Η μεγαλύτερη ληστεία στην ιστορία, ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, και ένας πανάκριβος καφές

Χαμός έχει γίνει μετά τις αποκαλύψεις της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών δημοσιογράφων για τον φορολογικό «παράδεισο» του Λουξεμβούργου και άλλων κρατών που στήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό για να ξεπλένουν μαύρο χρήμα και να γλιτώνουν από τις μεγάλες πολυεθνικές του πλανήτη δισεκατομμύρια δολάρια σε φόρους.

Το αποτέλεσμα των ερευνών τεσσάρων ξένων εφημερίδων έδειξαν ότι τεράστιοι όμιλοι όπως είναι η Apple, η Amazon, η Starbucks κλπ εκμεταλλεύονταν το φιλικό φορολογικό καθεστώς για να πετυχαίνουν τεράστια κέρδη και να δημιουργούν αποθεματικά τα οποία ξεπερνούν το ΑΕΠ πολλών χωρών του λεγόμενου «τρίτου κόσμου».

Βέβαια, αυτός ο «τρίτος κόσμος» δεν θα ήταν ποτέ του «τρίτος» αν υπήρχε η δυνατότητα να φτάνουν στους πολίτες του όλα αυτά τα τρισεκατομμύρια που κατέληξαν σε μπόνους και «σταρτάπς» δισεκατομμυρίων, οι οποίες το μόνο που προσφέρουν στην ανθρωπότητα είναι ένας ακόμη τρόπος να στέλνουμε μηνύματα μέσω Wi-Fi.

Το ζήτημα της εκμετάλλευσης των αλλήθωρων φορολογικών συνηθειών δεκάδων κρατών του πλανήτη δεν είναι σημερινό. Κρατάει εδώ και πάρα πολλά χρόνια, και –όλως τυχαίως- διογκώθηκε από το 2008. Δηλαδή από τη χρονιά όπου η παγκόσμια οικονομία βάρεσε κόκκινο και η λεγόμενη «φούσκα» έσκασε στα μούτρα δισεκατομμυρίων ανθρώπων.

Η λέξη «φούσκα» χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησε η παγκόσμια οικονομία κάθε φορά που επικρατούσε η λεγόμενη «ανάπτυξη». Αποτέλεσε, με απλά λόγια, τη δημιουργία ενός πλούτου ο οποίος ήταν εικονικός και δεν είχε κανένα πραγματικό αντίκρισμα.

Ο πλούτος αυτός αγόραζε και πούλαγε αγαθά για λογαριασμό όσων είχαν τη δυνατότητα να τον διαχειριστούν. Δίπλα τους, ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού του «ανεπτυγμένου» κόσμου έγλυφε το πιάτο και ένα κομμάτι από τα αποφάγια της φούσκας, είτε δουλεύοντας για αυτήν είτε αποκτώντας παράπλευρα οφέλη από την κίνηση ενός πολύ μικρού ποσοστού του συνόλου του περιεχομένου αυτού του εικονικού θησαυροφυλακίου.

Το σκάσιμο της φούσκας, ή αλλιώς η λεγόμενη «οικονομική κρίση», δεν ήταν ούτε «κρίση» ούτε «εκτροχιασμός», όπως πολύ άστοχα παρατήρησαν οι κυβερνήσεις του πλανήτη που βρέθηκαν στο μάτι του κυκλώνα της. Ήταν η ευκαιρία για μια από τις μεγαλύτερες αναδιανομές πλούτου στην νεότερη οικονομική ιστορία.

Εξηγούμαι εν τάχει.

Ο εικονικός πλούτος, ή αλλιώς φούσκα, δεν είχε πραγματικό αντίκρισμα σε συνθήκες μαζικής εκροής κεφαλαίων. Δηλαδή, αν όλοι όσοι είχαν στα χέρια τους τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που έφτασαν να αντιστοιχούν στο +900% του παγκόσμιου ΑΕΠ, μαζεύονταν ένα πρωί στις τράπεζες και ζήταγαν όλο αυτό το ρευστό -ή μέρος του-, θα κατέρρεε ολόκληρο το σύστημα, με αποτέλεσμα η αξία του χρήματος να μηδενιζόταν.

Το σενάριο αυτό είναι εντελώς υποθετικό και ίσως άστοχο αν κάτσει κάποιος να το εξηγήσει με καθαρά επιστημονικούς όρους, όμως για την οικονομία της συζήτησης ας το δεχτούμε για να προχωρήσουμε παρακάτω.

Το σύστημα, λοιπόν, έσκασε διότι η εμπιστοσύνη στον ίδιο του τον εαυτό έπαψε να ισχύει. Ως αποτέλεσμα αυτού είχαμε μια γενικευμένη εντολή πληρωμών εκείνων των χρηματοπιστωτικών προϊόντων που ήταν πολύ εύκολο να ξοφληθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως μοχλός εκβιασμού. Των κρατικών ομολόγων.

Η αποπληρωμή των ομολόγων αυτών γίνεται με έναν τρόπο. Από τα κρατικά ταμεία τα οποία γεμίζουν με τους φόρους των πολιτών. Δυστυχώς –για τους πολίτες- κανένα κράτος δεν ήταν έτοιμο να αντιμετωπίσει αυτήν την γενικευμένη τάση αποπληρωμής η οποία πραγματοποιήθηκε με ταυτόχρονη παύση των πιστώσεων, εξαιτίας της αβεβαιότητας που το ίδιο το οικονομικό σύστημα προκάλεσε για τον εαυτό του.

Έτσι λοιπόν, τα κράτη στράφηκαν προς έκτακτες μεθόδους δανεισμού (βλέπε τρόικα) με όρους που περιστράφηκαν γύρω από ένα δόγμα: περικοπές των δημοσίων δαπανών, μειώσεις μισθών και υπερφορολόγηση θα πληρώσουν τα σπασμένα.

Αποτέλεσμα αυτού ήταν να φτάσουμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα. Οι πολίτες να πληρώνουν τα σπασμένα της φούσκας, επειδή είναι οι μοναδικοί που δεν έχουν τη δύναμη να αντιδράσουν και να επηρεάσουν πολιτικές καταστάσεις, όπως έκαναν μέσα στα χρόνια της κρίσης-αναδιανομής οι μεγάλες πολυεθνικές του Λουξεμβούργου κοκ.

Αυτή η περίοδος αφαίμαξης του μοναδικού διαθέσιμου πραγματικού πλούτου που θα έδινε αξία σε σημαντικό μέρος του φανταστικού εικονικού πλούτου, ή αλλιώς φούσκα, στιγματίστηκε από τη ραγδαία αύξηση των δισεκατομμυριούχων του πλανήτη, την άγρια διόγκωση του χάσματος μεταξύ πλουσίων και φτωχών (την ψαλίδα όπως μας αρέσει να λέμε), τη διάλυση των κοινωνικών και εργασιακών δομών και δημοσίων επενδύσεων, και την απαξίωση του ίδιου του υπαρκτού “λαϊκού” πλούτου, δημόσιου και ιδιωτικού.

Ερχόμαστε σήμερα, λοιπόν, να παρακολουθήσουμε αυτό το παιχνίδι που πάει και πάλι να παιχτεί στο μυαλό του αναγνώστη (δλδ την ευαισθητοποίηση των ευρωπαϊκών αρχών για τη νόμιμη φοροδιαφυγή των πολυεθνικών) και μάλιστα στην χειρότερα παιγμένη εκδοχή του, από έναν άνθρωπο, τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, ο οποίος πριν αναλάβει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν επί 18 έτη πρωθυπουργός μιας οικονομικής μπανανίας ξεπλύματος βρώμικου χρήματος και πλουτισμού εκείνων οι οποίοι δεν ένιωσαν στο παραμικρό τα αποτελέσματα της λεγόμενης «κρίσης».

Και πώς να τα νιώσουν, άλλωστε, αφού βρέθηκαν από την πρώτη στιγμή στην πλευρά των κερδισμένων αυτής της αναδιανομής πλούτου – ή αλλιώς της μεγαλύτερης ληστείας πολιτών εδώ και αιώνες;     πολύφημος 2.0