Γράφω .. σβήνω .. Σε μια λευκή σελίδα

wpid-wp-1472104759703.jpeg

Θα έπρεπε να το είχες καταλάβει, πριν αγγίξεις ακόμα το χαρτί.

Σου είχα πει πως όταν φεύγω, αφήνω πίσω μου μια σελίδα.
Λευκή, σαν και αυτή που ετοιμάζομαι να ζήσω, χωρίς εσένα πια.
Είναι η σφραγίδα που βάζω, μια λευκή σελίδα, σημάδι πως όλα τέλειωσαν και όλα μπορούν να αρχίσουν ξανά.
Ξαφνιάστηκες άραγε;
Ακόμα και τώρα σκέφτομαι πως καλύτερα να μην ξέρω πως αντέδρασες.
Άραγε το λακάκι στο σαγόνι σου σφίχτηκε καθώς προσπαθούσες να αποκωδικοποιήσεις μια γυμνή απο γράμματα σελίδα.
Τα μάτια σου άλλαξαν έκφραση… ίσως.
Περίεργο, δεν έχω αναρωτηθεί ποτέ για κανέναν άλλον, πάντα νιώθω τη χαρά της ελευθερίας να μου βάζει φτερά στα πόδια.
Η καρδιά μου να γίνεται πιο ελαφριά καθώς περιπλανιέμαι αλήτικα ψάχνοντας μυστικά μονοπάτια σε κορμιά που βουλιάζουν πάνω στο δικό μου.
Δεν έχουν την μυρωδιά σου, ο ιδρώτας τους δεν είναι γλυκός σαν τον δικό σου.
Νύχτες είναι και περνάνε, μα το όνομά σου γράφουν κάθε ξημέρωμα.
Αρχίζει να με ενοχλεί, να το ξέρεις, με δυσκολεύει που ακόμα νιώθω πως υπάρχουν λέξεις κρυμμένες για σένα.
Το χαρτί με παρακαλούσε αυτή τη φορά να σχεδιάσω λέξεις, αλλά αντιστάθηκα. Δεν ήξερα πως να το κάνω, γι’ αυτό άφησα κάτω κάτω ένα μικρό σταυρό, καμώθηκα πως δεν ήξερα να γράφω. Ήθελα να με ξεγελάσω.
Ξημέρωμα στη πόλη που σε λίγο θα φορέσει τον ήλιο της και θα ζήσει ακόμα μια μέρα, αναμετρώντας την δύναμή της με τον χρόνο. Εγώ όμως νικήθηκα, και στάθηκα όρθια στη κλειστή πόρτα που στέκεται ανάμεσα σε σένα και μένα.
Γύρισα να γεμίσω τη σελίδα, να γράψω όχι γιατί έφυγα, αλλά γιατί δεν μπόρεσα να απομακρυνθώ. Όταν ανοίγεις την πόρτα, παρακαλώ σιωπηλά να μη μιλήσεις, να μη με ρωτήσεις τίποτα.
Η σελίδα βρίσκεται εκεί που την άφησα, αλλά φοβάμαι να βγάλω τα χέρια μου απ’ τα αυτιά μου. Κοιτάζω το μικρό σταυρό στο κάτω σημείο της σελίδας και χαμογελώ. Δίπλα του είναι ένα ερωτηματικό, Σε κοιτώ και το μόνο που κάνεις είναι να μου προσφέρεις την καρέκλα. Μόλις κατάλαβα πως σ’ αγαπώ, και το μόνο που κάνω είναι μια καρδιά, δίπλα του.
Ελπίζω να είναι αρκετή.