρι που γεμίζει με φως τις καλοκαιρινές νύχτες.

Και κάτω ακριβώς φωτίζεται η θάλασσα. Το σύμβολο της ελευθερίας. Το σύμβολο του ταξιδιού και της αισιοδοξίας. Πολλοί μαχητές της πένας, ακονίσανε χιλιάδες μολύβια για να μιλήσουνε για το τεράστιο μεγαλείο της.

Η θάλασσα είναι φυγή. Είναι το ταξίδι. Είναι ο δρόμος για άλλες πολιτείες, γι άλλους κόσμους. Για κόσμους μαγεμένους και λυτρωμένους από κάθε αδικία. Η θάλασσα το καλοκαίρι μας είναι προσιτή. Γιατί μπορούμε και την αγγίζουμε, μπορούμε να την ακούμε σιωπηλοί, όταν τα δροσερά της νερά χτυπούν στα βότσαλα το βράδυ.

Το Καλοκαίρι σημαίνει γαλήνη. Σημαίνει αισιοδοξία. Αφού εντέλει «τις πιο όμορφες θάλασσες δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει…»


Πηγή