Category Archives: ΕΚΤΑΚΤΟ

ΕΚΤΑΚΤΟ: Αντισυνταγματικός ο ΕΝΦΙΑ! Αποφαση – κόλαφος της ολομέλειας του ΣτΕ. Και όμως ο Στουρναρας έγινε και προεδρος της ΤτΕ…

images

Με την αποφαση 4003/14, η ολομέλεια του ΣτΕ κρίνει ως αντισυνταγματική την επιβολή του ΕΝΦΙΑ. Το σημαντικό όμως ειναι οτι οτι το ΣτΕ μπήκε στην ουσία του θέματος και τεκμηρίωσε την αποφαση λέγοντας το αυτονόητο: Οι αντικειμενικές αξίες ειναι υψηλότερες απο τις εμπορικές. Τοσο απλά.
Δίνει μαλιστα προθεσμία 6 μηνών στον Χαρδούβελη να αναθεωρήσει την δομή.
Και εδω προκύπτει μείζον θεμα για τον Στουρναρα, ο οποίος εσκεμμένα έφερε αυτο το μόρφωμα, γνωρίζοντας οτι ειναι παράνομο. Και η κυβερνηση τον επέλεξε για προεδρο της ΤτΕ!
Πως το ήξερε; Απο το ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ που είχαμε αποκαλύψει πριν την ψήφιση του ΕΝΦΙΑ. Την επιστολή Προκόπη Παυλοπουλου στον Στουρναρα όπου τον προειδοποιούσε για την αντισυνταγματικότητα του μορφώματος του.
Η επιστολή περιείχε ακριβως τα στοιχεια που χρησιμοποίησε το ΣτΕ για να τεκμηριώσει την αποφαση.

Προς τον
Υπουργό Οικονομικών
κ. Γιάννη ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ

Αθήνα, 1 Νοεμβρίου 2013

Κύριε Υπουργέ,
Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, που αφορά το προσχέδιο νόμου περί «Ενιαίου Φόρου Ακινήτων» (εφεξής «ΕΝ.Φ.Α.»), εκθέτω τις απόψεις μου σχετικά με πτυχές αφενός ενδεχόμενης αντισυνταγματικότητας των διατάξεών του. Και, αφετέρου, ενδεχόμενης παραβίασης διατάξεων του ευρωπαϊκού δικαίου αλλά και του δικαίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
. Εκ προοιμίου διευκρινίζω ότι οι απόψεις μου αυτές ξεκινούν από την αφετηρία της απόφασης της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1972/2012. Δηλαδή της απόφασης που έκρινε και την συνταγματιοκότητα του «προγόνου» του «ΕΝ.Φ.Α.», ήτοι του «ΕΕΤΗΔΕ» (κατ’ άρθρο 53 του ν. 4021/2011).
Α. Υπενθυμίζω ότι στην ως άνω, εξαιρετικά κρίσιμη εν προκειμένω, απόφασή του το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε μόνο κατ’ οικονομία ως συνταγματικώς ανεκτές βασικές πτυχές του «ΕΕΤΗΔΕ». Με την έννοια ότι η συνταγματικότητα αυτή στηρίζεται, κατά βάση, στο ότι το «ΕΕΤΗΔΕ» θεσμοθετήθηκε ως έκτακτο μέτρο εντελώς περιορισμένης χρονικής διάρκειας, ήτοι για τα έτη 2011 και 2012. Συγκεκριμένα, κατά το σκεπτικό no 16 της προαναφερόμενης απόφασης ΣτΕ 1972/2012: «Περαιτέρω, το ΕΕΤΗΔΕ δεν αποτελεί, κατά τα ανωτέρω γενόμενα δεκτά (βλ. σκ.8), νέο πάγιο φόρο επί της ακίνητης περιουσίας, αλλά, όπως προκύπτει από τις επί μέρους ρυθμίσεις του άρθρου 53 του ν. 4021/2011 και την οικεία αιτιολογική έκθεση, έκτακτο μέτρο για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων για το έλλειμμα του 2011 και την επίτευξη των αντιστοίχων στόχων για το 2012. Συνεπώς και εξ αυτού του λόγου, ήτοι του εκτάκτου χαρακτήρος της επίδικης φορολογικής επιβαρύνσεως, ο νομοθέτης, ο οποίος πάντως, κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια κατά τον καθορισμό των διαφόρων μορφών φορολογικών επιβαρύνσεων, δεν ήταν υποχρεωμένος, θεσπίζοντας τον εν λόγω έκτακτο φόρο, να ακολουθήσει τις μορφές και τις αρχές που έχει χρησιμοποιήσει σε άλλες περιπτώσεις φορολογίας της ακίνητης περιουσίας».
Β. Εξ αντιδιαστολής, από την ίδια αυτή απόφαση συνάγεται σαφώς ότι ο «ΕΝ.Φ.Α.», ως φορολογική επιβάρυνση διαρκείας, πρέπει να υπακούει σ’ όλες εκείνες τις αρχές της φορολογίας, οι οποίες καθιερώνονται, δεσμευτικώς για το νομοθέτη, πρωτίστως από τις διατάξεις του άρθρου 78 του Συντάγματος.
. Υπό τα ως άνω δεδομένα αρκετές διατάξεις του προσχεδίου νόμου περί «ΕΝ.Φ.Α.» εμφανίζονται συνταγματικώς προβληματικές, ως μη συμβατές κυρίως με τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1, 5, 17, 20 και 78 του Συντάγματος, καθώς και με τις διατάξεις του ευρωπαϊκού δικαίου και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, όπως προκύπτει από τα εξής:
Α. Ο «ΕΝ.Φ.Α.» επιβάλλεται, κατ’ ουσία και κατ’ αποτέλεσμα, χωρίς ουσιαστική σύνδεση όχι μόνο με το συνολικό εισόδημα του ιδιοκτήτη αλλ’ ακόμη και με το παραγόμενο από την ιδιοκτησία αυτή, lato sensu, εισόδημα. Είναι όμως προφανές ότι, υπό τα δεδομένα αυτά, «αποστασιοποιημένος» και από την εν γένει φοροδοτική ικανότητα του υποκειμένου του συγκεκριμένου οικονομικού βάρους αλλά και από την έναντι αυτού οικονομική σημασία του βαρυνόμενου ακινήτου, ο «ΕΝ.Φ.Α.» οδηγεί, εν τέλει, και στην οικονομική απομείωση της πληττόμενης ακίνητης ιδιοκτησίας. Οδηγεί, δηλαδή, σ’ ένα είδος έμμεσης δήμευσης του ακινήτου -αφού ο ιδιοκτήτης του ωθείται, εμμέσως πλην σαφώς, ακόμη και στο ν’ απαλλαγεί από το ακίνητό του λόγω αδυναμίας ανταπόκρισης στα φορολογικά βάρη που του αναλογούν- και, κατά λογική ακολουθία, στην οικονομική «τήξη» του πυρήνα του δικαιώματος στην ιδιοκτησία. Τούτο όμως φαίνεται ν’ αντιβαίνει, μεταξύ άλλων:
1. Προς τις διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του Συντάγματος, δεδομένου ότι ο «ΕΝ.Φ.Α.» θίγει τον ίδιο τον πυρήνα του δικαιώματος στην ιδιοκτησία, μέσω της σταδιακής, νομοτελειακής, αποδυνάμωσης της οικονομικής της αξίας.
2. Προς τις διατάξεις του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Και τούτο διότι οι διατάξεις αυτές, μέσ’ από την ερμηνεία τους από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, επιβάλλουν την αρχή σύμφωνα με την οποία η περιουσία, ως αμάλγαμα εμπραγμάτων και ενοχικών δικαιωμάτων, δεν επιτρέπεται να εξανεμίζεται υπό τη «δαμόκλειο σπάθη» φορολογικών βαρών που από τη μια πλευρά αποδυναμώνουν την φοροδοτική ικανότητα του υποκειμένου του φόρου, παραβιάζοντας την αρχή της αναλογικότητας μεταξύ φορολογικού βάρους και φοροδοτικής διαθεσιμότητας. Και, από την άλλη πλευρά, ουσιαστικά απομειώνουν την περιουσία του υποκειμένου του φόρου σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τίθεται σε κίνδυνο η ίδια η επιβίωσή του. Συνακόλουθα, λοιπόν, η προς αυτή την κατεύθυνση ερμηνεία κι εφαρμογή της ΕΣΔΑ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο «ΕΝ.Φ.Α.» φαίνεται να πλήττει, στο πλαίσιο της ελληνικής έννομης τάξης, και:
α) Τη γενική ρήτρα της αξίας του ανθρώπου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος. Και τούτο διότι η αδυναμία εξασφάλισης ενός «ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης» συνεπάγεται την ευθεία προσβολή της αξίας του ανθρώπου.
β) Τη γενική ρήτρα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος. Και τούτο διότι δίχως τα στοιχειώδη οικονομικά εφόδια της περιουσίας καθενός καθίσταται, στην πράξη, αδύνατη η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του μέσ’ από την ελεύθερη συμμετοχή του στην οικονομική και κοινωνική ζωή.
γ) Τις βασικές αρχές που καθιερώνουν οι διατάξεις του άρθρου 25 του Συντάγματος. Συγκεκριμένα δε:
γ1) Την κατ’ άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου, αφού η αρχή αυτή δεν νοείται δίχως την δυνατότητα του καθενός να επιβιώσει υπό όρους κοινωνικής δικαιοσύνης.
γ2) Την κατ’ άρθρο 25 παρ. 1 αρχή της αναλογικότητας, αφού η, εντέλει, επιβάρυνση της ιδιοκτησίας και, κατ’ αποτέλεσμα, της περιουσίας καθενός δεν είναι επιτρεπτό να θυσιάζεται, με κάθε τίμημα, στο βωμό επίτευξης αμιγώς δημοσιονομικών στόχων.
γ3) Την κατ’ άρθρο 25 παρ. 2 και 4 αρχή της κοινωνικής αλληλεγγύης. Και τούτο διότι η, μέσ’ από τις στοιχειώδεις επιταγές της κοινωνικής αλληλεγγύης, συνεισφορά του καθενός προϋποθέτει την δυνατότητά του να έχει στη διάθεσή του περιουσιακά στοιχεία, ικανά να συμβάλουν στην επίτευξη του σκοπού αυτού, αφού όμως προηγουμένως διασφαλίζονται οι minimum όροι της προσωπικής του επιβίωσης υπό συνθήκες στοιχειώδους αξιοπρέπειας.
Β. Ο «ΕΝ.Φ.Α.» φαίνεται να έρχεται σ’ αντίθεση προς τις διατάξεις του Συντάγματος που εγγυώνται την αρχή της ισότητας. Και συγκεκριμένα:
1. Της κατ’ άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος αρχής της αναλογικής ισότητας, η οποία σημαίνει ίση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων καταστάσεων αλλά και άνιση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων. Και τούτο π.χ. διότι ο καθορισμός ενιαίας τιμής ζώνης για τον υπολογισμό του «ΕΝ.Φ.Α.» αγνοεί, στην πράξη, τη διαφορά που υφίσταται ως προς την πραγματική οικονομική αξία ακινήτων, τα οποία εντάσσονται άνευ όρων στην ίδια ζώνη.
2. Της κατ’ άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος αρχής της συμμετοχής καθενός στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις πραγματικές οικονομικές του δυνάμεις. Και τούτο διότι, όπως εκτενώς εξηγήθηκε, η επιβολή του ουδόλως συνδέεται αφενός με την εν γένει φοροδοτική ικανότητα του βαρυνόμενου. Και, αφετέρου, με την πρόσοδο την οποία παράγει το βαρυνόμενο ακίνητο.
Γ. Ο «ΕΝ.Φ.Α.» φαίνεται να έρχεται σ’ αντίθεση προς τις διατάξεις του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, οι οποίες κατοχυρώνουν το δικαίωμα αίτησης και παροχής οριστικής και προσωρινής δικαστικής προστασίας. Και τούτο διότι:
1. Η όλη δομή του «ΕΝ.Φ.Α.», οδηγεί στο συμπέρασμα πως η επιβολή του βασίζεται ουσιαστικά σε νομοθετικώς θεσπιζόμενο τεκμήριο ως προς τη βάση υπολογισμού του. Προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορεί και το γεγονός ότι ο «ΕΝ.Φ.Α.», όπως προεκτέθηκε, ουδόλως συνδέεται τόσο με το γενικό εισόδημα του φορολογουμένου όσο και με την εκ του βαρυνόμενου ακινήτου αποκτώμενη πρόσοδο. Όμως, τέτοιου είδους τεκμήρια σχετικά με τη φορολογία αντιτίθενται, τουλάχιστον κατ’ αρχήν, όχι μόνο προς την κατά τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 5 αρχή της ισότητας ενώπιον των δημόσιων βαρών. Αλλά και προς το κατά τις διατάξεις του άρθρου 20 παρ. 1 δικαίωμα αίτησης και παροχής δικαστικής προστασίας, οριστικής και προσωρινής.
2. Όπως παγίως δέχεται και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (βλ. π.χ. τις αποφάσεις 2065/1988, 2443/1989, 1192/1990, 2919/1999, 3284/2000, 1576/2002, 1340/2003 κλπ.), η θέσπιση τεκμηρίων σχετικά με τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης δυσχερώς συμβιβάζεται με τις απαιτήσεις των διατάξεων του άρθρου 20 παρ. 1, οι οποίες καθορίζουν το περιθώριο ελευθερίας του διαδίκου για αίτηση και παροχή δικαστικής προστασίας. Ως εκ τούτου, τέτοια τεκμήρια μόνον ως επικουρική μέθοδος προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης είναι συνταγματικώς ανεκτά. Και μόνον εφόσον:
α) Πρώτον, αποφεύγεται πλήρως η διαμόρφωση πλασματικής φορολογητέας ύλης, ιδίως μέσ’ από τη διαμόρφωση του τεκμηρίου υπό συνθήκες που εγγυώνται τη συμφωνία του με τα δεδομένα της κοινής πείρας, λόγω της σταθερότητας της αποδεικτικής του βάσης και της αβίαστης συναγωγής των συμπερασμάτων, πάνω στα οποία στηρίζεται.
β) Δεύτερον, εν πάση περιπτώσει ο φορολογούμενος διαθέτει τη δυνατότητα αμφισβήτησης του τεκμηρίου γενικώς, ιδίως δε μ’ επίκληση των ιδιαίτερων συνθηκών που συνθέτουν τα δεδομένα της προσωπικής του κατάστασης.
3. Με βάση όμως τα όσα ήδη εκτέθηκαν ως προς τον «ΕΝ.Φ.Α.», το τεκμήριο στο οποίο ερείδεται ως προς τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης που επιτρέπει την επιβολή του δεν ανταποκρίνεται πλήρως στα, κατά τ’ ανωτέρω, επιβαλλόμενα από τις εγγυήσεις των διατάξεων του άρθρου 20 παρ. 1 χαρακτηριστικά αναφορικά με την ακώλυτη παροχή δικαστικής προστασίας. Πραγματικά:
α) Ο «ΕΝ.Φ.Α.» στηρίζεται στη συνεκτίμηση αντικειμενικών παραγόντων, οι οποίοι αναφέρονται περιοριστικώς. Γεγονός που σημαίνει ότι αποκλείεται ο συνυπολογισμός, ως προς τον προσδιορισμό της φορολογητέας ύλης, άλλων κρίσιμων παραγόντων συνδεόμενων με την πραγματική αξία του ακινήτου, όπως είναι π.χ. η πραγματική -πέραν της αντικειμενικής- αξία του.
β) Συνακόλουθα, υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο «ΕΝ.Φ.Α.» στηρίζεται, κατ’ ουσία, σ’ ένα οιονεί αμάχητο τεκμήριο, το οποίο αν δεν αποκλείει πλήρως, σίγουρα περιορίζει υπερμέτρως τα όρια του δικαστικού ελέγχου, κατά τρόπο που θίγει τον ίδιο τον πυρήνα του δικαιώματος αίτησης και παροχής δικαστικής προστασίας κατ’ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος (αλλά και, περαιτέρω, κατ’ άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ).
​Είναι αυτονόητο ότι είμαι στη διάθεσή σας για περαιτέρω διευκρινίσεις αναφορικά με τις απόψεις, τις οποίες σας προεξέθεσα.
Μ’ εκτίμηση

Προκόπης Παυλόπουλος

olympiada

ΕΚΤΑΚΤΟ: Υπό το βαρος της συντριβής αφαιρούν αρμοδιότητες απο Χαρδούβελη – Σαββαΐδου! Δειτε το ΦΕΚ.

XREOS5_457_355

Το φιάσκο με τα ληξιπρόθεσμα πληρώνουν ο υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης και η γ.γ. Εσόδων Κατερίνα Σαββαίδου! Ο Αντώνης Σαμαράς που υπογράφει το σχετικό έγγραφο αναθέτει περισσότερες αρμοδιότητες στον Γ. Μαυραγάνη, καθώς οι παραπάνω εμφανίστηκαν κατώτεροι των …περιστάσεων!

Αριθμ.: ΥΠΟΙΚ 0010555 ΕΞ 2014/13.11.2014
Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη

Κατηγορία: Οργάνωσης – Επιχειρησιακού Σχεδιασμού

Αριθμ. ΥΠΟΙΚ 0010555 ΕΞ 2014

(ΦΕΚ Β 3059/13.11.2014)

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις:

α) των άρθρων 41 παρ. 5 και 90 του «Κώδικα Νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (Π.Δ. 63/2005, Α΄ 98).

β) του Π.Δ. 185/2009 «Ανασύσταση του Υπουργείου Οικονομικών, συγχώνευση του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών με τα Υπουργεία Ανάπτυξης και Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής και μετονομασία τους σε Υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, μετατροπή του Υπουργείου Μακεδονίας − Θράκης σε Γενική Γραμματεία Μακεδονίας − Θράκης και υπαγωγή στο Υπουργείο Εσωτερικών της Γενικής Γραμματείας Μακεδονίας − Θράκης και της Γενικής Γραμματείας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής» (ΦΕΚ Α΄ 213)».

γ) του Π.Δ. 189/2009 «Καθορισμός και ανακατανομή αρμοδιοτήτων των Υπουργείων» (ΦΕΚ Α΄ 221).

δ) Του Π.Δ. 111/2014 «Οργανισμός Υπουργείου Οικονομικών» (ΦΕΚ Α΄ 178/29−08−2014).

ε) του Π.Δ. 87/2012 «Διορισμός Υφυπουργών» (ΦΕΚ Α΄ 142).

2. Το γεγονός ότι, από την απόφαση αυτή δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού,

αποφασίζουμε:

Άρθρο 1

Στον Υφυπουργό Οικονομικών Γεώργιο Μαυραγάνη ανατίθεται η άσκηση των ακόλουθων αρμοδιοτήτων:

1. της Διεύθυνσης Φορολογικής Πολιτικής,

2. της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, με την επιφύλαξη της ισχύος των αποφάσεων μεταφοράς αρμοδιοτήτων στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων,

3. της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων και Διοικητικής Υποστήριξης και των υπαγόμενων σε αυτήν υπηρεσιών,

4. της Ειδικής Γραμματείας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) και των υπαγόμενων σε αυτήν υπηρεσιών,

5. της Μονάδας Εσωτερικού Ελέγχου κατά το μέρος που αφορά τις υπηρεσίες και τα όργανα των ανωτέρω περιπτώσεων,

6. της Ανώτατης Επιτροπής Τελωνειακών Αμφισβητήσεων (Α.Ε.Τ.Α.),

7. του Ανώτατου Χημικού Συμβουλίου (Α.Χ.Σ.),

8. της εποπτείας του Ειδικού Ταμείου Ελέγχου, Παραγωγής και Ποιότητας Αλκοόλης−Αλκοολούχων Ποτών (Ε.Τ.Ε.Π.Π.Α.Α.).

Άρθρο 2

1. Στο πλαίσιο της άσκησης των αρμοδιοτήτων του άρθρου 1 περιλαμβάνονται και οι ακόλουθες:

α) οι κοινοβουλευτικές αρμοδιότητες, με εξαίρεση τη νομοθετική πρωτοβουλία,

β) η πρόταση για την έκδοση διαταγμάτων,

γ) η έκδοση πράξεων ατομικού και κανονιστικού χαρακτήρα,

δ) η πρόταση για την έκδοση διαταγμάτων και η έκδοση πράξεων από κοινού με άλλους Υπουργούς, Αναπληρωτές Υπουργούς και Υφυπουργούς,

ε) η αποδοχή των γνωμοδοτήσεων του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως και η αποδοχή και έγκριση πρακτικών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

στ) τα ερωτήματα και οι αποφάσεις για την επιλογή, προαγωγή, τοποθέτηση, μετακίνηση, απόσπαση, μετάθεση και μετάταξη των υπαλλήλων των υπηρεσιακών μονάδων που προβλέπονται στο άρθρο 1, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007, Α΄ 26) ή άλλες ειδικές διατάξεις, με εξαίρεση τους Προϊσταμένους Γενικών Διευθύνσεων.

ζ) ο ορισμός μελών των Υπηρεσιακών Συμβουλίων και η σύσταση, συγκρότηση και ορισμός μελών των μόνιμων και ευκαιριακών συλλογικών οργάνων (επιτροπών, συμβουλίων και ομάδων εργασίας).

2. Εξαιρούνται και παραμένουν στον Υπουργό:

α) η αρμοδιότητα να προσδιορίζει την πολιτική του Υπουργείου, στο πλαίσιο των αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου και των λοιπών συλλογικών κυβερνητικών οργάνων, να συντονίζει την εφαρμογή της πολιτικής αυτής και να εποπτεύει την εφαρμογή της από τις υπηρεσίες του Υπουργείου,

β) η εκπροσώπηση του Ελληνικού Δημοσίου,

γ) η εκπροσώπηση του Υπουργείου στους Διεθνείς Οργανισμούς,

δ) η υπογραφή αποφάσεων εξουσιοδότησης υπαλλήλων για το χειρισμό διαβαθμισμένου υλικού, άρσης εξουσιοδότησης, συγκρότησης ομάδων πολιτικής άμυνας των κτιρίων του Υπουργείου και όλων των άλλων Υπηρεσιών που υπάγονται σε αυτό, καθώς και συγκρότησης επιτροπών καταστροφής διασφαλισμένου υλικού,

ε) η οργάνωση Υπηρεσιών,

στ) οι αποσπάσεις και μετατάξεις στο Υπουργείο Οικονομικών υπαλλήλων άλλων φορέων, καθώς και οι πράξεις πρόσληψης ή διορισμού προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών και των νομικών προσώπων που εποπτεύονται από αυτό και ανάθεσης μίσθωσης έργου σε φυσικά πρόσωπα, με την εξαίρεση της στελέχωσης του Γραφείου του Υφυπουργού,

ζ) οι πράξεις εκτέλεσης δικαστικών αποφάσεων που αφορούν στην πληρωμή συμπληρωματικών συντάξεων σε συνταξιούχους και βοηθηματούχους, γενικά, του Δημοσίου.

η) η έκδοση εγκυκλίων και οδηγιών για το συντονισμό της δραστηριότητας των Υπηρεσιακών και Πειθαρχικών Συμβουλίων.

3. Η κατά την περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 αρμοδιότητα ασκείται, αφού προηγουμένως ενημερωθεί ο Υπουργός. Η αρμοδιότητα της σύστασης, συγκρότησης και ορισμού μελών των μόνιμων και ευκαιριακών συλλογικών οργάνων (επιτροπών, συμβουλίων και ομάδων εργασίας) ασκείται παράλληλα και από τον Υπουργό.

Άρθρο 3

Από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης καταργείται η υπ’ αριθμ. 07927 ΕΞ /24.9.2012 (ΦΕΚ Β΄ 2574/24.9.2012) ομοία.

Άρθρο 4

Η ισχύς της απόφασης αυτής αρχίζει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 13 Νοεμβρίου 2014

Ο ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΤΩΝΗΣ Κ. ΣΑΜΑΡΑΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΚΙΚΑΣ ΧΑΡΔΟΥΒΕΛΗΣ

olympiada

ΕΚΤΑΚΤΟ: Έπεσε αεροσκάφος της Πολεμικής Αεροπορίας στην Κομοτηνή

286370-wallpaper_ill67
Εκτελούσε εκπαιδευτική πτήση – Κατέπεσε σε ορεινή και δύσβατη περιοχή Ένας αεροσκάφος της Πολεμικής Αεροπορίας A-7 Corsair κατέπεσε πριν από λίγη ώρα σε ορεινή και δύσβατη περιοχή της Κομοτηνής.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το αεροσκάφος εκτελούσε εκπαιδευτική πτήση.

Αυτόπτες μάρτυρες αναφέρουν, πάντως, ότι είδαν ένα αλεξίπτωτο λίγη πριν τη συντριβή, γεγονός που μπορεί να σημαίνει ότι ο πιλότος κατάφερε να διαφύγει.

Μέχρι στιγμής τα αίτια της πτώσης παραμένουν άγνωστα. -

www.hellas-now.com/2014/08/blog-post