Και ποιον να ρίξουμε;

wpid-wp-1441555109991.jpeg

Υπάρχει μία άποψη, που λέει πως από τη στιγμή που αυτή θα είναι η επόμενη ημέρα στην οποία θα κληθούμε να ξυπνήσουμε, θα πρέπει να δούμε ποια περίπτωση είναι ιδανικότερη για εμάς. Ποια μας συμφέρει να αντιμετωπίσουμε.

Από τη μία μεριά, έχουμε πλέον ένα συνονθύλευμα κατατρεγμένων Πασόκων, φοβισμένων Συριζέων, ψευτοεπαναστατημένων δεξιών και μερικών ρομαντικών αριστερών, που παραμένουν στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και ελπίζουν την επόμενη των εκλογών να έχουν το πάνω χέρι. Σε περίπτωση νίκης του ΣΥΡΙΖΑ, αυτοί θα πρέπει να σχηματίσουν κυβέρνηση, που θα πρέπει όμως να πείθει και τους συμμάχους από τους οποίους θα ζητήσει ψήφο στη βουλή.

Από την άλλη, ο Μεϊμαράκης επιχειρεί να δώσει την εικόνα πως στη Νέα Δημοκρατία επικρατεί πανστρατιά. Πως όλοι μαζί οι δεξιοί ξανάρχονται, υπονοώντας πως οι ακροδεξιοί αναγκαστικά παραμερίζονται αφού πλέον ο χώρος καλύπτεται πιο πυκνά από τους υπόλοιπους.

Ωστόσο, στη Νέα Δημοκρατία βρίσκονται ακόμα όλοι οι Βορίδηδες, Γεωρδιάδηδες, Σιδέρηδες, Πλεύρηδες, Δένδιες και δεν συμμαζεύεται. Και δεν αναπνέουν απλώς το αέρα που τους δίνει ο Μεϊμαράκης, αλλά τροφοδοτούν συνεχώς την ατζέντα του κόμματος στην προεκλογική του εκστρατεία. Συνεχίζουν δηλαδή στον δρόμο που τους χάραξε ο Αντώνης Σαμαράς. Η Νέα Δημοκρατία παραμένει ακροδεξιά.

Το μνημόνιο είναι έτσι κι αλλιώς, ένα καραδεξιό κατασκεύασμα. Εξυπηρετεί δεξιά συμφέροντα και το καθεστώς οπωσδήποτε θα ήθελε την Δεξιά να το εφαρμόσει. Κι αν είναι ενωμένη, θα μπορεί να κατατροπώσει την Αριστερά. Ειδικά εάν είναι πολυδιασπασμένη.

Δυστυχώς, σε αυτή τη φάση είναι ακριβώς έτσι.

Ο τρόπος που τα πράγματα οδηγήθηκαν εδώ που είμαστε σήμερα, οφείλεται αποκλειστικά στους χειρισμούς του Αλέξη.

Ο Τσίπρας, στην παρούσα συγκυρία, φέρει το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης αυτής της διάσπασης. Όχι επειδή την ύστατη στιγμή αποφάσισε να κάνει «στροφή στον ρεαλισμό και να σώσει τη χώρα από την καταστροφή». Αλλά επειδή αυτές τις αποφάσεις έλαβε ωσάν να προεδρεύει ενός οποιουδήποτε κόμματος, και όχι μίας «κυβέρνησης με κορμό την Αριστερά».

Την επόμενη των εκλογών, το μνημόνιο θα είναι αυτό που θα βαραίνει την καθημερινότητα μας. Είτε το κρατά στα χέρια του ο Αλέξης, είτε ο Βαγγέλας, είτε ο Δραγασάκης που τόσο πολύ το λιγουρεύεται.

Τα κόμματα που υποστηρίζουν το μνημόνιο είναι μετρημένα στα δάχτυλα, όμως τα ποσοστά του μετρώνται κατά δεκάδες. Στον αντίποδα, οι λύσεις που αντιτίθενται στα μνημόνια είναι πολλές, και γι’ αυτό και τα ποσοστά τους είναι υποπολλαπλάσια.

Συνεπώς, εκλογική λύση που θα χτυπήσει ουσιαστικά το μνημόνιο δεν υπάρχει.

Ότι και να βγάλει η κάλπη, την επόμενη εμείς θα πρέπει να μαζέψουμε τα κομμάτια μας και την ψυχολογία μας, και να είμαστε στον δρόμο για να το ανατρέψουμε στην πράξη. Η εμπειρία πεντέμισι χρόνων μνημονιακών κυβερνήσεων δεν έχει αξία μόνο για αυτούς που κυβερνάνε, αλλά και για αυτούς που κυβερνιόνται.

Δεν ξέρω τι θα πρέπει να ψηφίσουμε στις εκλογές. Ούτε καν εάν πρέπει να ψηφίσουμε. Γενικά, πάντα πίστευα πως καμία ψήφος δεν πρέπει να πηγαίνει χαμένη.

Δεν ξέρω τι θα ήταν καλύτερο την επόμενη ημέρα. Να βγει ξανά ο Αλέξης, και με τον τρόπο του να προσπαθήσει να εφαρμόσει το μνημόνιο, απαλλαγμένος και από τις αριστερές του ερινύες;

Ή να αναλάβει αυτό να το κάνει ο Βαγγέλας, με το άγιο πνεύμα της δεξιάς στο πλευρό του.

Ο εκβιασμός που υφιστάμεθα μπορεί να είναι κενός, από τη στιγμή που το μνημόνιο είναι γεγονός σε κάθε περίπτωση, ως φυσικό φαινόμενο. Έτσι κι αλλιώς, θα υπάρχει μια κυβέρνηση που θα εφαρμόζει ένα μνημόνιο που θα πρέπει να ρίξουμε.

Το ζήτημα είναι, μας ενδιαφέρει ποιος θα είναι επάνω για να τον ρίξουμε;

https://rebeliskos.wordpress.com/2015/09/06