Το χρώμα τού έρωτα φτιαγμένο από μετάξι

wpid-wp-1454022908121.jpeg

Ερημιά. Εγκατάλειψη..Σ” άφησαν μόνο σου στο βυθό, να παίζεις με πέτρες και κοχύλια. Ολοι βγήκαν στην επιφάνεια
κι εσύ δυσκολεύεσαι τώρα πια ν” ανασάνεις..Κάτι σε κρατάει κάτω,
έγινες δέσμιος της άμμου,.ένα κοράλλι από τα κοράλλια. Κρυψώνα για τα μικρά ψαράκια,.που σε γαργαλούν καθώς σε προσπερνούν. Κι εσύ όλο και δυσκολεύεσαι ν” ανασάνεις. Οι άλλοι δεν κατάλαβαν ότι σ” έχασαν, κι εσύ δεν μπορείς να τους το φωνάξεις.
Αναπνέεις νερό τώρα πια.και κολυμπάς με τα φύκια… Είναι η φωνή σου τις ώρες που παίρνει την ηχώ του μπλέ. Το χρώμα της ζωής μας.
Είναι τα όνειρά μου που παίρνουν τη μορφή του γέλιου σου. Ο ήχος της ζωής μας. Είναι το μπλέ της θάλασσας, το μπλέ του ουρανού, που είναι εσύ κι εγώ. Το παζλ της ζωής μας.
Είναι οι ώρες θαλασσιές, καραβάκι η λαχτάρα μου, γαλάζια η ελπίδα, μπουνάτσα το καρδιοχτύπι. Είναι που ξεκλείδωσα και σ’άφησα να ξεκλειδώσεις κι εσύ. Είναι το ρίσκο που φοβόμουνα να πάρω, και συνειδητοποίησα πως δεν μπορώ να ζω χωρίς το μπλέ σου, θαρρείς κορμί χωρίς πνοή, καρδιά χωρίς τον χτύπο, ψυχή χωρίς λεπτή, χρυσή κλωστή.
Είναι που μού λείπεις, και μπόρεσα να βάλω την απουσία σου σε μέτρο. Είναι η ανάσα σου που πιά μού δείχνει πόσο με θες, και η σιωπή σου ακόμη, μάρτυρας πως αντέχεις για ν’αντέξω κι εγώ. Είναι η θάλασσα εκείνη που σ’αγκάλιασε, και μένω να την κοιτώ για ώρες, να σε χαζεύω και να μην πονάω που είσαι μακριά μου. Είναι ο ήλιος, που καίει με όλη του τη δύναμη, και κάθομαι με τις ώρες. Έτσι νιώθω σαν να είμαι μέσα στην αγκαλιά σου.
Είναι που είναι τόσα αυτά που θέλω να σου πω, κι ακόμα τόσα αυτά που θέλεις να μου πεις, που μετρώ τις μέρες στο κελί της απουσίας σου. Είναι που όσο μακριά κι αν είσαι, έχεις τον τρόπο να είσαι εδώ, μέσα μου και να κυκλοφορείς, αίμα μου, ανάσα μου, καρδιά μου. Είναι που προσπαθώ τις μέρες να τις ζω όσο πιό έντονα μπορώ, κι είναι που προσπαθώ τα βράδια να σου μεταφέρω όσα περισσότερα μπορώ, μέχρι να’ρθεις κοντά μου να ζήσουμε τα πάντα μαζί, ξανά και ξανά, νέα και παλιά, παλιά και νέα. Είναι που κολυμπάω στο Μπλέ, και χάνεται η βαρύτητα κι οι νόμοι, και μπορώ να επιπλέω. Πιά. Είναι ο κόμπος στο λαιμό αυτό που μένω να σου κρύβω, για να μην σταματήσω ν’ακούω το γέλιο σου, κι ας πονάω πιό πολύ που δεν μπορώ να μοιραστώ τον πόνο. Αρκούμαι να κλέβω τη λαχτάρα, να την νανουρίζω και να ξυπνά αγάπη.
Είναι που όσα κι αν σου γράφω, δεν θα μπορέσω να αποδώσω όσα νιώθω. Είναι που μένω να μετρώ τις ώρες μέχρι να’ρθεις κοντά μου, να γίνεις κόσμος μου, αέρας κι ουρανός μου, αστέρι και φεγγάρι μου, ήλιος και θάλασσά μου. Είναι τότε που θα με κλείσεις στην αγκαλιά σου, που θα μ’αγγίζεις και θ’ανασαίνεις την ανάσα μου κι εγώ τη δική σου θα εκπνέω, που θα μπορέσω μιά στιγμή να αφεθώ, σαν ακυβέρνητο καράβι στη φουρτούνα σου. Είναι που καλοκαίριασε, κι αφήνομαι στις καλησπέρες της ευτυχίας που θα βρω στις αποσκευές σου. Είναι που είσαι το Μπλέ μου, κι εγώ το Μπλέ σου, θάλασσα κι ουρανός, κι είναι που ξαναβρήκαμε όλες τις αποχρώσεις του. Τέσσερα γράμματα το χρώμα μας, πέντε γράμματα η ζωή μου, Εσύ. Είναι που πιά δεν εύχομαι το Πάντα. Είναι που πιά αγάπησα το Όσο, και κλείδωσα σε σένα τα όνειρά μου. Είναι τώρα που μπορώ να Ζω.
Κι είναι που οι μέρες μακριά σου βραδιάζουν νύχτες νοσταλγίας…

έγραψε το πιτσιρίκι

image