ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Στα Μονοπάτια τ’ουρανού…

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Βρίσκομαι στο Μεταξουργείο. Φευγαλέα σκέφτομαι να πάρω το τρένο και να φτάσω στον προορισμό μου, για ένα τόσο δα ταξίδι..μη μου στερήσεις το ταξίδι, ακούς…ποτέ. άραγε μπορούμε να ξαναερωτευτούμε; αν πάψουμε να είμαστε ερωτευμένοι…ο θάνατος απλώνει τα φτερά του κάθε φορά που φεύγεις μακριά γιατί δεν πίστεψες λίγο και μένα; τόσο όσο σε πίστεψα και εγώ…Περπατώ και πέφτω πάνω σε μια στοίβα-όνειρα-σκουπίδια. Διάφορα πανομοιότυπα ίχνη που βρωμάνε στάχτη και παρελθόν. Ένας ρακοσυλλέκτης με κοιτά επίμονα που δυσανασχετώ στον οικείο δικό του χώρο. Τον φωνάζω να με βοηθήσει, αυτός θα ξέρει σίγουρα πώς να με βγάλει από τον σωρό που μπέρδεψε τα βήματά μου, και πιάνουμε την κουβέντα…πως είναι η ζωή στους δρόμους; αλήτικη. σ’αρέσει; μ’αρέσει. γιατί μαζεύεις σκουπίδια; γιατί μ’ αρέσει να ζω σε αναμνήσεις…μου ζήτησε ένα ρόφημα. Του άφησα τον καφέ που δεν πρόφτασα να πιω.κι εγώ τι θες να σου χαρίσω;  Σκέφτηκα λίγο…βασικά, θέλω να κάνεις κάτι για μένα. μπορώ; νομίζω πως ναι… θέλω να βάλεις την τελεία σε αυτό το  κείμενο…αστείο μου φαίνεται. Αλλά κάτι θα ξέρεις εσύ. Φαίνεσαι έξυπνος και διαβασμένος.. ο άντρας πήρε το στυλό που του έδωσε εκείνος και πήγε να σχηματίσει την τελεία. μάταια…προς έκπληξη και των δύο, το στυλό δεν είχε μελάνι. Απογοητευμένος ο αντρας, του άρπαξε το στυλό από τα χέρια. Προσπάθησε και εκείνος να γράψει, πιέζοντας και γδέρνοντας το χαρτί…αλλά τίποτα δεν άλλαξε. Στο άτυχο κείμενο, στο τέλος της πρότασης, έμειναν μουτζουρωμένα τα αποσιωπητικά…..

εγραψε το πιτσιρικι