15 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου: Οι Αμερικανοί δεν κοιτούν πιά στον ουρανό…

wpid-wp-1473483752100.jpeg

Τα τελευταία χρόνια που ζω στην Ουάσιγκτον, κάθε φορά που πλησιάζει η επέτειος της 11ης Σεπτεμβρίου, καλούμαι να περιγράψω πως είναι η Αμερική, αφότου «έχασε την αθωότητα της».

Κάθε τι όμως που θέλω να γράψω, κάθε τι που θέλω να πω, μοιάζει απλώς κοινοτοπία, αφού έχει ήδη γραφτεί ή έχει ήδη ειπωθεί. Οι λέξεις και οι δημοσιογραφικές ευρηματικότητες, στέρεψαν απροσδόκητα όταν σωριάστηκαν οι δίδυμοι πύργοι.

Το πρωινό εκείνο του 2001, ακόμη και τα πιο σπαρακτικά λόγια αποδείχθηκαν πολύ λίγα για να περιγράψουν την απόγνωση. Οι ανά το κόσμο δημοσιογράφοι, αποδείχθηκαν σοκαριστικά ανήμποροι να την αποτυπώσουν. Αυτό δεν έχει αλλάξει ούτε σήμερα, δεκαπέντε χρόνια μετά. Η ίδια γνώριμη αμηχανία, μπλοκάρει άκομψα τη σκέψη και η οθόνη του υπολογιστή, μένει εκτυφλωτικά λευκή για ώρες.

Αυτό που μοιάζει να αλλάζει και να φθίνει όσο περνούν τα χρόνια, είναι ο φόβος των πολιτών. Φόβος, που για πάνω από μια δεκαετία ριζώθηκε βαθιά μέσα στην καθημερινότητα τους. Οι αμερικάνοι δεν αισθάνονται πια έτσι. Μιλώντας με πολίτες, αντιλαμβάνεσαι οτι αντιμετωπίζουν πια την 11 Σεπτεμβρίου, σαν το πιο οδυνηρό κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας τους, που όμως έφυγε και δεν θα επιστρέψει. Παραδόξως, αισθάνονται ασφαλείς.

Θυμάμαι ακόμη, μια αμήχανη συζήτηση με Αμερικανίδα φίλη μου, την επομένη της τραγωδίας στο Παρίσι τον Νοέμβριο. «Δεν θα ήθελα με τίποτα να ζω στην Ευρώπη. Εδώ, αισθάνομαι απόλυτα ασφαλής» μου είπε. «Ξέρεις, στόχος είμαστε και εμείς, απλώς δεν έχουν βρει ακόμη τον τρόπο να μας χτυπήσουν» σιγοψιθύρισα εγώ. Το πρόσωπο της συσπάστηκε θυμάμαι από την απορία. «Δεν έχει λογική αυτό που μου λες» σχολίασε απότομα και συνέχισε να σπρώχνει εκνευρισμένα την κούνια του παιδιού της. Ποτέ δεν κατάλαβα αν δεν ήθελε να ακούσει ή αν πραγματικά αισθανόταν τόσο ασφαλής στις ΗΠΑ.

Εξακολουθώ να πιστεύω οτι η συγκεκριμένη αντίδραση ήταν ακραία, ωστόσο είναι σίγουρο οτι οι αμερικάνοι, δεν κοιτούν πια με αγωνία τον ουρανό κάθε φορά που ακούνε έναν ισχυρό θόρυβο. Δανείζομαι την φράση του συναδέλφου Μιχάλη Ιγνατίου, ο οποίος είχε κάνει ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό σχόλιο, τους μήνες που ακολούθησαν τις επιθέσεις.

«Οι αμερικάνοι με το παραμικρό στρέφουν το κεφάλι προς τον ουρανό, φοβούνται οτι θα δουν αεροπλάνα να πέφτουν πάνω τους» είχε πει. Φράση που αποτύπωνε με συγκλονιστικό τρόπο, τον συλλογικό τρόμο που είχε ρίξει βαριά την σκιά του πάνω από τις ΗΠΑ. Οχι, σήμερα τα πράγματα δεν είναι πια έτσι. Οι επιθέσεις ανήκουν στην ιστορία.

Τα σημερινά 15χρονα παιδιά, δεν τις έζησαν. Για τις κόρες μου, οι εικόνες της 11ης Σεπτεμβρίου, μοιάζουν απλώς σαν καλογυρισμένη σκηνή από ταινία με Superheroes. Αδυνατούν να αντιληφθούν, μέσα στην αφοπλιστική αφέλειά τους, γιατί ο Captain America δεν είναι εκεί για να σώσει τον κόσμο μας. Αδυνατούν να αντιληφθούν οτι αυτές οι εικόνες είναι πράγματι αληθινές. Για ένα παιδικό μυαλό κάτι τόσο μεγάλο, τόσο κακό, τόσο χαοτικό, συμβαίνει μόνο στις αμερικάνικες ταινίες. Οι οποίες όμως, έχουν πάντοτε προβλέψιμα καλό τέλος.

«Και τελικά τι έγινε στο τέλος μαμά;» με ρωτούν με αγωνία οι μικρές. Και εγώ που δεν έχω την απάντηση, σαστίζω. Διστάζω να διαβεβαιώσω αυτή την φορά, οτι όλα θα πάνε καλά. Διότι έκτοτε εμφανίστηκαν και οι τζιχαντιστές του ISIS, που ψάχνουν μανιωδώς χαραμάδα να τρυπώσουν στις ΗΠΑ. Συνεπώς, αναρωτιέμαι, είμαστε ή δεν είμαστε περισσότερο ασφαλείς, 15 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου; Η Αμερική έμαθε άραγε το μάθημα της ή ακόμη πασχίζει;

Η αλήθεια είναι οτι δεκαπέντε χρόνια μετά, έχουν αλλάξει πάρα πολλά στον τρόπο με τον οποίο θωρακίστηκε η Αμερική και στον τρόπο με τον οποίο σφράγισε όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερα, τα κενά στην ασφάλεια της. Κενά που επέτρεψαν αδικαιολόγητα αυτή την τραγωδία των 2.996 θυμάτων.

Ένα τρισεκατομμύριο δολάρια είναι το συνολικό κόστος, αλλά για μια ταπεινωμένη υπερδύναμη, αυτό είναι σχεδόν μηδαμινό.Τα μέτρα που ελήφθησαν έκτοτε, άλλαξαν τον τρόπο που η Αμερική αντιμετωπίζει τον εαυτό της. Και τους πολίτες της. Ως πολίτης, αλλες φορές επικροτείς και αισθάνεσαι μια κρυφή περηφάνεια που η χώρα στην οποία ζεις, κατάφερε να εφεύρει και να αξιοποιήσει τόσα πολλά εργαλεία ασφαλείας. Αλλές φορές όμως νιώθεις ντροπή, διότι στο βωμό «της ασφάλειας που έρχεται πια πρώτη» έγιναν κουρέλια αυτονόητες προσωπικές ελευθερίες.

Μια επίθεση τόσο μεγάλης κλίμακας και τέλειας οργάνωσης στο εσωτερικό των ΗΠΑ, όπως αυτή στους δίδυμους πύργους, δεν μπορεί να επαναληφθεί, διαβεβαιώνουν οι αρμόδιοι αξιωματούχοι.«Ο μεγαλύτερος κίνδυνος πια, είναι οι μοναχικοί λύκοι» προειδοποιούν. Δηλαδή, αυτοί που ζουν αναμεσά μας. Αυτοί που περπατάνε στα πάρκα μας και τρώνε στα εστιατόρια μας. Οχι απαραιτήτως αυτοί που, κραδαίνοντας μαύρες τρομαχτικές σημαίες, εκπαιδεύονται σε κάποια μακρινά στρατόπεδα στην Συρία.

Ο φόβος έχει αλλάξει μορφή. Είναι υποδόριος. Συχνά απελπιστικός. Πιο ύπουλος από πριν. Δεν μπορείς να τον εντοπίσεις. Μπορεί να κρύβεται παντού. Επομένως, δυσκολεύομαι να συμμεριστώ την λυτρωτική ασφάλεια που νιώθουν πολλοί συμπολίτες μου. Μπορεί να μην κοιτάζω στον ουρανό κάθε φορά που ακούω ένα δυνατό θόρυβο, αλλά εξακολουθώ να παρατηρώ καχύποπτα τα σακίδια επιβατών στο μετρό και να περιεργάζομαι προκλητικά τους πολίτες που μπαίνουν μόνοι τους, σε μια κινηματογραφική αίθουσα.

Διαβάζω μηχανικά πια τις οδηγίες, στις καταθλιπτικές αφίσες που κατακλύζουν τις κεντρικές αμερικανικές πόλεις, καλώντας με να έχω τα μάτια μου και τα αυτιά μου ορθάνοιχτα. Καλώντας με να είμαι σε επαγρύπνηση διαρκώς. «Γιατί μαμά να μην μπούμε στο μετρό που έχει πλάκα και πρέπει να πάρουμε πάλι το αυτοκίνητο;» Πως να κρυφτείς από τα παιδιά; Πως να τους εξηγήσεις οτι ο Captain America, όσες υπερδυνάμεις και σύγχρονα όπλα και αν κρύβει πίσω από την γυαλιστερή ασπίδα του, δεν είναι άτρωτος απέναντι στην παράνοια του κόσμου μας;

Ανταποκρίτρια της ΕΡΤ στην Ουάσιγκτον


Πηγή