Μικρή, μαύρη, πλάγια γραμματοσειρά.

tumblr_static_de48qxkckxs0s8cgkwc044swg_640_v2

Είναι παλιό το λιμάνι. Σε θυμάμαι που άπλωνες Τροχιές τις ελπίδες σου
Απλόχερα.. Σαν έπαιρνες ανοιχτά τις στροφές Στο μοίρασμα της καλοσύνης
Κάθε που αγρίευε ο καιρός.. Σε θυμάμαι που κοιτούσες Με εκείνη τη γλυκειά φωτιά στα μάτια Όταν περνούσαν οι ψαρόβαρκες κοπάδι Σιωπηλά κι αθόρυβα μπροστά σου.. Πού να ‘σαι τώρα Και τί καιρό να κάνει Εκεί στις εσχατιές που τριγυρνάς… Βαθύναν οι σκιές, κι έχει ερημώσει το λιμάνι Και η ώρα μαζεύει τα λεπτά της κρύσταλλα. Κάθε απόγευμα τρέμοντας σύγκορμη. Αυτός ο τόπος που πατούσες. Με ζωντάνια παιδική Ημέρεψε πρόωρα θαρρείς. Λειώσαν τα σύμπαντα τριγύρω. Λίμνασε ανέσπερο το μαύρο φως Στα ξεραμένα ρείκια της προσμονής… Είναι παλιό το λιμάνι. Ανατέλλουν οι μέρες μας Στους πρόποδες της δίψας του ανέφικτου
Και ο τράχηλος βαρύς με της σιωπής τα χρεολύσια. Σαν κιμωλία Να σημαδεύουν τις νύχτες με λευκά κελιά.. Σέρνουμε τα χαμόγελά μας από χθες Με τις βαριές αλυσίδες των αναμνήσεων. Γέμισε η προκυμαία από θραύσματα λέξεων. Μπερδεύονται σπασμένες ιστορίες. Στα φτερά μοναχικών γλάρων.. Κάποιες θα βρουν το δρόμο για τα σύννεφα Άλλες θα γίνουν αποχρώσεις του γαλάζιου σε ένα ταξίδι που ποτέ δεν τελειώνει.. Τωρα γραφω πονο και χαρακιες.. Τα δάχτυλά μου, τα στραβά από ασπρόμαυρα πλήκτρα και στυλό χοντρά, μισοτελειωμένα. Ζωγραφιζω σε ένα κίτρινο χαρτί με λιγάκι τσαλακωμένες άκρες εναν κόσμο μισό και μπερδεμένο.. Μετά με ρώτησες αν στη χώρα μου αγκαλιάζουμε τα δέντρα καμιά φορά. Και σου γέλασα.. Κάπου στο ξανάπα αυτό, θυμάσαι; Μα μέχρι τότε θα χορεύω, θα κρεμιέμαι, θα πιστεύω και θα σέρνομαι.. Και άμα σε πετύχουν τίποτα λέξεις, τσαλάκωσέ τες.. Έτσι κι αλλιώς το χαρτί θα ξαναγίνει όπως ήτανε. Με λιγάκι τσαλακωμένες άκρες….

εγραψε το πιτσιρικι

°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟ ΚΑΙ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΤΟΥ. ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΤΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΤΗΣ GOOGLE ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΠΑΝΩ ΣΤΙΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ. ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°