Daily Archives: Σεπτεμβρίου 27, 2014

η δική σου η ράτσα φτιάχτηκε για να πολεμάει

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Δείτε πως έχει το πράμα. Στην αρχή σε αγνοούν, στη συνέχεια σε κοροϊδεύουν, μετά σε πολεμούν, στο τέλος νικάς. Ελάχιστη πολιτική παιδεία να είχατε εσείς οι «ταγοί», θα ξέρατε ότι ο Γκάντι από την ημέρα που είπε αυτή τη φράση δεν έχει διαψευστεί ποτέ. Κι όσο ηλίθιοι, πανίβλακες και πουλημένοι και να είστε, ξέρετε ότι ήδη είμαστε στο “μετά σε πολεμούν”. Η συνέχεια είναι γνωστή σε όλους…

Να παλεύεις το αδύνατο αδερφέ μου. Κι όσο εσύ το παλεύεις, τόσο και θα επιβεβαιώνεται ο νομοτελειακός κανόνας που σε θέλει να στέφεσαι νικητής. Και το γνωρίζουν τα μίσθαρνα ανθρωπάκια που τώρα στριφογυρίζουν στις ακριβοθώρητες καρέκλες τους. Γνωρίζουν πως από τη στιγμή που αποφάσισαν να σου κηρύξουν τον πόλεμο, έχουν χάσει. Γιατί αλλιώς δεν γίνεται. Το ξέρουν πως είναι λίγοι, μικροί και πεπερασμένοι σε αριθμό, μα πιότερο σε ήθος. Κι αν οι μικρές νίκες τους γίνονται σημαίες από τα καλοπληρωμένα δουλικά τους, εσύ να ξέρεις πως μόνο μικρές νίκες θα έχουν, μαζί με τον τρόμο που τους γιομίζει η περπατησιά σου.

Μην θωρείς το βουνό και σκιάζεσαι πως δεν θα το ανέβεις. Δικό σου το βουνό, δικός σου και ο χρόνος για να αγναντέψεις από την κορυφή του. Οι χρήσιμοι ηλίθιοι που τρίζουν τα δόντια τους, να ξέρεις πως το κάνουν από τον τρόμο πως τους πλησιάζεις, από την γνώση πως θα τους τσακίσεις. Πιότερο δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, από το να προκαλέσουν την βίαιη αποκαθήλωσή τους που θα επιφέρει το δικό σου αποφασιστικό περήφανο περπάτημα, που θα επιβάλει η δική σου έντιμη ματιά.

Διαβουλεύονται οι «ιπτάμενοι» επί των κοθόρνων τους, τρεμάμενοι ανέντιμοι πολιτευτάδες, απάτριδες πολιτικοί νάνοι και μεσίτες μιάς πατρίδας που ποτέ δεν αγάπησαν αλλά και της ίδια τους της ψυχής που αποτίμησαν με αργύρια και όχι με την λεβεντιά που σε εσένα περισσεύει.

Στον αγώνα της ζωής εσύ έχεις εμπειρία και γι αυτό σήμερα σαν θα μπεις στην παλαίστρα να είσαι βέβαιος πως θα νικήσεις τους επιδειξιομανείς φρουρούμενους νενέκους. Χτενίσου όπως οι πρόγονοί σου έκαμαν πριν τους μεγάλους αγώνες ζωής και θανάτου και μπες στον δικό σου σημερινό αγώνα. Εσένα σε τρέμει και σε τιμά ως κι ο θάνατος, ενώ τους άμαθους στον αγώνα τους περιμένει για να τους τσουβαλιάσει στα έγκατα και στα σκοτάδια της ατιμίας που οι ίδιοι έκαναν σκοπό της ζωής τους.

Εμπρός λοιπόν αδερφέ και να θυμάσαι… η δική σου η ράτσα φτιάχτηκε για να πολεμάει με το αδύνατο και να το νικά. Η δική σου η ράτσα είναι ο τρόμος όλων εκείνων που επιβουλεύονται την ελευθερία, την δημοκρατία και τις πανανθρώπινες αξίες. Εσένα έφερε η ιστορία και πάλι στο κρίσιμο σταυροδρόμι, για να αντιπαλέψεις με τα θηρία που έχουν γυάλινα πόδια. Εσένα έφερε και πάλι η ιστορία εμπρός της για να δοξαστείς και να την δοξάσεις…

εγραψε το πιτσιρικι

Πόλυ Πάνου 1940 – 2013

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Ελληνίδα τραγουδίστρια, μία από τις σημαντικότερες φωνές του λαϊκού τραγουδιού.

Η Πολυτίμη Κολιοπάνου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 1940, αλλά μεγάλωσε στην Πάτρα. «Νονός» του καλλιτεχνικού της ονόματος ήταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο άνθρωπος που την ανακάλυψε στην Πάτρα και έμελλε να της αλλάξει τη ζωή.

Η σχέση της με το λαϊκό τραγούδι ξεκινά από τα μικράτα της. Μαθήτρια του δημοτικού ακόμη, κάνει σκασιαρχείο από το σχολείο και πηγαίνει στα Ψηλαλώνια της Πάτρας, για να ακούσει τα καινούργια τραγούδια της εποχής. Δεκάχρονη παιδούλα εντυπωσιάζει με τις φωνητικές της ικανότητες, όταν στο μαγαζί όπου εμφανιζόταν ο Σταύρος Τζουανάκος, ανεβαίνει στο πάλκο και τραγουδά τη Συλβάνα του Μανώλη Χιώτη. Αργότερα, κρυφά από τους γονείς της, συμμετέχει σ” ένα διαγωνισμό ταλέντων της πόλης, στον οποίο τραγουδά τη Μητέρα του Φώτη Πολυμέρη και διακρίνεται ανάμεσα σε 260 παιδιά, παίρνοντας το πρώτο βραβείο. Οι εφημερίδες τότε γράφουν για τη «μικρή Πατρινοπούλα, το παιδί θαύμα που πήρε το πρώτο βραβείο».

Ένα χρόνο μετά από το διαγωνισμό, βρίσκεται στην Πάτρα για εμφανίσεις ο νεαρός τότε και ταλαντούχος Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Έψαχνε εναγωνίως για νέα τραγουδίστρια, αφού η τραγουδίστρια του συγκροτήματός του, τους είχε εγκαταλείψει. Τότε, τυχαία σ” ένα κουρείο της γειτονιάς της, έμαθε για τη μικρή Πολυτίμη με το «χρυσό λαρύγγι», όπως την αποκαλούσε και ο ίδιος αργότερα. Τη βρήκε, την άκουσε να τραγουδά τα «βαριά» του Τζουανάκου και τα «ελαφρά» του Πολυμέρη και αμέσως της ζήτησε να τον ακολουθήσει.

Η Πόλυ Πάνου με τον Γρ. Μπιθικώτση

Ταξίδεψαν μαζί στη Πάτρα, στο Αγρίνιο και μετά στην Αθήνα, στα δισκογραφικά στούντιο της Κολούμπια, πάντα με τη συνοδεία της μητέρας της και παρά την αντίθετη γνώμη του πατέρα της. Οι άνθρωποι της δισκογραφικής εταιρείας εντυπωσιάστηκαν από τη σπάνια φωνή της κι ένας από τους παραγωγούς αναφώνησε: «Γρηγόρη μου, μού ‘φερες μια Βέμπο του λαϊκού τραγουδιού!».

Το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε, το έγραψε ο Μπιθικώτσης και είχε τίτλο Πήρα τη στράτα την κακιά (1952). Ακολούθησε το Να πας να πεις της μάνας μου (1956) του Γιώργου Ζαμπέτα. Η σημαντική αυτή ερμηνεύτρια τραγούδησε πολλά από τα καινούργια τραγούδια όλων των κορυφαίων λαϊκών συνθετών της δεκαετίας του ’50. Ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Απόστολος Καλδάρας, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Θόδωρος Δερβενιώτης και ο Μπάμπης Μπακάλης θα της γράψουν τα καινούργια τραγούδια, με τα οποία θα αναδειχτεί στη δισκογραφία και στο πάλκο.

Πολλά απ’ αυτά θ’ αντέξουν να τραγουδιούνται μέχρι και σήμερα, όπως τα Μες στην πολλή σκοτούρα μου, Τα λιμάνια και Παίξε Χρήστο το μπουζούκι του Βασίλη Τσιτσάνη, Φέρτε μια κούπα με κρασί, Ό,τι βρέξει ας κατεβάσει, Άσε πρώτα να ξεχάσω και Τα αδέλφια δε χωρίζουνε του Απόστολου Καλδάρα, Σβήσε το φως να κοιμηθούμε του Γιάννη Παπαϊωάννου, Πάρε το δαχτυλίδι μου και Καυγαδάκι του Γιώργου Μητσάκη, Άλλα μου λεν τα μάτια σου και Ένα σφάλμα έκανα του Θόδωρου Δερβενιώτη, Εσένα δε σου άξιζε αγάπη του Γιάννη Καραμπεσίνη.

Η Πόλυ Πάνου ήταν η πρώτη που τραγούδησε τα Παιδιά του Πειραιά, που αργότερα έγινε μεγάλη επιτυχία και ήταν ο ίδιος ο Χατζιδάκις που την κάλεσε στο τηλέφωνο και της είπε: «Έχω, Πόλυ, γραμμένο ένα τραγούδι για σένα». Από το 1966 έως το 1972 ασχολήθηκε και επιχειρηματικά με τη δισκογραφία, δημιουργώντας με τον Πάνο Γαβαλά την εταιρεία Βεντέτα.

Η Πόλυ Πάνου έφυγε από τη ζωή στις 27 Σεπτεμβρίου 2013, σε ηλικία 72 ετών. Το τελευταίο διάστημα της ζωής της αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, λόγω της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας από την οποία έπασχε και νοσηλευόταν σε νοσοκομείο της Αθήνας.

Ιωάννης Καποδίστριας 1776 – 1831

10356329_10202057316063547_1667033842419717143_n

Έλληνας πολιτικός και διπλωμάτης. Διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας και πρώτος Κυβερνήτης του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους, το οποίο ίδρυσε εκ θεμελίων και με την προσωπική του περιουσία.

Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 11 Φεβρουαρίου 1776 την περίοδο της Ενετοκρατίας. Ο πατέρας του Αντώνιος – Μαρία καταγόταν από οικογένεια ευγενών, καθώς ένας από τους πρόγονούς του είχε λάβει τον τίτλο του Κόμη από τον Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ τον Β’. Ο τίτλος εισήχθη στη «Χρυσή Βίβλο» (Libro d” Oro) των ευγενών της Κέρκυρας το 1679 και έλκει την καταγωγή του από το ακρωτήριο Ίστρια της Αδριατικής, το σημερινό Κόπερ της Σλοβενίας. Η οικογένεια της μητέρας του Διαμαντίνας (Αδαμαντίας) Γονέμη, ήταν επίσης εγγεγραμμένη στη «Χρυσή Βίβλο» από το 1606.

Ο νεαρός Ιωάννης σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά στο Πανεπιστήμιο της Παταβίας (Πάντοβα) της Ιταλίας. Το 1797 εγκαταστάθηκε στη γενέτειρά του Κέρκυρα και άσκησε το επάγγελμα του ιατρού – χειρούργου. Δύο χρόνια αργότερα, όταν η Ρωσία και η Τουρκία κατέλαβαν για λίγο τα Επτάνησα, του ανατέθηκε η διοίκηση του στρατιωτικού νοσοκομείου.

Το 1801 τα Επτάνησα αυτονομούνται και ο Ιωάννης Καποδίστριας γίνεται ένας από τους δύο διοικητές της Ιονίου Πολιτείας, σε ηλικία 25 ετών. Χάρη στην πολιτική του οξυδέρκεια και πειθώ απέτρεψε την εξέγερση της Κεφαλλονιάς, που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες στη συνοχή του νεότευκτης πολιτείας. Έδειξε ευαισθησία και προσοχή στις ανησυχίες των Επτανησίων και πήρε πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση επί το δημοκρατικότερο του επτανησιακού συντάγματος, που είχαν επιβάλει Ρώσοι και Τούρκοι υπό τον τίτλο «Βυζαντινό Σύνταγμα».

Αποτέλεσμα των προσπαθειών του Καποδίστρια ήταν η ψήφιση ενός πιο φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος το 1803. Οι μεγάλες δυνάμεις θορυβήθηκαν κι έστειλαν τον Γεώργιο Μοτσενίγο, προκειμένου να τον επιπλήξει. Όταν, όμως, ο εκπρόσωπός τους συναντήθηκε μαζί του, εντυπωσιάστηκε από την πολιτική και ηθική συγκρότηση του ανδρός. Ο Καποδίστριας διορίστηκε ομόφωνα από τη Γερουσία της Ιονίου Πολιτείας, Γραμματέας της Επικρατείας. Κατά τη διάρκεια της θητείας του αναδιοργάνωσε τη δημόσια διοίκηση, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση.

Τον Μάρτιο του 1807 εστάλη στη Λευκάδα, την οποία απειλούσε με κατάληψη ο Αλή Πασάς. Αναδιοργάνωσε την άμυνα του νησιού, αποτρέποντας την απειλή. Εκεί γνωρίστηκε με τους οπλαρχηγούς Κολοκοτρώνη, Νικηταρά, Ανδρούτσο και Μπότσαρη, που αργότερα θα πρωτοστατούσαν στην Επανάσταση του ’21.

Τον Ιανουάριο 1809 ο Καποδίστριας εισήλθε στη διπλωματική υπηρεσία της Ρωσίας, κατόπιν προσκλήσεως του Τσάρου Αλέξανδρου Α’. Το 1813, διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, στην πρώτη του μεγάλη αποστολή, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε τα μέγιστα στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε 19 αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) ως συστατικά μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας.

Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης, που έθεσε τις βάσεις της «Ιεράς Συμμαχίας», ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας, αποτελώντας το φιλελεύθερο αντίβαρο στην αντιδραστική πολιτική του αυστριακού πρίγκιπα Μέτερνιχ. Πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη, μετά την πτώση του Ναπολέοντα, καθώς και τη διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας, υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων.

Μετά τις μεγάλες του διπλωματικές επιτυχίες, ο Τσάρος τον έχρισε Υπουργό Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1816 έως το 1822. Ο Καποδίστριας, όμως, δεν ξέχασε τη γενέτειρά του και τα Επτάνησα, που είχαν περάσει κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας. Το 1819 μετέβη στο Λονδίνο και προσπάθησε ματαίως να πείσει τη βρετανική κυβέρνηση να μετριάσει το αυταρχικό καθεστώς που είχε επιβάλει στα Ιόνια Νησιά.

Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του, καθώς είχε διαφωνήσει ανοιχτά με τον τσάρο Αλέξανδρο, που καταδίκαζε κάθε επαναστατική κίνηση στην Ευρώπη, πιστός στις αποφάσεις της Ιεράς Συμμαχίας. Το 1822 εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου έχαιρε υπόληψης για την προσφορά του στη δημιουργία της Ελβετικής Ομοσπονδίας, λαμβάνοντας τον τίτλο του επίτιμου πολίτη. Παρέμεινε εκεί έως το 1827, βοηθώντας ποικιλοτρόπως το επαναστατημένο έθνος.

Στις 30 Μαρτίου 1827 η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον εξέλεξε Κυβερνήτη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, σε μία περίοδο που η Επανάσταση καρκινοβατούσε. Έπειτα από επίπονες διαβουλεύσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, έφτασε στο Ναύπλιο στις 7 Ιανουαρίου 1828, γενόμενος δεκτός με ζητωκραυγές και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις από τον λαό. Δύο ημέρες αργότερα μετέβη στην Αίγινα, η οποία είχε κριθεί καταλληλοτέρα από το Ναύπλιο ως προσωρινή έδρα της Κυβέρνησης.

Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα υπήρξε αποκαρδιωτική, λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο πολιτικό σκηνικό. Οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των φατριών κατά τη διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει, ενώ η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.

Ο Καποδίστριας εκλήθη να κυβερνήσει με βάση το Δημοκρατικό Σύνταγμα της Τροιζήνας, αλλά ως οπαδός της πεφωτισμένης δεσποτείας πίστευε ότι τα Συντάγματα και τα Κοινοβουλευτικά Σώματα ήσαν πρόωρα για το ασύστατο ακόμα κράτος. Πρέσβευε εις την αρχή του ενός ανδρός, έστω και υπό προθεσμία. Στις 18 Ιανουαρίου 1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής περί αναστολής του Συντάγματος. Έτσι, κατέστη η μοναδική πηγή εξουσίας, συνεπικουρούμενος από το Πανελλήνιον, ένα συμβουλευτικό σώμα αποτελούμενο από 27 μέλη. Στη σύγκληση μιας νέας Εθνοσυνέλευσης στο άμεσο μέλλον παραπεμπόταν η ψήφιση του νέου Συντάγματος. Ο Καποδίστριας εγκαινίασε την περίοδο της απολυταρχίας, η οποία διατηρήθηκε μέχρι το Σύνταγμα του 1843.

Λιθογραφία του 1827

Ο νέος Κυβερνήτης έθεσε ως στόχο να βάλει τέλος στις εμφύλιες διαμάχες και επιδόθηκε αμέσως στο έργο της δημιουργίας Κράτους εκ του μηδενός, επιδεικνύοντας αξιοζήλευτη δραστηριότητα. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα με τη βοήθεια του φίλου του ελβετού τραπεζίτη Εϋνάρδου, η οποία δεν ευδοκίμησε για πολύ. Ρύθμισε το νομισματικό σύστημα, καθότι ακόμη κυκλοφορούσαν τουρκικά και ξένα νομίσματα εντός της επικράτειας. Στις 28 Ιουλίου 1828 καθιέρωσε ως εθνική νομισματική μονάδα τον Φοίνικα και ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο. Στις 24 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου οργάνωσε και την πρώτη ταχυδρομική υπηρεσία.

Ερχόμενος στο Ναύπλιο, ο Καποδίστριας βρήκε την Ελλάδα χωρίς δικαστική οργάνωση. Γνωρίζοντας ότι η απονομή της δικαιοσύνης αποτελεί θεμέλιο για τη δημιουργία μιας ευνομούμενης πολιτείας, ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τη δημιουργία δικαστηρίων και τη στελέχωσή τους με το κατάλληλο προσωπικό. Οργάνωσε, ακόμη, τη διοίκηση του κράτους και ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή.

Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση, πετυχαίνοντας αφενός να καταπολεμήσει το κατεστημένο των οπλαρχηγών και αφετέρου να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση, όπως έδειξε η Μάχη της Πέτρας, όπου ο ελληνικός στρατός εμφανίσθηκε πειθαρχημένος και συγκροτημένος στην τελευταία μάχη του Αγώνα. Ο Καποδίστριας αντιμετώπισε επιτυχώς την πειρατεία, αναθέτοντας στον ναύαρχο Μιαούλη την καταστολή της. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από τις επιδημίες του τύφου, της ελονοσίας και άλλων μολυσματικών ασθενειών. Προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, καθώς και το Ορφανοτροφείο της Αίγινας.

Ο Καποδίστριας ενδιαφέρθηκε αποφασιστικά για τη γεωργία, που αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας. Εισήγαγε πρώτος την καλλιέργεια της πατάτας, με ένα τρόπο που έδειχνε τη βαθειά του γνώση για τον ψυχισμό του Έλληνα εκείνης της εποχής. Διέταξε, λοιπόν, να αποθέσουν ένα φορτίο με πατάτες στο λιμάνι του Ναυπλίου και προέτρεψε τον καθένα να πάρει όσες θέλει. Συνάντησε, όμως, την παγερή αδιαφορία των πρωτευουσιάνων. Στη συνέχεια τοποθέτησε φρουρούς στο φορτίο και αμέσως σχεδόν στο Ναύπλιο κυκλοφόρησαν ψίθυροι ότι για να φυλάσσεται το φορτίο κάτι το πολύτιμο θα περιέχει. Οι άνθρωποι μαζεύτηκαν στο λιμάνι και λοξοκοίταζαν τις πατάτες. Άρχισαν σιγά-σιγά να τις κλέβουν κάτω από τη μύτη των φρουρών και στο τέλος έκαναν όλες φτερά. Δεν γνώριζαν, όμως, ότι ο Καποδίστριας είχε διατάξει τους φρουρούς να κάνουν τα στραβά μάτια. Με αυτή την ευφυή κίνηση, η πατάτα έγινε τότε μέρος της καθημερινής διατροφής του Έλληνα.

Οι πολιτικές κινήσεις του Καποδίστρια προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια, τόσο των οπαδών του συνταγματικού πολιτεύματος, όσο και των προκρίτων και των ναυτικών. Η αίγλη που τον περιέβαλε άρχισε να διαλύεται. Η αδυναμία ικανοποιήσεως όλων των αιτημάτων, σε συνδυασμό με την καθυστέρηση διεξαγωγής των εκλογών, έδωσαν την αφορμή για το σχηματισμό ισχυρής αντιπολίτευσης κατά του Κυβερνήτη. Ο Καποδίστριας κατηγορήθηκε ακόμη ότι αγνόησε τη μακρά κοινοτική παράδοση της χώρας και θέλησε να μεταφυτεύσει από την αλλοδαπή θεσμούς, μη προσιδιάζοντες στην τότε πραγματικότητα.

Η πρώτη δυναμική αντιπολιτευτική ενέργεια ήλθε με τα στασιαστικά κινήματα της Ύδρας το 1829, που επιδίωκαν την ανατροπή του Καποδίστρια. Ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Καποδίστριας παρακάλεσε τον ναύαρχο Ρίκορντ να επιτεθεί κατά των στασιαστών. Πράγματι, ο ρώσος ναύαρχος απέκλεισε το ναύσταθμο και προ του κινδύνου να συλληφθεί ο Μιαούλης ανατίναξε τη φρεγάτα Ελλάς και την κορβέτα Ύδρα (τα δύο πιο αξιόπλοα πλοία του ελληνικού στόλου) και διέφυγε στην Ύδρα. Η αντίδραση κατά του Κυβερνήτη διογκωνόταν. Οι Μανιάτες αρνούνταν να πληρώσουν τους φόρους προς την κεντρική εξουσία και στασίασαν με τη σειρά τους.

Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με τους Μαυρομιχάληδες, την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης. Ο Καποδίστριας συν το χρόνω γινόταν όλο και πιο ευερέθιστος και δύσπιστος έναντι όλων. Δεν είχε την απαραίτητη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία, με συνέπεια την αδικαιολόγητη όξυνση των προσωπικών παθών. Σε αυτή την κατάσταση θα πρέπει να αποδοθεί και ο σκληρός τρόπος συμπεριφοράς του κατά του γηραιού Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Καποδίστριας διέταξε τη σύλληψή του και τον εγκλεισμό του στη φυλακή. Τον αδελφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γεώργιο τους κρατούσε στο Ναύπλιο, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους. Το γεγονός αυτό εξέθρεψε το μίσος και την ανάγκη εκδίκηση από την πλευρά των Μαυρομιχαλαίων.

Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια

Στις 5:35 το πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 ο Ιωάννης Καποδίστριας δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τον Κωνσταντίνο και τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, όπου μετέβαινε για να εκκλησιασθεί και έπεσε νεκρός. Ο μόνος που τον συνόδευε ήταν ο μονόχειρας σωματοφύλακάς του, ονόματι Κοκκώνης.

Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης εφονεύθη επί τόπου από τους προστρέξαντες, οι οποίοι κυριολεκτικώς τον λυντσάρισαν. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης ζήτησε προστασία στη Γαλλική Πρεσβεία. Κατόπιν επιμόνου απαιτήσεως του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, ο αντιπρεσβευτής βαρόνος Ρουάν τον παρέδωσε στις αρχές. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης καταδικάσθηκε σε θάνατο από στρατοδικείο και εθανατώθη δια τυφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1831.

Στη θέση του δολοφονημένου Ιωάννη Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος. Η χώρα είχε βυθιστεί στο χάος και την αναρχία και οι Προστάτιδες Δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία να εγκαθιδρύσουν βασιλεία, φοβούμενες την επικράτηση ενός φιλελεύθερου κινήματος.

Η ελληνική πολιτεία τίμησε τον Κυβερνήτη, δίνοντας το όνομά του σε δημόσιους χώρους και ιδρύματα, όπως στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο επίσημος τίτλος του οποίου είναι Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ακόμη, ο Ιωάννης Καποδίστριας απεικονίζεται στο κέρμα των 20 λεπτών της ελληνικής έκδοσης του ευρώ, ενώ το σχέδιο διοικητικής αναδιοργάνωσης της χώρας που εισηγήθηκε η κυβέρνηση Σημίτη έλαβε το όνομά του («Πρόγραμμα Ι. Καποδίστριας»).