Τι να πω στον Κουβανό από τη ζωή μου, μια νύχτα από τη δική του, ολόκληρη η δική μου

pitsirikos-logo

Πιτσιρίκο καλησπέρα, για να μην πω καλησπέρα καλησπέρα – ωχ, πάλι άρχισε να με πιάνει αυτό το πράγμα.
Καλησπέρα και στις κουράδες της ενημέρωσης -ασπάζομαι με άκρατο ενθουσιασμό τον επιστημονικό όρο που χρησιμοποίησες- και ειδικά σ” αυτές που φοράνε γυαλιά και παριστάνουν τον υπουργό οικονομικών της χώρας μας. Είμαι σίγουρος ότι επισκέπτονται το blog σου, όπως και άλλα ανεξάρτητα blogs πού και πού, γιατί κατά βάθος είναι μεγάλες μαζόχες. Και κυρίως ανησυχούν! Σήμερα δεν είμαι κακός, αλλά λίγο αγχωμένος. Και λίγο μελαγχολικός.

Αγχωμένος γιατί τα ερωτήματα και τα διλήμματα αρχίζουν να γίνονται όλο και πιο ξεκάθαρα και φυσικά όλο και πιο αμείλικτα, όσο μεγαλώνει ο βαθμός συνειδητοποίησης των ιστορικών στιγμών που βιώνουμε στη χώρα μας.

Πιο πολύ αγχωμένος όμως γιατί σκέφτομαι τα εξής: Ποιοι ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ρε πιτσιρίκο;

Ποιο είναι αυτό το κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού που αποφάσισε ότι θέλει να δοκιμάσει μια αριστερή διακυβέρνηση;

Και ακριβώς εδώ είναι η ανησυχία. Η λέξη κλειδί είναι η «δοκιμή». Να δοκιμάσουμε αυτόν. Να δοκιμάσουμε και τον άλλον.

Και κάπως έτσι κυβέρνησαν τη χώρα 40 χρόνια τώρα (για να μην πάω πιο πίσω) και τη ρήμαξαν.

Ο κόσμος ήθελε να δοκιμάσει. Και φυσικά, ήθελε να δοκιμάσει κατά πως βόλευε τον κακομαθημένο ελληνικό του κώλο. Έτσι ρήμαζε και αυτός με τη σειρά του και οι μισοί κατηγορούσαν και συνεχίζουν να κατηγορούν τους άλλους μισούς.

Πάνω απ’ όλα λοιπόν, είναι αυτός ο έρμος ο κώλος μας, όπως έχει αποδειχτεί πανηγυρικά· να βάλω και το δικό μου αν θέλεις, στο βαθμό που μου αναλογεί όμως.

Δεν νομίζω ότι είμαστε και ο πιο αριστερός λαός του κόσμου επειδή φέραμε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.

Σκέφτομαι λοιπόν, ότι για να είσαι έτοιμος να υποδεχτείς ακόμα και τη δραχμή άμα χρειαστεί, δεν αρκεί η ψήφος και μόνο και το αποτέλεσμα αυτής.

Συγκράτησα δύο οδυνηρές αλήθειες, από αυτά που σχολιάζεις στο τέλος των γραμμάτων των φίλων του blog και είναι από τις σκέψεις που κάνω κι εγώ πολύ καιρό τώρα.

Η μία είναι ότι η φτώχεια από μόνη της δεν μπορεί να σου χαρίσει την πολυπόθητη αξιοπρέπεια. Ίσα ίσα, η φτώχεια μπορεί να σμπαραλιάσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, όταν ξεπεράσει ένα όριο (αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει όριο στην φτώχεια).

Και το δεύτερο είναι ο φθόνος του Έλληνα, γαμώ το χριστό μου (σόρι αλλά μου έρχονται εικόνες και συμπεριφορές στο μυαλό).

Συμβαίνει συνέχεια ρε γαμώτο. Αυτός ο φθόνος, αυτή η γαμημένη καχυποψία και κρυψίνοια έχει ποτίσει την ψυχή του Έλληνα. Ίσως κάπου υπάρχει και το φιλότιμο, η ελπίδα δηλαδή, αλλά μάλλον είναι πολύ βαθιά θαμμένο.

Όλα αυτά λοιπόν με κάνουν κι αγχώνομαι. Μήπως χύσουμε την καρδάρα με το γάλα;

Γιατί άλλο είναι να προσπαθήσεις και στο τέλος να αποτύχεις – και άλλο είναι να κωλώσεις επειδή θα φας το παραμύθι πάλι. Ή μάλλον επειδή περιμένεις να σου το σερβίρουν κι εσύ να το καταπιείς αμάσητο ξανά.

Γιατί, αργά ή γρήγορα, όταν σφίξουν τα γάλατα, θα έχουμε και τέτοια.

Εγώ λοιπόν πιστεύω στην ανατροπή και έχοντας κάνει την αυτοκριτική μου, τώρα πια νιώθω πιο ώριμος και αποφασισμένος να κάνω την υπέρβασή μου – έχω οικογένεια και δουλειά που κλείνει την επόμενη ημέρα εάν πάμε στη δραχμή- αλλά θα υπάρχει αλληλεγγύη στα δύσκολα;

Και τώρα η μελαγχολία. Σήμερα επικοινώνησα, μέσω e-mail, με φίλο μου από την Κούβα. Την πανέμορφη Κούβα με τη συναρπαστική και εξόχως διδακτική, σύγχρονη ιστορία της.

Είχαμε καιρό να επικοινωνήσουμε και ένιωσα την ανάγκη να του μεταφέρω λίγο από το κλίμα των ημερών.

Του έγραψα εν ολίγοις ότι θα πρέπει να αποφασίσουμε σαν λαός, εάν θέλουμε να είμαστε φτωχοί και σκλάβοι ή φτωχοί και ελεύθεροι.

Γενικά, είναι ένα δίλημμα που το διατυπώνω έτσι απλοϊκά και το οποίο βλέπω να κυριαρχεί σε διάφορες μορφές και στο δικό σου blog, αλλά και σε άλλους χώρους του διαδικτύου και μη, όπου τουλάχιστον εγώ κινούμαι.

Μετά τον άρχισα στην αξιοπρέπεια και στη δικαιοσύνη και άλλα ωραία και πολύ συναρπαστικά που έχουμε ξεχάσει πώς είναι να τα νιώθεις. Και ακόμη θα δούμε, για να κρατάω και μια πισινή.

Καθώς το έγραφα, άρχισα να το σκέφτομαι λίγο περισσότερο. -Είσαι φτωχός ρε μαλάκα; Αναρωτήθηκα. –Όχι. -Ο φίλος σου όμως είναι.

Μετά σκέφτηκα ότι στην Κούβα υπάρχει ακόμα η γενιά που έζησε την επανάσταση, τον αρχικό ενθουσιασμό, τις μεγάλες αλλαγές, τις μεγάλες δυσκολίες, το εμπάργκο –το αναφέρω εντελώς ξεχωριστά συνειδητά- που τώρα πια έχουν αρχίσει και αλλοιώνουν τον χαρακτήρα που σμίλεψε τόσα χρόνια με αλληλεγγύη και αξιοπρέπεια.

Είναι βέβαιο ότι πια μπαίνουν και αυτοί όλο και περισσότερο στο μεγάλο κόλπο που λέγεται καπιταλισμός, και αρκετά πριν ακόμα πάω εγώ περνούσαν και περνάνε ζόρια πραγματικά.

Αυτό, όμως, που μου έμεινε εμένα από την Κούβα και ανακαλώ στη μνήμη μου τώρα σαν ‘μεγάλη’ εικόνα –ή αν θέλεις αυτό που ίσως και ρομαντικά επέλεξα να κρατήσω- είναι η υπερηφάνεια, η αξιοπρέπεια και το χαμόγελο ενός λαού, που για να το πω απλά: όταν ήρθε η ώρα, ΔΕΝ ΜΑΣΗΣΕ.

Ελπίζω κι εμείς να κάνουμε το ίδιο όταν χρειαστεί.

Πάντως, όλα τα παραπάνω είναι σκέψεις και εικόνες που δεν μπορούν σ’ αυτή τη φάση να μου χαλάσουν το κέφι.

Μπορεί να μου πέρασε λίγο η κακία, αλλά το κέφι αντιθέτως μεγαλώνει.

Άκουσα και τη Ζωή σήμερα και πιστεύω ότι θα πέσει το γέλιο της αρκούδας.

Πιτσιρίκο, σ’ αφήνω. Πρέπει να πάω να δω λίγο Μπάμπη τώρα, γιατί ένιωσα ξαφνικά το κέφι μου να ατονεί και θέλω να το κρατήσω ακμαιότατο για τις μέρες που έρχονται.

Καλή δύναμη,

Πέτρος

Υ.Γ. Κόψε ράψε ότι θέλεις αν σκοπεύεις να το ανεβάσεις και σε δυσκολεύει. Επίσης, μη γελάσεις, έχω μπερδευτεί λίγο με τις παύλες και τα κόμματα. Έκανα μια προσπάθεια για να σε απαλλάξω από το χαμαλίκι αλλά δεν ξέρω αν τα κατάφερα…

(Αγαπητέ Πέτρο, εμείς είμαστε για τα μπάζα. Έχουμε φτάσει στο σημείο να θεωρούμε επαναστατικό να επιστρέψουμε στη δραχμή, το νόμισμα που είχαμε για δεκάδες χρόνια. Βέβαια, αυτό δεν συνέβη αμέσως. Έπρεπε πρώτα το χρέος να φτάσει στα 322 δισ, οι περισσότεροι να μην μπορούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, να τους κόβουν το ρεύμα, τα συσσίτια να έχουν γίνει άπειρα, οι άνθρωποι να πηδάνε από τα μπαλκόνια, οι νέοι να μεταναστεύουν και η Αθήνα να έχει γεμίσει άστεγους. Μιλάμε για ζώα, έτσι; Οι Κουβανοί είναι πολύ ωραίος λαός. Σίγουρα, πολύ καλύτερος λαός από εμάς. Οι Κουβανοί -σε αντίθεση με εμάς- δεν έχασαν τον πολιτισμό και την πρόταση ζωής που είχαν. Είχα την ευκαιρία να τους γνωρίσω από κοντά, όταν πήγα στην Κούβα για να εκπαιδευτώ στο αντάρτικο πόλης. Τελικά, έμαθα να χορεύω. Ο Κουβανός δεν είναι φτωχός. Ο Κουβανός μπορεί να ζήσει και χωρίς νόμισμα. Αλλά δεν μπορεί να ζήσει χωρίς έρωτα. Άρα, είναι ζάπλουτος. Γιατί σημασία έχει ν” αγαπάς. Πέτρο, καλά τα πήγες, σε γενικές γραμμές, με τα κόμματα και τις παύλες. Τα περισσότερα μέιλ που παίρνω είναι γεμάτα θαυμαστικά και αποσιωπητικά. Ζαλίζομαι. Να είσαι καλά, Πέτρο.)

Τι να πω στον Κουβανό από τη ζωή μου, μια νύχτα από τη δική του, ολόκληρη η δική μου

pitsirikos-logo