Το είδωλο

wpid-wp-1468360006707.jpeg

έκλεισα την τηλεόραση,οι δυο φιγούρες μίκρυναν, έγιναν μια τόσο δα μικρή φωτεινή κουκκίδα κι εγώ πήγα στην κουζίνα να βάλω ακόμα μια τεκίλα… συνηθίζω να μην ανάβω φώτα πια, αρκεί ένα στο διάδρομο, κάθε φορά που έμπαινα στην κουζίνα,εδώ και καιρό, το βλέμμα μου πέφτει στο ανοιχτό τζάμι του παράθυρου και κει πάντα,δε ξεχνώ να δω το είδωλό μου…να το λοιπόν το είδωλό μου, ακόμα μια φορά…αλλά τι έβλεπε κανείς αν κοίταγε πέρα από αυτό; όχι και πολλά πράγματα… όσο ονειροπόλος άνθρωπος κι αν ήμουν, δεν είχα τη δύναμη του Ορφέα του Κοκτό, που περνούσε από υγρούς καθρέφτες κι έμπαινε σε φανταστικούς κόσμους… όχι, εγώ έμοιαζα και θα μοιάζω πάντοτε, περισσότερο στη μια από τις δυο φιγούρες που μίκρυναν μόλις έκλεισα την τηλεόραση, πίεζα τον εαυτό μου να μη δει στο τζάμι την υπέροχη και τρομερή πραγματικότητα που αποκαλύπτοταν μόλις δυο βήματα πίσω από την πλάτη μου… το προηγούμενο βράδυ είχα δει ένα νέο είδωλο, μόνο για μια στιγμή, γιατί αναγκάστηκα να κλείσω τα μάτια μου μπροστά στην έκπληξή μου, την υπέροχη έκπληξή μου που αποδείκνυε πως πράγματι έχω δυνάμεις φοβερές, αλλά ήταν τόσο ζωντανή, τόσο πραγματικό που ακόμα και τώρα προσπαθώ να διακρίνω τα ίχνη του, γιατί δεν μπορώ να πιστέψω πως το τζάμι δεν έχει μνήμη…είχε εμφανιστεί με κάμποσες λευκές σελίδες ρολό κάτω από τη μασχάλη,σκόπευε να μου χαρίσει τις φωτοτυπίες μιας ζωής, φορούσε ένα τζιν κι ένα μαύρο πουλόβερ, θέλησα να μείνει για ένα ποτό αλλά δεν είχε χρόνο, σαν όνειρο που διαρκεί δεύτερα, δούλευα όλη μέρα, είπε, νομίζω πως έχω πυρετό, απάντησα, ένιωθα πως έπρεπε να βρω μια διακαιολογία για να μη φύγει, έκανε επιθεώρηση να δει πώς, τι, αν έχει αλλάξει κάτι, αλλά εγώ διαισθανόμουν σαν να ‘θελε να πει κάτι σημαντικό… προχωρήσαμε στο καθιστικό, και ρώτησα αν ήθελε να μου κάνει μια χάρη… ναι φυσικά, μου απάντησε, μπορείς να ψηλαφίσεις το λαιμό μου; ρώτησα, τον λαιμό σου; έγειρα πίσω το κεφάλι αντί να απαντήσω, ναι το λαιμό μου, άγγιξέ τον απλώς, άγγιξέ τον και πες μου τη γνώμη σου… είχε χάσει κάθε δυνατότητα ελέγχου της κατάστασης,μιας ακίνητης και σιωπηλής κατάστασης! και τώρα, εγώ, αφού έκλεισα την τηλεόραση,κι οι δυο φιγούρες μίκρυναν,κι έγιναν μια τόσο δα μικρή φωτεινή κουκκίδα κι εγώ πήγα στην κουζίνα να βάλω ακόμα μια τεκίλα, χωρίς ν’ ανάψω φώτα, είδα ξανά το είδωλο… κι έμεινα δεν ξέρω πόση ώρα, ακίνητη και σιωπηλή, λες κι είχα βγάλει ρίζες, σταύρωσα τα μπράτσα μου, χαμήλωσα τους ώμους,κλείστηκα… όταν για μια ανεπαίσθητη στιγμή ένιωσα το χέρι στο λαιμό κι έπεσα… ένιωσα πως λιποθύμησα, αλλά απλά είχα πέσει στην αγκαλιά του ειδώλου μου, αδέξια έπεσα, αλλά παρόλα αυτά επέμεινα σε αυτού του είδους την πτώση, έσφιξα τη σιωπή μου, έκλεισα τα μάτια στο είδωλό μου στο τζάμι κι είδα έναν κόμπο φτιαγμένα από νήματα των δικών μου βουβών φόβων και επιθυμιών που θα αντιστεκόταν γερά σε όσα δεινά μπορεί να μας επεφύλασσε το φως… γι αυτό συνηθίζω να μην ανάβω φώτα πια, αρκεί ένα στο διάδρομο!

η φωτογραφία από την ταινία Bande à part του Jean-Luc Godard…


Πηγή