θολή και ξεχασμένη.

Aristotelis_Onasis

Άραγε πόσα άτομα αναγκάστηκες να ξεχάσεις και να αφήσεις πίσω και πόσα ακόμα θα υπάρξουν στη ζωή σου; Κάποια από αυτά τα επέλεξες εσύ, κάποια λαθραία εισέβαλαν στη ζωή σου, μα όλα κατέληξαν να σου είναι απαραίτητα. Και όμως ήρθε η μέρα που τα άτομα αυτά σε πρόδωσαν, σε πλήγωσαν, σε απέρριψαν. Ήταν λάθος σου που τους επέτρεψες να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι σου; Δεν έχει σημασία πια. Το μόνο που προσπαθείς μανιωδώς είναι να απαλλαγείς από το αίσθημα του θυμού, την απώλειας, της απόγνωσης.

Χτίζεις έναν τοίχο άρνησης ανάμεσα σε σένα και το παρελθόν σου. Με όσο εγωισμό σου έχει απομείνει και την ανάγκη να απαλλαχθείς από τον πόνο, επιστρατεύεις όλες σου τις δυνάμεις και ο τοίχος σου αργά μα σταθερά κερδίζει ύψος. Σταδιακά ξεχνάς χαρούμενες στιγμές, τρυφερά λόγια, ώσπου στο τέλος χάνεται ο τόνος, η χροιά της φωνής τους. Νιώθεις ικανοποίηση, ανακούφιση, ο τοίχος που εσύ δημιούργησες είναι πλέον το στήριγμα σου για να σταθείς στα πόδια σου και να κάνεις ξανά τα πρώτα σου βήματα. Ένα χαμόγελο διαγράφεται δειλά στο πρόσωπο σου και κάθε νέα μέρα γίνεται πιο πλατύ, πιο φυσικό. Η νέα σου ζωή δε συνάδει με τον άψυχο τοίχο που πια μοιάζει μουντός. Τον ζωγραφίζεις, κάθε σου γέλιο, κάθε ευτυχισμένη μέρα αποτυπώνονται πάνω του γεμάτες φωτεινά χρώματα.
Κι όμως ένα πρωί, τον αντικρίζεις και δεν τον αναγνωρίζεις. Η χαρά που αναβλύζει από τον τοίχο σου φαντάζει αποκρουστική στα μάτια σου. Δεν γνωρίζεις τον λόγο, έχεις μόνο μια πικρή γεύση και κι ένα σφίξιμο στο στήθος σου. Πιάνεις το πινέλο σου στα τυφλά και το βυθίζεις σε μαύρο χρώμα, χωρίς καμία επίγνωση το χέρι σου μια πόρτα αναπαριστά, ένα σχέδιο το οποίο σκοπίμως παρέλειψες από τον τοίχο σου. Η ζωγραφιά σου όμως δεν είναι πια άψυχη, οδηγεί κάπου. Σαστίζεις μα ναι – αναθεματισμένη ανθρώπινη περιέργεια – φυσικά και θα την ανοίξεις!
  Πίσω της μια αίσθηση γνώριμη, ένα κενό τοπίο, ψυχρό κι απόμακρο. Καμία ζωή πίσω από τον τοίχο σου, μόνο ένα πηγάδι. Το πλησιάζεις διστακτικά και καθώς κοιτάς στα νερά του περιμένεις να δεις την αντανάκλαση σου. Μα όχι, μια άλλη φιγούρα ζει εκεί, θολή και ξεχασμένη. Χάνεις την αίσθηση του χρόνου, καθώς τα μάτια σου παραμένουν καρφωμένα στα νερά που πλέον αναπαριστούν μια ανάμνηση με σένα πρωταγωνιστή, μια ανάμνηση που είχες πειστεί πως έσβησες . Αισθήματα παλιά σε κατακλύζουν, σαν να μην πέρασε μια μέρα, σαν να μην είχες αποκοπεί ποτέ από αυτά. Βρίσκονταν όλα πίσω από τον τοίχο σου που μέσα σε μια στιγμή σχίστηκε σαν να ήταν χάρτινος κι εξαφανίστηκε.

Σου λένε να ζήσεις με τις αναμνήσεις σου, να διδαχθείς από αυτές. Πως οι αναμνήσεις αποτελούν στοιχείο του ποιος πραγματικά είσαι, θεμέλιο του δυναμισμού μα και της ευαισθησίας σου. Τι κι αν είναι προτιμότερο όμως να ζήσεις με αυτές, αφού πάντα υπάρχουν αναμνήσεις που, όσο κι αν πιστεύεις πως μπορείς να διαγράψεις, θα στοιχειώνουν τα όνειρα σου.

  
Συμβιβάσου με αυτό και αποδέξου το ή ρίξε το νόμισμα σου στο πηγάδι κι ευχήσου για τη λήθη.