Πολύ κοντά στην «ώρα μηδέν»

Aristotelis_Onasis

Οι επόμενες ημέρες φαίνεται ότι θα αποδειχτούν καθοριστικές όχι μόνο για τον Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνηση του, αλλά και για το μέλλον της χώρας, καθώς είναι πλέον προφανές ότι η συμφωνία στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου δεν αποτελεί σταθερή βάση για να στηριχτεί η περαιτέρω πορεία.

Η «δημιουργική ασάφεια» που τη χαρακτήρισε αποδεικνύετα κατάρα καθώς οι δύο πλευρές την ερμηνεύουν εντελώς διαφορετικά, μεγαλώνοντας το χάσμα εμπιστοσύνης που εξαρχής τις χώριζε. Όμως, η ελληνική πλευρά, η χώρα συνολικά, είναι αυτή που υφίσταται τις απώλειες, αφού πνίγεται από την έλλειψη ρευστότητας και το εντεινόμενο καθεστώς αβεβαιότητας, με αποτέλεσμα το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας.

Σε αυτό το βαρύ κλίμα η κυβέρνηση εμφανίζεται να παλινδρομεί ανάμεσα σε μια ανένδοτη στάση όπως την παρουσίασε χθες ο πρωθυπουργός στη Βουλή και σε πιο μετριοπαθείς, αλλά «νεφελώδεις» ως προς το περιεχόμενό τους εκκλήσεις προς την Ευρώπη, να δώσει «μια ευκαιρία» στην Ελλάδα, όπως ζήτησε με άρθρο του στους Financial Times ο αντιπρόεδρος Γιάννης Δραγασάκης.

Το βέβαιο είναι ότι η άλλη πλευρά εμφανίζεται να τηρεί εξαιρετικά σκληρή στάση, πιέζοντας με κάθε τρόπο την Ελλάδα, να προσαρμοστεί στις επιταγές του εν εξελίξει προγράμματος και να συμφωνήσει στους αριθμούς και στα τεχνικά ζητήματα με τους εκπροσώπους της τρόικας (συγγνώμη αλλά αυτή η ιστορία με τους «θεσμούς» με κούρασε), ακριβώς όπως συνέβαινε και στο παρελθόν. Μικρό είναι το παράθυρο που φαίνεται να ανοίγει, με βάση τις πληροφορίες του Bloomberg, για διάθεση συμβιβασμού από την Αγκελα Μέρκελ.

Όπως είναι βέβαιο κι ότι ο χρόνος δουλεύει εναντίον μας, ακριβώς διότι εμείς έχουμε ανάγκη από χρηματοδότηση, κι ότι αυτό το γνωρίζουν και το εκμεταλλεύονται οι δανειστές.

Αυτό που δεν είναι πλέον καθόλου βέβαιο είναι τι ακριβώς προσπαθεί να πετύχει η ελληνική κυβέρνηση. Ποια είναι τέλος πάντων η δική μας στρατηγική. Και είναι μάλλον τραγική ειρωνεία το γεγονός ότι αρκετοί πλέον εδώ στη χώρα μας έχουν φτάσει να συμμερίζονται τη ρητορική απορία του Σόιμπλε για το «τι ακριβώς θέλει η ελληνική κυβέρνηση», αδυνατώντας να αντιληφθούν πού στοχεύει.

Διότι έχουν περάσει σχεδόν 60 μέρες και ουδείς έχει καταλάβει τι «αριθμούς» προτείνει η ελληνική πλευρά για την ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος, πώς δηλαδή οι μεταρρυθμίσεις που πρεσβεύει μεταφράζονται σε όρους δημοσιονομικών επιδόσεων, έστω για το 2015. Ποιο είναι το «σχέδιο».

Σε αυτό το κλίμα «ρήξης», ο κ. Τσίπρας ανοίγει από σήμερα έναν κύκλο συναντήσεων κορυφής, με τον Ολάντ, το Γιούνκερ, τον Ντράγκι και τη Μέρκελ, την οποία θα συναντήσει ξανά «τετ α τετ» την προσεχή Δευτέρα, προσδοκώντας ότι μια πολιτική διαπραγμάτευση θα λύσει τα θέματα.

Ωστόσο η μέχρι τώρα εμπειρία δεν προσφέρει ιδιαίτερες ελπίδες. Όσες φορές κι αν προσπάθησε ελληνική κυβέρνηση να επιτύχει πολιτική διαπραγμάτευση σε επίπεδο κορυφής -και δεν ήταν λίγες τα τελευταία χρόνια- δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα.

Ίσως αυτή η φορά να είναι διαφορετική. Μακάρι να συμβεί αυτό, διότι η «ώρα μηδέν» για τη ρευστότητα και την οικονομία πλησιάζει πλέον ολοταχώς. Κι αν δεν βρεθεί ο «έντιμος συμβιβασμός» που λέει ότι ψάχνει ο κ. Τσίπρας, χωρίς όμως να έχει ξεδιπλώσει ένα συγκεκριμένο σχέδιο, η κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με το εξαιρετικά οδυνηρό δίλημμα είτε να υποχωρήσει ατάκτως (γεγονός που θα καταστήσει προβληματική την περαιτέρω επιβίωσή της) είτε να σύρει τη χώρα σε μια περιπέτεια πρωτόγνωρη, με κεφαλαιακούς ελέγχους, τραπεζικούς περιορισμούς, ενδεχομένως και παράλληλο νόμισμα.

Μια περιπέτεια που θα έχει πιθανώς τραγικές συνέπειες.

Πηγή: euro2day.gr