Ρε ξεφτίλες αυτοί είναι οι δικοί μας Ολυμπιονίκες

wpid-wp-1472226292052.jpeg

Ρίγη συγκίνησης έχουν κατακλύσει το πανηλίθιο μετά την ανάρτηση της Χρυσής Ολυμπιονίκη Άννας Κορακάκη, όπου αποκαλύπτει όλη την αλήθεια σχετικά με ένα φλέγον ζήτημα που απασχολεί την ανθρωπότητα:

Τελικά την κάλεσε ή δεν την κάλεσε ο Πάκης στο Προεδρικό Μέγαρο;

Όπως ήταν φυσικό, η ανάρτηση ήρθε να βάλει τέλος στην αγωνία δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων που έκαναν like, share και comment, οι οποίοι από τον επόμενο μήνα θα πληρώσουν Εφορία και ΕΝΦΙΑ με άλλον αέρα, αυτόν της εθνικής υπερηφάνειας για το κορίτσι μας που δε μασάει τα λόγια του.

H αλήθεια είναι ότι μετά την αξιοπρέπεια του ΣΥΡΙΖΑ που μετατράπηκε σε ξεφτιλίκι μεγατόνων, είχε παρατηρηθεί ένα μικρό κενό σε ηρωισμό, αφού οι τελευταίοι εθνικοί ήρωες της χώρας ήταν κάτι βαλτοί πολίτες τύπου «Δείτε τον 20χρονο που αποστόμωσε υπουργούς και βουλευτές», οι οποίοι φιλοξενούνταν στα πάνελ του Χατζηνικολάου και την επομένη γίνονταν viral στο διαδίκτυο.

Ε, αυτό το κενό στις καρδιές των Ελλήνων ήρθαν τώρα να καλύψουν οι Ολυμπιονίκες και το συγγενολόι τους. Η μάνα του Πετρούνια, ο πατέρας της Κορακάκη, ο κουνιάδος της Στεφανίδη και οι ίδιοι οι Oλυμπιονίκες παρελαύνουν καθημερινά από τις οθόνες μας και βάλλουν κατά Κράτους και ΜΜΕ.

Και καλά κάνουν. Κανείς δε θέλει μουγγούς αθλητές που απλώς θα τρέχουν, θα πηδάνε και θα κρεμιούνται σαν τις μαϊμούδες.

Το πρόβλημα είναι άλλο. Είναι η δίψα των Ελλήνων για διακρίσεις και αναγνώριση – μέσω άλλων κατά κανόνα -, η απεγνωσμένη τους προσπάθεια να τονώσουν το ηθικό τους, να εμπνευστούν, να πείσουν τους εαυτούς τους ότι Ελλάδα δεν είναι μόνο Τσίπρας, Μητσοτάκης, φτώχεια και μιζέρια.

Είναι και η Ελλάδα που βλέπει τη σημαία της να σηκώνεται ψηλά, πάνω από αυτήν της Γερμανίας, τον εθνικό της ύμνο να ακούγεται δυνατά, ακόμα και σε μια μικρή σάλα σκοποβολής ή ένα γεμάτο ολυμπιακό στάδιο.

Αφού οι ίδιοι έχουν αποτύχει σχεδόν σε όλα τα επίπεδα, ας πετύχουν έστω οι «εκπρόσωποί» τους στο αεροβόλο πιστόλι και τους κρίκους.

Αφού δεν υπάρχουν φιλόσοφοι, συγγραφείς, ποιητές και καλλιτέχνες που να τους ξέρουν μισό μέτρο έξω από την Ελλάδα, καλοί είναι και οι αθλητές. Βολεύονται και με αυτούς.

Στο πρόσωπο ενός ασήμαντου, μέχρι πρότινος, κοριτσιού από τη Δράμα που παρά τα εμπόδια, τις δυσκολίες και τις τρικλοποδιές που τις έβαλαν τα κατάφερε, βλέπουν να πραγματώνεται η δική τους ονείρωξη για έξοδο από το βούρκο στον οποίο ζουν.

Φυσικά, πρόκειται για πλάνη. Για ψευδαίσθηση.

Ξέρουμε πολύ καλά τις στερήσεις και τις θυσίες που απαιτούνται για να είσαι ο ένας, ο πρώτος, ο άριστος.

Όμως η υστερική ηρωοποίηση και η απόδοση σε αυτά τα παιδιά ιδιοτήτων που δε διαθέτουν είναι προβληματικά.

Ξεφεύγουν από τα όρια της ιδιότητας του αθλητή.

Και κάνουν κακό και στα ίδια τα παιδιά που μέσα στο νεαρό της ηλικίας τους επωμίζονται βάρη και ευθύνες που δεν πρέπει και δεν είναι υποχρεωμένα να σηκώνουν.

Γιατί συνήθως, αν όχι πάντα, η αποθέωση σήμερα φέρνει πολλαπλές απαιτήσεις αύριο. Κι αυτό το ξέρουμε καλά στην Ελλάδα.

Εγώ δεν κατάλαβα, ούτε με ενδιαφέρει να μάθω αν τελικά κάλεσαν την Κορακάκη στο Προεδρικό Μέγαρο, αν δεν την κάλεσαν και για ποιο λόγο. Συμπάσχω με το δράμα της αλλά μεταξύ μας τώρα ζμπούτσαμ κιόλας.

Δεν έχω λόγο να την αμφισβητήσω, ούτε θα μου έκανε εντύπωση αν κάποιος υπάλληλος ξεχνούσε να την καλέσει ή νόμιζε ότι θα το έκανε κάποιος άλλος ή χίλιες δυο άλλες πιθανότητες.

Η Άννα Κορακάκη καταγγέλλει εσκεμμένη πρόθεση εναντίον της. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά, μας γράφει.

Μα αυτήν δεν είχαν υποδεχτεί στο αεροδρόμιο με στρατιωτικά αγήματα;

Γιατί να την αποκλείσουν τώρα;

Aπό την άλλη, τι να πούμε για τον Πάκη; Που αποκάλεσε τους Ολυμπιονίκες επιτομή της αριστείας και τους κάλεσε στο Προεδρικό μισή ώρα πριν την εκδήλωση;

Άννα, θα σου απευθύνω για πρώτη και τελευταία φορά το λόγο: Χεσμένη σε έχουν. Και εσένα και τα υπόλοιπα παιδιά. Χεσμένους μας έχουν όλους. Ένα πανηγυράκι είναι αυτό στο Προεδρικό Μέγαρο, σαν το πανηγυράκι που έστησαν κατά την υποδοχή σου. Δεν το έστησαν για σένα, για την πάρτη τους το έστησαν.

Πάντως, αν ημούν εγώ στο Ρίο και συναναστρεφόμουν με τους μεγαλύτερους αθλητές του πλανήτη, κατακτούσα 2 ολυμπιακά μετάλλια, απολάμβανα την εφήμερη έστω αγάπη του κόσμου και δημοσιότητα και ήμουν διακοπές στο Παρίσι, μάλλον θα ευχαριστούσα το Προεδρικό Μέγαρο που δε μου διέκοψε το όνειρο για να έρθω να ανταλλάζω χαιρετούρες με τον τρισάθλιο Πρόεδρο του Προτεκτοράτου. Ή θα περίμενα πώς και πώς να με καλέσουν μόνο και μόνο για να αρνηθώ.

Επίσης, αν ήμουν εγώ η Κορακάκη, αντί για αυτό το κλαψομούνικο σεντόνι με τις σημαίες και τις άλλες πατριωτικές αρχιδιές, θα έγραφα:

«Σιγά μωρή Πάκαινα μην ερχόμουν εγώ ολόκληρη χρυσή από το Παρίσι στο κοτέτσι σου. Στο μουνί μου σε γράφω μωρή τελευταία δευτεράντζα.»

Αλλά εγώ δεν είμαι η Κορακάκη.

Εγώ είμαι ένα τίποτα.

Είμαι το τίποτα που έγραψε χθες ότι μερικοί από εμάς δεν περιμέναμε τα κατορθώματα της Κορακακή και των άλλων παιδιών για να εμπνευστούμε.

Γιατί η έμπνευση είναι παντού γύρω μας.

Είναι, για παράδειγμα, στους 900.000 άνθρωπους που πέρασαν κυριολεκτικά από δίπλα μας, οι οποίοι, κυνηγημένοι από τον πόλεμο, περπάτησαν από τη Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ μέχρι την Τουρκία, έφαγαν σφαίρες, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και διέσχισαν θάλασσες για μια ευκαιρία στη ζωή.

Bέβαια, αυτοί δεν μας έφεραν χρυσά μετάλλια, δε σήκωσαν τη σημαία μας ψηλά, ούτε άντεξαν να μείνουν στη χώρα τους, όπως η Κορακάκη.

Δεν πειράζει, είναι οι δικοί μας Ολυμπιονίκες.

Κι αυτό δε μειώνει σε τίποτα τον άθλο της Κορακάκη.


Πηγή