Η Φρειδερίκη δέλτα και το γουρούνι του βάλτου

Εγραψε:    Φίλε Πιτσιρίκο, θα προσπαθήσω να σου διηγηθώ μια μικρή ιστορία για έναν τόπο χωρίς μνήμη και χωρίς παρόντα χρόνο, για έναν τόπο χαμένο ανάμεσα στην δεκαετία του 60 και τις αρχές του 21ου αιώνα. Εκεί που οι άνθρωποι δεν ξέρουν ούτε ποιοι είναι, ούτε προς τα πού βαδίζουνε. Μια ιστορία για έναν τόπο που μονάχα το γουρούνι που γεννήθηκε, μεγάλωσε και ζούσε στον βάλτο είχε συνείδηση του εαυτού του, κι αυτό ήταν συνάμα γελοίο και τραγικό μαζί.

Στον τόπο αυτόν, ο κατ’ ευφημισμόν κυβερνήτης λεγόταν Αντώνιος και κάθονταν με τις ώρες για χρόνια ολόκληρα μπροστά στον καθρέφτη θαυμάζοντας τον εαυτό του. Κι αυτό οπουδήποτε αλλού φαινότανε αστείο, στον τόπο όμως όπου η ιστορία μας εξελίσσεται ήταν σχεδόν κάτι φυσιολογικό, αφού οι περισσότεροι κάτοικοι έκαναν ακριβώς το ίδιο πράγμα ίσως όμως με λιγότερη [από τον Αντώνιο] επιμονή.

Χρόνια πριν, ο Αντώνης άρχισε να ακούει φωνές που δεν υπήρχαν. Άλλοτε ανδρικές κι άλλοτε γυναικείες. Πολύ γρήγορα ονόμασε τις πρώτες «Θεό» και τις δεύτερες «Παναγία».

Κανένας δεν ταράχθηκε από τα καπρίτσια του υποτιθέμενου κυβερνήτη. Μονάχα λίγοι του κόλλησαν το παρατσούκλι «τρελαντώνης», την ώρα που οι περισσότεροι είτε τον πίστευαν είτε αδιαφορούσαν με τον ίδιο τρόπο που αδιαφορούσαν για όλα τα άλλα.

Οι φωνές του «Θεού» και της «Παναγίας» έλεγαν στον Αντώνη να κάνει πράγματα που περιλαμβάνονταν σε ένα ιδιότυπο – άγνωστο στους πολλούς – κείμενο που το ονόμαζαν «μνημόνιο».

Αρχι-ιερέας της νέας θρησκείας πια, ο Αντώνης προχωρούσε στην μία θυσία μετά την άλλη χωρίς δισταγμό, βέβαιος πως είναι αυτός ο εκλεκτός του νέου βασιλείου.

Τα θύματα του «μνημονίου» αυξάνονταν μέρα με την μέρα, ο κυβερνήτης όμως έβλεπε το πρόγραμμά του και την διακυβέρνησή του να στέφεται από επιτυχία.

Ώσπου μια μέρα, αποφάσισε μαζί με το αγαπημένο του γουρούνι του βάλτου, που είχε στο μεταξύ αναγορευτεί σε πρώτο σύμβουλο του, να κόψουν σε εκατό κομμάτια τους φόρους που είχαν φορτώσει στους υπηκόους συμπεριλαμβανομένου και του ετήσιου φόρου για την κατοχή ακίνητης περιουσίας.

Χαρές και πανηγύρια για τον εορτασμό του σπουδαίου γεγονότος διοργανώθηκαν από τους παλιάτσους του βασιλιά που άκουγαν στο περίεργο όνομα «ΜΜΕ».

Το βράδυ, όμως, μες το κεφάλι του Αντώνη βρόντηξε η φωνή του «Θεού» ξανά:

«Φρειδερίκη πάρε τις φοροαπαλλαγές πίσω και εστιάσου στο να βρεις την ταυτότητα του ΝΕΚΡΟΥ».

«Δεν με λένε Φρειδερίκη» ψέλλισε ο ανόητος ψευτο-κυβερνήτης της ανόητης χώρας.

«Φρειδερίκη σε λένε ηλίθιε και είσαι απόγονος κάποιας που το όνομα της άρχιζε από το γράμμα δέλτα. Πάει και τελείωσε!».

Την ώρα που ο θεός σώπασε, ο Αντώνης σωριάστηκε πάνω στον θρόνο του αποσβολωμένος.

Το μόνο που ένιωθε ήταν η υγρή μουσούδα του γουρουνιού του βάλτου να του γλείφει και του δαγκώνει το χέρι ταυτόχρονα.

«Μην στεναχωριέσαι Φρίκη» του είπε χαμηλόφωνα, «θα τους βρούμε τους 180. Και θα ζήσουμε εμείς καλά και συ καλύτερα».

Φιλιά από την Εσπερία

Ηλίας

(Αγαπητέ Ηλία, χαίρομαι που πέρασες στην παιδική λογοτεχνία. Με αυτό το παραμύθι, οι σύγχρονοι Έλληνες θα κοιμίζουν το βράδυ το γουρούνι τους. Να είσαι καλά.)

pitsirikos-logo