ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ ΓΡΑΦΕΙ … Γενέθλια μέρα

Τότε, Μεγαλη Παρασκευή ίσως, Μ’ έκοψαν πάλι .. Πρόχειρα παιδί από χρόνο: Σταυρό από πεντάλφα.. Σκουρο Τσιγγανακι.. Βαφτιστικά παντελονακια στό μαύρο.. Φιόγκο από μυαλό άλλο μέγεθος.. Λόγια πετούμενα Χεράκια παγωμένα με μολύβι .. Επρεπε γρήγορα να μεγαλώσω.. πάλι Δε χωρούσα στο χαρτί μου Επρεπε να γυρίσω το χαρτί Πίσω στο δέντρο.. Με τις δέκα κατευθύνσεις των κλαδιών.. Επρεπε Ζωντανό Να μοιραστώ στα φύλλα.. Ας παίξω Είπα τότε Εγώ, Αυτοί, Αστρα, Νερό Αέρας, Γη.. Τα γράμματα Τα βότσαλα Τα ζώα, τα πουλιά, τα έντομα Τα ψάρια, τα φυτά Η ρολογιά, τ’ αγιόκλημα, ο πλάτανος Το κυπαρίσσι, η ελιά Η κόκκινη τριανταφυλλιά Οι πικροδάφνες, Ο φράχτης για το άπειρο..Να φτιάξω είπα Τουλάχιστον Τον κόσμο Επειγόντως (Δεν υπήρχε καιρός για τίποτα άλλο) Αυτό που σκέφτηκα τότε Αμορφο, συμπαγές, χωρίς πατήματα.. Αρχισε αμέσως να ψηλώνει Στον ξύπνο και στον ύπνο δυο φορές Πιο γρήγορα. Περίεργο Με κοιτούσε Απ’ όλες τις τρύπες Που άνοιγα Καθώς στο μέλλον βυθιζόμουν. Με μετρούσε Εντόπιζε τους αριθμούς Γενέθλια μέρα, Γάμου, Ιδια θανάτου. Εκεί ψηλά τότε που στάθηκα Ημουνα κι από δω Κι απέναντι Θα τρόμαζα Ομως, Περνούσαν ασταμάτητα Πουλιά τρεκλίζοντας στον άνεμο Περισπασμοί Σπουργίτια σταχτιά σαν τίποτα Και άλλα, πιο σταχτιά Σαν τίποτα πιο. Aπλωσα τότε στο χαμόγελό μου αίμα του λαγού Στο βλέμμα μαύρο διαγραφής Στο χάος λύθηκαν βουστροφηδόν τα νεύματά μου Στόλισα το λαιμό μου και τα δάχτυλα.. Με λόγια ακατέργαστα, Μόλις αποσπασμένα απ’ το ορυκτό τους άλγος. Μεγάλα τμήματα ανθρώπου.. Ενσωματώνοντας, Ντύθηκα άλλος κι άλλος κι άλλος Αμαρτάνοντας αδιάκοπα…

εγραψε το πιτσιρικι