Ζω για εκείνους…

Sam Provata Psifizoyn kai meta sfaksimo

Ζω για τους ανθρώπους τους γεμάτους. Εκείνους που γέμισαν με κενά, πληγές και φρίκες. Ζω για εκείνους που έλιωσαν την άσφαλτο, με την κομμένη ανάσα στην πλατεία, πισθάγκωνα δεμένους. Για όσους κράτησαν όποιο χέρι βρήκαν δίπλα τους, χωρίς να βλέπουν, χωρίς καν να μπορούν να αναπνεύσουν.

Ζω για εκείνους που σηκώνουν στις πλάτες τους την τρέλα του κόσμου και τη μοναξιά του. Που σκούπισαν το σάλιο ενός τρελού απ’ τα χείλη. Ζω για τους ανθρώπους που φρίκαραν, που τρόμαξαν, που χάθηκαν και μπήκαν σε αυτοκίνητα αγνώστων. Ζω για εκείνους που λιώνουν το μέταλλο και δίνουν σχήμα σε γυαλιά και ξύλα, γιατί… δεν μπόρεσαν να κάνουν αλλιώς.

Για εκείνους που βράζει το κεφάλι τους κι έχουν στα δάκτυλα μια μόνιμη φαγούρα και κίνηση. Ζω για εκείνους που έκλαψαν μετά. Για όσους την κατάλληλη στιγμή είχαν τα μάτια να δουν τη γύμνια, να κλείσουν πίσω τους την πόρτα, μα να γυρίσουν μετά από μια ανάσα. Για εκείνους που πόνεσαν μαζί με ψυχές μοναχικές, καιόμενες σε ένα κλειστό μα ευγενικό σπιτάκι, στην εξοχή ενός νησιού. Για όσους γοητεύονται απ’ τα τέρατα εντός κρανίου. Για όσους συμπάσχουν γιατί γνωρίζουν πόσο κοντά μας είναι οι ασώματες φωνές.

Ζω για τους ανθρώπους που εξαφανίστηκαν έναν Σεπτέμβρη και ήρθαν κλαίγοντας ξανά, βιβλία πλέον ανοικτά και διάτρητα. Ένα καλοκαίρι, στα σκαλιά του μουσείου. Για εκείνους που έζησαν με τον θάνατο παραμάσχαλα. Για εκείνους που δεν άντεξαν και έφυγαν μακριά του. Για όσους τρόμαξαν, για όσους τόλμησαν, για όσους δείλιασαν. Για εκείνους ζω που βάζουν τα κομμάτια στο repeat. Ζω για εκείνους που έλιωσαν με αλκοόλ κι εκείνους που έφυγαν νύχτα για ένα βουνό. Για όλους εκείνους που πάρκαραν σε μια ανατολή, με μια κοπέλα, ή χωρίς, στο πλάι τους. Με τη σιωπή, τη μουσική κι ένα τσιγάρο στα δάκτυλα. Για αυτούς που έσβησαν τα φώτα στο αυτοκίνητο και κύλησαν σε δρόμο δασικό μια νύχτα με πανσέληνο. Τρέλα εφηβική.

Ζω για τους ανθρώπους που δημιουργούν, για αυτούς που καταστρέφουν γιατί βαριούνται εύκολα και αναζητούν μια καινούρια έκσταση βδομάδα με τη βδομάδα. Για όσους τους λείπουν τα ταξίδια, για όσους ονειρεύονται, για όσους ταξιδεύουν. Για εκείνους που δεν καμάρωσαν, που δεν τάισαν δημοσίως την αυταρέσκειά τους, μα έσκασαν ένα χαμόγελο ολόδικό τους στο πεζοδρόμιο της επιστροφής. Για όσους άφησαν ζωή για μια άλλη καινούρια. Για όσους τους έλειψε ο ωκεανός που δεν είδαν ποτέ τους και το έβαλαν πείσμα. Για τις παρέες που βρίσκουν την άκρη τους. Για τις παρέες που τσακώνονται με τις ώρες γιατί παθιάζονται ρε φίλε. Γιατί γουστάρουν και δίνονται σε ό,τι πιστεύουν.

Ζω για τους ανθρώπους που το πάλεψαν πριν και μετά εμού. Που το παλεύουν με αισιοδοξία και με αδιέξοδα βρώμικα τσιγάρα. Που δεν απέστρεψαν το βλέμμα από το περιθώριο. Για εκείνους που φορτώθηκαν φαΐ για τους φρουρούς της νύχτας. Που σκέπασαν ανθρώπους. Ζω για εκείνους που κουβάλησαν τις κουβέρτες με μεράκι. Που μαγείρεψαν σε πλατείες. Που έσπασαν πλατείες γιατί πνίγονται μωρέ.

Ζω για εκείνους που κλαίνε με χαζές ταινίες και καψουροτράγουδα. Για εκείνους που το λέει η καρδούλα τους. Για όσους γατζώνονται στους μύθους τους κι ας μοιάζουν ξένοι. Ζω και για κείνους που ξόδεψαν την ελπίδα τους σε πέντε νούμερα και σαν τα έπιασαν, τα στείλανε όλα στην εμπόλεμη ζώνη που άφησαν πίσω τους. Στην οικογένεια που ακόμη ζει.

Ζω για εκείνους που δάκρυσαν στα μάτια ενός σκυλιού. Για όσους πήραν αγκαλιά μια βρώμα και της χάρισαν τη ζωή τους.

Ζω και για εκείνους τους καταθλιπτικούς χωρίς αιτία. Όσους τα έχουν όλα κι όλο χτυπάνε σε αδιέξοδα. Και ξανά απ’ την αρχή και ξανά φαύλοι κύκλοι. Καινούριοι πάντα, μέχρι να βρεθεί μια άκρη ή μέχρι να ολοκληρώσουν την περασιά τους από δω. Για όσους κλείστηκαν σε ένα ταβάνι και τέσσερις τοίχους, καθώς εκεί την βρήκανε μωρέ την ευτυχία. Εσύ τι ζόρι τραβάς; Ζω και για εκείνους που ανακάτεψαν τη μοναξιά τους σε μια κατσαρόλα φασολάκια γιατί δεν άντεξαν να ανοίξουν το στόμα και τα αυτιά. Γιατί δεν ήξεραν πως να χαϊδέψουν μα ήξεραν καλά να σε κρατήσουν όρθιο. Να σε ταΐσουν, να σε ντύσουν, να κλείνουν πάντα το παράθυρο το βράδυ κι ας μην είχε χώρο η παλάμη για ένα χάδι.

Ζω για όσους τραγουδούν στα υπόγεια χωρίς λόγο. Για όσους ξοδεύτηκαν για ένα όνειρο. Για όσους έμαθαν στον δρόμο. Για όσους γρατζούνισαν σε μια κιθάρα την ψυχή τους. Κι ας ήταν άμαθη, ψυχή τε και κιθάρα. Κι ας φάλτσαρε ακόμη το συναίσθημα. Για εκείνους ζω που κοιμηθήκαν σε πεζούλια και σκαλιά. Που τσαλακώθηκαν, γδυθήκανε. Μονάχα γυμνά τα ζουν ετούτοι τα ανθρώπινα αισθήματα.

Ζω για τους ανθρώπους. Ζω για σένα και για μένα…

by Mαν.Αρκάς