Daily Archives: Σεπτεμβρίου 24, 2014

ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Πρέπει να ήταν φθινόπωρο

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Σε μια πορεία που συνεχώς διευρύνεται, κέντρο ανάπτυξης αποτελεί ο άνθρωπος, οι πτυχές του, το σύνολο του ώστε να υπάρξει εφικτό το επίπεδο του Ανθρώπου. Από νωρίς (παιδικά χρόνια) θέλησα να ρίξω την βάρκα μου στην θάλασσα, να ταξιδέψω, να γεμίσω το σακίδιο μου με πολύτιμα εφόδια που στην συνέχεια θα ήταν χρήσιμα ώστε να ‘στρώσω χαρακτήρα’. Την ίδια στιγμή που των διπλανών μου το σακίδιο περιλάμβανε ένα σνακ και ένα χυμό, το δικό μου περιείχε παρατηρήσεις, γιατί ποτέ δεν ένιωσα το απόλυτο του εαυτού μου με τους διπλανούς μου, δεν θέλησα ποτέ μου να διαφοροποιηθώ, απλώς θέλησα τον εαυτό μου να βρω. Παιχνίδι, χαρά, ξέγνοιαστα χρόνια, τα ζήσαμε όλοι μας έντονα. Στις γειτονιές που τρέχαμε, στους μαχαλάδες (όπως τους λέμε στο χωριό μου), στην φασαρία που ήταν ασταμάτητη από το πρωί έως και αργά το βράδυ, σε όλα αυτά που τώρα νοσταλγώ, γιατί μου λείπουν τα παιδικά μου χρόνια, που οι γρατζουνιές στα γόνατα μου ήταν το μόνο που με πονούσε. Σχημάτιζα όνειρα, πολλές φορές και υπερβολικά, άλλες εφικτά, άλλα τις περισσότερες σιωπηλά. Ως σημαντικότερο όνειρο, ελπίδα, φιλοδοξία, είχα το να μην γίνω κάποιος για να γίνω, άλλα να γίνω κάποιος για μένα και για όλα τα σιωπηλά μου όνειρα, μέσο για όλα αυτά? Η απόκτηση γνώσεων, γενικού επιπέδου, ώστε να είναι τα εφόδια για τον σχηματισμό του χαρακτήρα και μιας άποψης (πρώτα εφηβικά χρόνια). Κάπου μέσα στην πορεία αυτή, ήρθε η αλλαγή, σωματική και ψυχική (εφηβική ηλικία), ένα σώμα να πλάθεται, και ένας χαρακτήρας σε διαρκή ρυθμό προσαρμογής και σχηματισμού. Με βασικό πάντα κέντρο τον άνθρωπο και όλη του την σύνθεση, κύλησαν και τα χρόνια αυτά. Διάβασμα για καθαρά προσωπικό όφελος. Πρόσωπα. Σχέσεις. Σαρκική σύνδεση και διασύνδεση. Σταθεροί και ευμετάβλητοι φίλοι. Παρέες πολλές, άλλες καλές και άλλες λιγότερο. Αντιδράσεις. Συμπεράσματα. Γέλια. Κλάμα. Χωρισμός. Αποχωρισμός (με χειρότερο τον οριστικό). Απαγορευμένα βράδια. Θάλασσα και στεριά, σε μια πορεία, σε έναν δρόμο, σε μια ζωή.. Και μια παράγραφος για όλους όσους με ανέχονται: Σε όλα αυτά τα χρόνια, συνάντησα ανθρώπους με τους οποίους μοιράστηκα στιγμές, προσπάθησα να είμαι εκεί για εκείνους. Με κάποιους μεγάλωσα και μεγαλώνω μαζί, συνοδοιπόρος σε όλο αυτό που ζω. Σε οτιδήποτε κρυφό και αν έχω, σε οτιδήποτε φανερό αλλά και τρελό, μόνιμος -σχεδόν- συγκάτοικος στην τρέλα.. Να’ σαι καλά αγαπημενη μου, σε ευχαριστώ για τα πάντα μέχρι εδώ. Από τότε με την μπλε τσάντα και το κόκκινο αυτοκίνητο πάνω, της έως και τώρα, σε όλο αυτό που ζεις. ΄ Και το επόμενο σε όλους εκείνους που μόλις έχουν κάνει ‘κατάληψη’ στην ζωή μου… ευχή μου να καταφέρω να είμαι σωστός και αντάξιος σε ένα μεγαλείο που ο καθένας κρύβει, γιατί όλοι μας είμαστε όμορφοι αλλά σε διαφορετικά μάτια.. Τρυφερότητα, κουράγιο, γέλια, σμπροξίματα, συζητήσεις, περιπλανήσεις, όμορφη φάση (που λέμε). Σε ότι έρχεται λοιπόν, ευχή (κρυφή), σβήνω τα κεριά και Ας φάμε λοιπόν την τουρτα (χωρις σοκολατα) Σας ευχαριστώ…. Κάπου εδώ θα είμαι, να το θυμάστε άνθρωποι μου, σε μια γωνία, σε ένα βλέμμα, σε μα κουβέντα, σε μια αγκαλιά!…

εγραψε το πιτσιρικι

ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Κι ήταν παιδί στα δέκα εφτά που τώρα έχει πετάξει

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Ακούω το λυγμό της μάνας που παρακαλάει για τα παιδιά της. Βλέπω το πρόσωπο της δυστυχίας που ουρλιάζει σ’ όλους τους καιρούς, κοιτάζω την έκλειψη της ανθρωπιάς, διαβάζω για το ζευγάρι των αυτόχειρων ηλικιωμένων που δεν ήθελε να γίνει βάρος, βλέπω τους απελπισμένους, τους εξόριστους από την ίδια την ουσία της ζωής, όσους είναι ήδη νεκροί πριν πεθάνουν. Ακόμη και ο πόνος έχει εξοριστεί. Κανείς δεν πονά, κανείς δεν συμπονά, κανείς δεν συμπάσχει πια. Όλοι ντρέπονται για τη φτώχεια που τους έχει επισυμβεί ή τους απειλεί. Ο φτωχός συνιστά αγχογόνο υποκείμενο και αποφεύγεται, απομονώνεται. Κι εκείνος βυθίζεται πιο βαθιά στη ντροπή, στην απελπισία και στον πόνο του. Κάποτε η φτώχεια αντέχονταν γιατί ήταν συνυφασμένη με την περηφάνια και την τιμιότητα, τώρα είναι συνδεδεμένη με την αποτυχία και γι’ αυτό γίνεται ντροπή και ενοχή. Κάποτε, υπήρχαν κοινωνικοί θεσμοί εξομάλυνσης του ατομικού πόνου. Η συλλογικότητα και η κοινωνική αλληλεγγύη αλάφραιναν την οδύνη της απώλειας αγαπημένων, αλάφραιναν και τη δυστυχία της ανέχειας. Ο φτωχός ποτέ δεν έχανε το πρόσωπο και την αξιοπρέπειά του. Ήταν φτωχός αλλά περήφανος. Η φτώχεια είχε τον ακριβό πολιτισμό της, ο οποίος τη δεκαετία του 1920 με τη μικρασιατική καταστροφή αλλά και το 1960 με την εσωτερική μετανάστευση έγινε ο κυρίαρχος πολιτισμός στον ελληνικό χώρο. Αυτός ο πολιτισμός τσακίστηκε όταν το 1981 εντάχτηκε στο κρατικό πελατολόγιο των επιχορηγήσεων και των αρπαχτών. Η φτώχεια από συνώνυμο της λεβεντιάς και της τιμιότητας έγινε συνώνυμο της ευήθειας και της αβελτηρίας. Φτωχός, στον καιρό του ΠΑΣΟΚ και κατά διαλείμματα της ΝΔ, έγινε πλέον ο ανίκανος, ο μη καπάτσος, ο ηλίθιος. Αυτόν τον κοινωνικό και πολιτισμικό εκφαυλισμό δημιούργησε το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης. Αυτόν θέλουν τώρα να υπερβούν αυτοί που τον δημιούργησαν. Αλλά οι εργαζόμενοι παραμένουν εκτός. Τι χρειάζεται για να αλλάξει η Ελλάδα; Χρειάζεται ένα νέο όραμα, ένα νέο κοινωνικό πολιτισμό, που να εμπνέει τους πολίτες, δηλαδή μία πραγματικά κινητοποιό αξία. Γιατί ούτε ο κόσμος μπορεί να γίνει κατανοητός, ούτε να εμπνευσθεί, ούτε μία αλλαγή να διαρκέσει αν δεν έχει τη δική της ποίηση, το δικό της περιεχόμενο. Αλλά ποιος θα «τραγουδήσει» σήμερα τον πολιτισμό της φτώχειας και το προσφάϊσμα της ζωής, ποιος ποιητής, ποιος Δάντης θα μιλήσει γι’ αυτό το «χάνι του πόνου»; Ποιοι θα είναι οι ρινηλάτες του νέου κόσμου; Πως θα συναρτηθεί το Εμείς με την ελευθερία της ατομικής συλλογικότητας; Είναι αυτό δυνατό στον κόσμο που ζούμε, στον κόσμο όχι του Είναι αλλά του κατέχειν; Θα το ξαναπούμε: Είναι δυνατό, γιατί δεν γίνεται αλλιώς…

έγραψε το πιτσιρικι

ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Αν η ψευτιά δεν υπάρχει τρόπος να καταβληθεί ούτε από το χρόνο, τότε το παιχνίδι το έχασα.

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Δεν είναι παρά μια λάμψη πίσω απ” τα βουνά κει κατά το μέρος του πελάγου. Κάποτε πάλι ένας αέρας δυνατός
που άξαφνα σταματάει όξω απ” τα λιμάνια. Κι όσοι νογούν, το μάτι τους βουρκώνει.. Κανένας δεν ακούει, κανένας. Όλοι τους πάνε κρατώντας ένα εικόνισμα και πάνω του η φωτιά. Κι ούτε μια μέρα, μια στιγμή στον τόπο
αυτόν που να μη γίνεται άδικο και φονικό κανένα.  Είπα θα φύγω. Τώρα. Μ” ό,τι να” ναι: το σάκο μου τον ταξιδιωτικό
στον ώμο· στην τσέπη μου έναν Οδηγό·  τη φωτογραφική μου μηχανή στο χέρι. Βαθιά στο χώμα και βαθιά στο σώμα μου θα πάω να βρω ποιος είμαι. Τι δίνω, τι μου δίνουν, και περισσεύει το άδικο.. Μια μέρα τη ζωή που “χασα την ξαναβρήκα στα μάτια ενός νέου ερωτα που με κοίταζε μ” αφοσίωση. Κατάλαβα πως δεν είχα γεννηθεί στην τύχη. Βάλθηκα να σκαλίζω τις μέρες μου, να τις φέρνω άνω κάτω, να ψάχνω. Ζητούσα να παύσω την ύλη των αισθημάτων. Ν” αποκαταστήσω, από τις νύξεις που έβρισκα διάσπαρτες μέσα στον κόσμο αυτόν, μια αθωότητα τόσο ισχυρή που να ξεπλένει τα αίματα -το άδικο- και να εξαναγκάζει τους ανθρώπους να μου αρέσουν. Δύσκολο  αλλά πως να γίνει;  Κάποτε νιώθω να “μαι τόσοι πολλοί που χάνομαι. Θέλω να πραγματοποιηθώ έστω και στο μάκρος μιας ηλικίας που να ξεπερνά τη δική μου.  Το χρόνο ξορκίζεις, γίνεσαι συλλέκτης του καιρού του. Ενός καιρού που φεύγει. Το χρόνο ξορκίζεις.  Σκύβεις πάνω στους καρπούς, στα φύλλα σκύβεις, τα κλωνάρια μαζεύεις, κοντά σου τα φέρνεις, απομεινάρια ενός ακόμα καλοκαιριού που φεύγει με ταχύτητα μεγίστη, κλωνάρια ρίγανης και δεντρολίβανο ακριβό,  τα βιβλία ανοίγεις και τα βάζεις, να σημαδεύουν τις σελίδες, να σημαδεύουν τις στιγμές, όχι πια σελιδοδείκτες, μόνο κλωνάρια απ” όπου σε βρίσκουν τα βουνά, κι ούτε λουλούδια πια, μόνο κλαδιά. Οι εποχές να έρχονται και να φεύγουν, μέσα τους να στροβιλιζόμαστε, στα έπιπλα της μέρας τη ζωή ν” αφήνουμε, τ” αγγίζουμε, τα προσπερνάμε, σημάδια αφήνουμε και ένα σώμα, χνάρι για όταν δεν θα υπάρχει πια. Υπάρχουμε κι όταν πια δεν υπάρχουμε, υπάρχουμε κι όταν έχουμε ήδη φύγει. Το λάδι εδώ πως καίγεται και ζήσε το ταξίδι… Αν η ψευτιά δεν υπάρχει τρόπος να καταβληθεί ούτε από το χρόνο, τότε το παιχνίδι το έχασα…  ΕΛΥΤΗΣ

εγραψε το πιτσιρικι